Συνεργασία Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα
Ένα περιβάλλον το οποίο εμπνέει ασφάλεια αποτελεί ίσως την πιο σημαντική προϋπόθεση για την ανάπτυξη ενός κράτους και την πρόοδο μια κοινωνίας. Η ευθύνη για την ασφάλεια των πολιτών, των δομών και των περιουσιών διαχρονικά ανήκει στο κράτος, όμως εδώ και πολλά χρόνια και ο ιδιωτικός τομές έχει αποδείξει ότι μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά προς σε αυτή τη κατεύθυνση.
Του Αριστοτέλη Λυμπερόπουλου
Πολλές παρωχημένες ιδεολογικές προσεγγίσεις σχετικά με την επιχειρηματικότητα, τις ιδιωτικές επενδύσεις και γενικότερα τη συμβολή του ιδιωτικού τομέα στην οικονομική ανάπτυξη έχουν πλέον ακυρωθεί από τις παγκόσμιες εξελίξεις και έχουν μετατραπεί σε ιδεοληψίες κενού περιεχομένου. Για κάποιους στο – όχι και τόσο μακρινό – παρελθόν το επιχειρηματικό κέρδος είχε δαιμονοποιηθεί. Για μερικούς, αυτή η αντίληψη υπάρχει ακόμα και τώρα. Για κάποιους άλλους, ο ιδιωτικός τομέας όφειλε να περιοριστεί επιχειρηματικά μόνο σε συγκεκριμένους τομείς, ενώ υπήρχαν κλάδοι όπως η παιδεία, η υγεία, η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, όπου εκεί, η ιδιωτική πρωτοβουλία αντιμετωπίζονταν και ίσως αντιμετωπίζεται ακόμα και τώρα με πολύ μεγάλη επιφύλαξη, αν όχι με απόλυτο αρνητισμό. Ένας από αυτούς τους τομείς είναι και η ασφάλεια – σε κάποιες από τις εφαρμογές της. Από την άλλη πλευρά υπάρχει και μια εντελώς αντίθετη προσέγγιση, που πρεσβεύει την πλήρη ιδιωτικοποίηση των πάντων στο όνομα της ελεύθερης αγοράς. Αλλά και αυτή η προσέγγιση, αποδεικνύεται αναποτελεσματική και όχι προς όφελος της κοινωνίας. Οι ίδιες εξελίξεις – κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές – των τελευταίων ετών έχουν οδηγήσει σε μεγάλο βαθμό στη πλήρη κατάρριψη και των δυο αυτών ακραίων αντιλήψεων και των στερεοτύπων.
Σήμερα στη συντριπτική πλειοψηφία των περισσότερων χωρών του ανεπτυγμένου κόσμου – και στη χώρα μας – ο ιδιωτικός τομέας έχει πλέον αναλάβει κομβικό ρόλο σε πολλούς τομείς και φυσικά και στο τομέα της ασφάλειας. Η βέλτιστη προσέγγιση που μπορεί να δώσει προοπτικές ανάπτυξης, εύρυθμης λειτουργίας και επίλυσης πολλών σημαντικών αλλά και απλών προβλημάτων που σχετίζονται με την ασφάλεια, βρίσκεται στη λέξη κλειδί που είναι η συνεργασία ή – όπως σήμερα συνηθίζεται να την αποκαλούμε – σύμπραξη μεταξύ του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε διάφορα έργα.
Μια σύμπραξη, στην οποία το δημόσιο θα μπορεί να κρατήσει την πρωτοβουλία δημιουργίας του θεσμικού πλαισίου, την επίβλεψη σωστής λειτουργίας αυτού και την παροχή κάποιων βασικών και σημαντικών υπηρεσιών, αλλά θα αναθέσει στον ιδιωτικό τομέα τόσο στην παροχή ενός συγκεκριμένου φάσματος υπηρεσιών σχετικές με την ασφάλεια και παράλληλα θα αξιοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τους τεχνολογικούς και ανθρώπινους πόρους του ιδιωτικού τομέα για την συλλογή και αξιοποίηση πληροφοριών που είναι κομβικές για την ασφάλεια.
