Τέλος στους Ιδεοληπτικούς Αναχρονισμούς
Ediotorial
του Βλάση Αμανατίδη
Παρακολουθώντας πολλές φορές την ειδησιογραφία έπειτα από την τέλεση σοβαρών εγκλημάτων – όπως ήταν για παράδειγμα η βομβιστική επίθεση στις εγκαταστάσεις του ΣΚΑΪ ή ο άγριος ξυλοδαρμός του διαιτητή στην πόλη της Λάρισας – βλέπουμε ότι από τα ρεπορτάζ προκύπτει ότι το πρώτο πράγμα που κάνουν οι αστυνομικές αρχές που διερευνούν σοβαρές υποθέσεις, είναι να συλλέγουν και να ερευνούν βιντεοληπτικό υλικό από κάμερες ασφαλείας που βρίσκονται κοντά στη τοποθεσία του εγκλήματος. Κάμερες, που μπορεί να βρίσκονται τοποθετημένες σε παρακείμενα επαγγελματικά κτίρια, μικρές επιχειρήσεις ή ακόμα και οικίες που οι ιδιοκτήτες τους επέλεξαν να τοποθετήσουν για να ελέγχουν περιμετρικά το δικό τους χώρο. Κάμερες ασφαλείας, όπου τις περισσότερες φορές το πεδίο θέασης τους, εκτίνεται και σε πεζοδρόμια, δρόμους αλλά και σε ανοιχτούς δημόσιους χώρους. Κάμερες ασφαλείας, όπου σύμφωνα με το γράμμα των κανονισμών και τις οδηγίες της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα είναι παράτυπα τοποθετημένες!
Τι μεγαλύτερη αντίφαση θα μπορούσαμε να σκεφτούμε πέρα από αυτή;
Από την μια πλευρά οι δημόσιες αρχές ασφάλειας να αναζητούν και να βασίζονται σε βιντεοληπτικό υλικό από κάμερες ασφαλείας που θα τους βοηθήσει στην εξιχνίαση σοβαρών εγκλημάτων και από την άλλη πλευρά μια άλλη δημόσια αρχή – ανεξάρτητη – να θεωρεί ότι οι κάμερες αυτές είναι παράτυπα τοποθετημένες, γιατί παραβιάζουν προσωπικά δεδομένων διερχομένων ατόμων και μάλιστα αν προκύψουν καταγγελίες να προβαίνει σε οδηγίες απεγκατάστασης.
Σίγουρα αυτή η αντίφαση αποτελεί έναν αναχρονισμό με ιδεοληπτική βάση που κατά την γνώμη μας δεν βασίζεται σε καμία λογική προάσπισης προσωπικών δεδομένων.
Κανένα απολύτως προσωπικό δεδομένο δεν παραβιάζεται από μια κάμερα ασφάλειας που “βλέπει” σε δημόσιο χώρο, ειδικά όταν υπόκειται σε κάποιους κανόνες σχετικά τους χρόνους και τους τρόπους διαχείρισης και αποθήκευσης του υλικού που καταγράφει.
Μπορεί ίσως κάποιος να ρωτήσει, κάμερες παντού λοιπόν; Η απάντηση είναι όχι φυσικά. Δεν χρειάζονται για παράδειγμα κάμερες σε εσωτερικούς χώρους γραφείων ή άλλης εργασίας προκειμένου να “ελέγχει” o εκάστοτε ιδιοκτήτης τους υπαλλήλους τους αν δεν συντρέχει πολύ σοβαρός λόγος για την προστασία προσώπων και εγκαταστάσεων. Όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις δεν θα έπρεπε να τοποθετούνται κάμερες χωρίς εμφανή λόγο ασφάλειας.
Στο ίδιο μήκος κύματος αδυνατούμε να αντιληφθούμε γιατί απαγορεύεται άπαξ η καταγραφή ήχου από ένα σύστημα βίντεο – επιτήρησης χωρίς να εξετάζεται ποιος χώρος είναι αυτός και τι ήχους μπορεί να καταγράφει. Όπως δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε τους λόγους απαγόρευσης στην Ελλάδα, χρήσης συστημάτων ελέγχου πρόσβασης ήπιας βιομετρικής τεχνολογίας – όπως είναι για παράδειγμα το δακτυλικό αποτύπωμα – ακόμα και από ιδιωτικούς οργανισμούς που μπορεί να αναζητούν μια αντίστοιχη λύση σε χώρους ιδιαίτερα κρίσιμης σημασίας
Εκτιμούμε λοιπόν ότι θα πρέπει σε αυτή τη χώρα να μπει τέλος σε ανάλογους ιδεοληπτικούς αναχρονισμούς και να ξαναδούμε σοβαρά κάποια πράγματα σχετικά με την ασφάλεια από την αρχή, μέσα από κανόνες πάντα και ορθή αξιολόγηση ανά περίπτωση, επικαιροποιώντας το πλαίσιο και τους κανόνες και βρίσκοντας την βέλτιστη και πραγματική ισορροπία μεταξύ ασφάλειας και προστασίας προσωπικών δεδομένων.
*Αξίζει να αναφέρουμε ότι στο πρόσφατο 7ο Συνέδριο Security Project και εκπροσωπώντας το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας ο Υποστράτηγος κ. Γεώργιος ΚΑΣΤΑΝΗΣ – Προϊστάμενος Κλάδου Ασφάλειας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας – αναφερόμενος στο ρόλο των ιδιωτικών εταιριών εγκατάστασης συστημάτων βίντεο επιτήρησης, εξέφρασε τις ευχαριστίες του και ανέδειξε τη θετική συμβολή τους στην εξιχνίαση πολλών εγκληματικών ενεργειών.