Ειδικά το δεύτερο σκέλος, δηλαδή ο όγκος των δεδομένων και πληροφοριών που υπάρχουν και συλλέγονται από ιδιωτικούς πόρους δεν αξιοποιείται όπως θα έπρεπε εγκαίρως. Ας ξετυλίξουμε όμως το νήμα από την αρχή καθώς το θέμα της συνεργασίας του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα σε θέματα παροχής υπηρεσιών ασφάλειας έχει πολλές πτυχές.
Ασφαλείς πόλεις – Μια σύγχρονη πρόκληση στην ατζέντα της συνεργασίας
Η δημιουργία των συνθηκών αυτών, που θα μας επιτρέψουν να μιλάμε για "ασφαλείς πόλεις" αποτελεί μέρος ενός ευρύτερους σχεδιασμού που απασχολεί έντονα και ολοένα και περισσότερο την παγκόσμια κοινότητα και τους ειδικούς της ασφάλειας, λαμβάνοντας υπόψη ότι συνεχίζεται σε μεγάλο βαθμό η τεράστια μετατόπιση του παγκόσμιου πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα.
Για το λόγο αυτό, έχει έρθει στο προσκήνιο με ιδιαίτερη θέρμη τα τελευταία χρόνια το ερώτημα, πως και με ποιον τρόπο μπορεί να υλοποιηθεί αποτελεσματικά ο σχεδιασμός της ασφάλειας των πόλεων μέσα από τη συνεργασία φορέων του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
Οι κίνδυνοι και οι απειλές, σε ένα μεγάλο αστικό οικοσύστημα είναι πολυάριθμες και διαφορετικές και εκτείνονται από τις φυσικές καταστροφές και τις τρομοκρατικές επιθέσεις, μέχρι τις εγκληματικές ενέργειες οργανωμένων ομάδων αλλά και άλλες μορφές παράνομης συμπεριφοράς που συμπεριλαμβάνονται στην λεγόμενη "μικρή εγκληματικότητα". Οι συνθήκες αυτές, δημιουργούν ένα σύνθετο και ρευστό περιβάλλον και η υιοθέτηση μέτρων πρόληψης ως αντίδραση είναι σήμερα όσο ποτέ άλλοτε επιτακτική. Για να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την πρόληψη τέτοιων ενεργειών, σημαντικός παράγοντας είναι η έγκυρη άντληση χρήσιμων πληροφοριών και αξιοποιήσεις δεδομένων. Οι κατάλληλες πληροφορίες όταν ληφθούν εγκαίρως και επεξεργαστούν κατάλληλα, μπορούν όντως να αποτελέσουν πυλώνα αποτελεσματικής αντίδρασης απέναντι σε οποιοδήποτε συμβάν που ενέχει κινδύνους για την ασφάλεια των πολιτών και των υποδομών ενώ παράλληλα μια αποτελεσματική διαχείριση δεδομένων μπορεί να ελαχιστοποιήσει τις επιπτώσεις από επικίνδυνα φυσικά φαινόμενα ή εγκληματικές ενέργειες.
Τα επονομαζόμενα project των "SafeCities" έχουν ξεκινήσει να εφαρμόζονται σε όλον τον κόσμο και υπάρχουν πλέον αρκετά παραδείγματα τα οποία μας δείχνουν το μονοπάτι που πρέπει να ακολουθήσουμε για να μεταβούμε από την θεωρία στην πράξη. Το πιο εντυπωσιακό είναι, ότι μερικά από αυτά τα παραδείγματα προέρχονται από κράτη που δεν ανήκουν στις προηγμένες δυτικές χώρες για τις οποίες γνωρίζουμε ότι ήδη επενδύουν σημαντικά ποσά σε αυτά τα εγχειρήματα και διαθέτουν την απαραίτητη τεχνογνωσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, για τα παραπάνω αποτελεί η πόλη του Guayaquil, ένα πολύ μεγάλο αστικό κέντρο του Εκουαδόρ με πληθυσμό που προσεγγίζει τα 4 εκατομμύρια κατοίκους. Εκεί, δημιουργήθηκε ένας ιδιωτικός μη κερδοσκοπικός οργανισμός που συντονίζει τις δημόσιες υπηρεσίες που ασχολούνται με την διαχείρισης της ασφάλειας και παράλληλα επικοινωνεί και συνεργάζεται με όλους τους ιδιωτικούς φορείς που μπορούν να βοηθήσουν σε αυτό το εγχείρημα. Ξεκίνησε σαν ένα μικρό πιλοτικό πρόγραμμα. Πλέον όμως, έχει φτάσει σε ένα αξιοσημείωτο επίπεδο εξάπλωσης και μέσω αυτού συντονίζονται οι προσπάθειες για την βελτίωση τόσο του επίπεδου ασφάλειας των κατοίκων αλλά και της αναβάθμισης της καθημερινότητας τους (αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού). Για την επίτευξη αυτού του σκοπού συλλέγονται συνεχώς πληροφορίες από συστήματα CCTV τα οποία ανήκουν είτε σε δημόσιους είτε σε ιδιωτικούς φορείς. ¶λλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πόλη της Surat στην Ινδία με πληθυσμό 4,5 εκατομμυρίων κατοίκων. Το πρόγραμμα ξεκίνησε με την συμμετοχή τόσο του δημοσίου τομέα (που είχε φυσικά και τον επιτελικό ρόλο) αλλά και ιδιωτικών οργανισμών με σκοπό την εγκατάσταση καμερών που θα βοηθούν στην πρόληψη εγκληματικών ενεργειών.
Η συμβολή των σύγχρονων τεχνολογιών
Η τεχνολογία προσφέρει πλέον όλα τα εκείνα τα εφόδια που απαιτούνται για την υλοποίηση αυτών των συνεργασιών μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στο χώρο της ασφάλειας. Σύγχρονα δίκτυα που επιτυγχάνουν υψηλές ταχύτητες, IP συστήματα ασφάλειας, συστήματα επιτήρησης προηγμένων λειτουργιών, συστήματα διαχείρισης πληροφοριών και κρίσεων συνθέτουν ένα εξελιγμένο "οπλοστάσιο" που βρίσκεται στη διάθεση των υπευθύνων των υπηρεσιών ασφάλειας, προκειμένου να αναπτύξουν ένα αποτελεσματικό δίκτυο προστασίας των αστικών κέντρων.
Είναι αλήθεια, ότι σήμερα υπάρχουν απεριόριστες δυνατότητες προκειμένου να συλλέγουμε πολύ μεγαλύτερο όγκο πληροφοριών σε σχέση με το παρελθόν, ταυτόχρονα όμως ανακύπτει το ζήτημα της έγκυρης και έγκαιρης συγκέντρωσης, διαχείρισης και αξιολόγησης των χρήσιμων πληροφοριών. Τα πάρα πολλά συστήματα επιτήρησης που είναι τοποθετημένα σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους, οι σύγχρονες τεχνολογίες video analytics, η χρήση των κοινωνικών μέσων δικτύωσης και γενικότερα οι τεράστιες δυνατότητες δικτύωσης μπορούν να δημιουργήσουν και να διαμοιράσουν ένα απίστευτο μεγάλο όγκο πληροφοριών σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Αρκεί φυσικά όλες αυτές οι πληροφορίες να συγκεντρωθούν, να επεξεργαστούν και να αξιοποιηθούν σωστά και εγκαίρως. Το μεγάλο στοίχημα λοιπόν είναι η βέλτιστη διαχείριση των Big Data από πολλαπλές πηγές.
Σε αυτό το σημείο η συνεργασία του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα μπορεί να φανεί ιδιαίτερα εποικοδομητική. Σχεδόν σε όλους τους οργανισμούς του ιδιωτικού τομέα, ειδικά σε αυτούς που βρίσκονται μέσα σε αστικά κέντρα, υπάρχουν τοποθετημένα συστήματα βίντεο επιτήρησης, που συλλέγουν εικόνες από συγκεκριμένους χώρους αλλά φυσικά υπάρχουν και πάρα πολλοί άνθρωποι ιδιωτικής ασφάλειας που βρίσκονται τοποθετημένοι σε πάρα πολλά έργα φύλαξης. Ένα θέμα είναι, ότι δεν υπάρχει πρόβλεψη για ένα κεντρικό σχεδιασμό για τη συλλογή χρήσιμων δεδομένων που συλλέγονται για παράδειγμα από εγκατεστημένες κάμερες ή άλλες πηγές.
Η υλοποίηση ενός κεντρικού σχεδιασμού, θα επέτρεπε την ταχύτατη αποστολή δεδομένων σε κεντρικά σημεία ελέγχου και θα μπορούσε σε ορισμένες περιπτώσεις να δίνει τη δυνατότητα στις δημόσιες υπηρεσίες ασφάλειας, πρώτον να προλαμβάνουν εγκληματικές ενέργειες και δεύτερο να αντιδρούν με πολύ γρηγορότερους ρυθμούς σε συμβάντα. Εκτός όμως από τον όγκο των δεδομένων και την ταχύτητα μετάδοσης τους, μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι και ο τρόπος βέλτιστης αξιοποίησης τους. Να έχουμε δηλαδή τη δυνατότητα να ξεχωρίζουμε τις χρήσιμες πληροφορίες από αυτές που δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Και σε αυτό το σημείο η τεχνολογία έχει να προσφέρει σημαντικές λύσεις. Η εμφάνιση των συστημάτων PSIM (PhysicalSecurityInformationSystem) μπορεί να δώσει μια σημαντική βοήθεια στην αξιοποίηση όλων αυτών των αναρίθμητων πληροφοριών.
Η πρόκληση λοιπόν για την επιτυχημένη συνεργασία του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε ότι έχει να κάνει με την συλλογή πληροφοριών κρίσιμων για την ασφάλεια των σύγχρονων αστικών κέντρων έχει δύο βασικές πτυχές. Η πρώτη έχει να κάνει με τον τρόπο υλοποίησης όλου αυτού του εγχειρήματος και η δεύτερη με τον τρόπο αξιοποίησης των δεδομένων που θα συλλέγονται από τις εγκατεστημένες κάμερες.
Μια τέτοια σύμπραξη αν είναι πετυχημένη, θα έχει οφέλη για όλους τους εμπλεκόμενους. Θα αναβαθμιστεί μεν η ασφάλεια των αστικών κέντρων, κάτι που αποτελεί το μεγάλο στοίχημα των επόμενων ετών για τις κρατικές υπηρεσίας ασφάλειας, ενώ από αυτήν την εξέλιξη θα επωφεληθούν σημαντικά και οι ιδιωτικοί οργανισμοί, καθώς θα μπορέσουν να πετύχουν μεγαλύτερα επίπεδα ασφάλειας τόσο για το προσωπικό τους αλλά και για τις εγκαταστάσεις τους. Υπάρχουν όμως και άλλοι τομείς και εφαρμογές κατά τους οποίους η σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα έχει αποδείξει ότι μπορεί πραγματικά να ενισχύει την αποτελεσματικότητα της ασφάλειας, όπως θα δούμε και στα παρακάτω παραδείγματα.
Maritime Security
Η πειρατεία των εμπορικών πλοίων είναι ένα φαινόμενο διαχρονικό που "ανθούσε" τους προηγούμενους αιώνες αλλά και σήμερα παραμένει ένα ιδιαίτερα σημαντικό πρόβλημα με παγκόσμια απήχηση. Οι ναυτιλιακές εταιρείες, που φημίζονται άλλωστε για τα γενικότερα καλά αντανακλαστικά τους και την ευελιξία αποφάσεων όταν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα, ενεργοποίησαν τα προηγούμενα χρόνια εσωτερικούς μηχανισμούς με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Όλοι φυσικά γνωρίζουμε ότι εδώ και αρκετά χρόνια έχει ξεκινήσει η αξιοποίηση ένοπλων ιδιωτών φρουρών των οποίων ο ρόλος είναι η προστασία των εμπορικών πλοίων από πιθανές πειρατικές επιθέσεις.
Παράλληλα, τόσο σε διεθνές επίπεδο οργανισμών και φορέων αλλά και σε επίπεδο κρατών έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες ενέργειες για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου θεσμικού πλαισίου μέσω του οποίου θα καθορίζεται η δυνατότητα άμυνας των εμπορικών πλοίων όταν αυτά δέχονται πειρατικές επιθέσεις. Ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός (Ι.Μ.Ο) έχει εκδώσει τις «Βέλτιστες Πρακτικές Διαχείρισης (Best Management Practices, BMP)» οι οποίες περιγράφουν όλα τα θέματα που προκύπτουν για την αντιμετώπιση παρόμοιων περιστατικών. Ενώ και η Ελλάδα υποστηρίζει την εφαρμογή αυτών των οδηγιών. Οπότε μια νέα αγορά έχει ανοιχτεί εδώ και χρόνια καθώς όλο και περισσότερες ναυτιλιακές εταιρείες στρέφονται προς την χρήση ιδιωτικών φρουρών προκειμένου να διασφαλίζουν τα πληρώματα τους, τα πλοία τους αλλά και τα εμπορεύματα που μεταφέρουν. Συμπερασματικά, η διεθνής κοινότητα δημιούργησε το θεσμικό πλαίσιο και οι ιδιωτικοί οργανισμοί το υλοποίησαν.
Διαχείριση του μεταναστατευτικού ζητήματος
Η κρίση στην ελληνική οικονομία μπορεί να κυριάρχησε φέτος στην επικαιρότητα. Αλλά μόλις οι προβολείς της δημοσιότητας απομακρύνθηκαν για λίγο από τα οικονομικά δρώμενα μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών, αμέσως ήρθε στην επιφάνεια το άλλο ιδιαίτερα σημαντικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η παγκόσμια κοινότητα και έχει σοβαρές επιπτώσεις και στη χώρα μας. Η εμφάνιση του ISIS, ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία και η ρευστή κατάσταση γενικότερα στον χώρο της Μέσης Ανατολής και σε άλλες Ασιατικές χώρες, έχει προκαλέσει ένα τεράστιο κύμα προσφύγων και μεταναστών που αναζητούν σε χώρες της Ευρώπης ένα νέο σπίτι.
Η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες που επιβαρύνθηκαν πρώτες αυτό το προσφυγικό και μεταναστευτικό κύμα. Δεν είναι δύσκολο λοιπόν για κάποιον, να αντιληφθεί το πόσο δύσκολο είναι για ένα κράτος με τόσο οξυμένα οικονομικά προβλήματα, με γραφειοκρατικές δομές, αλλά και δεσμεύσεις που υπάρχουν από τις ευρωπαϊκές συνθήκες να διαχειριστεί αποτελεσματικά τις απαιτήσεις που προκύπτουν από αυτή την όξυνση του μεταναστευτικού προβλήματος.
Η δημιουργία των κέντρων κράτησης μεταναστών ή των μεταγενέστερων ανοιχτών κέντρων φιλοξενίας μεταναστών, ήταν μια επιτακτική ανάγκη. Σε κάποια φάση η φύλαξη αυτών των χώρων δόθηκε σε ορισμένες περιπτώσεις σε ιδιωτικές εταιρείες security, προκειμένου να απαλλαχτούν οι αστυνομικές δυνάμεις και από αυτά τα καθήκοντα. Σε δεύτερη φάση, εξετάζεται – κυρίως σε Ευρωπαϊκό επίπεδο – η παραχώρηση εξολοκλήρου σε ιδιώτες της δυνατότητας δημιουργίας αυτών των χώρων προκειμένου να απαλλαχτεί ο δημόσιος τομέας από το έργο κατασκευής και λειτουργίας αυτών (http://en.closethecamps.org/2014/12/18/privatisation-of-camps-management/).
Πρόκειται φυσικά για ένα έργο που απαιτεί αρκετούς ανθρώπινους πόρους, αυστηρά χρονοδιαγράμματα και αποτελεσματικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς, στοιχεία στα οποία όπως γνωρίζουμε υπερτερεί συνήθως ο ιδιωτικός τομέας, αρκεί φυσικά να τηρούνται όλες οι προδιαγραφές κάτι το οποίο εξασφαλίζεται από την σωστή κρατική εποπτεία.
Διαχείριση ποινικών κρατουμένων
Μια ακόμα μεγάλη πρόκληση είναι οι απαιτήσεις διαχείρισης κρατούμενων και καταδικασμένων ποινικά για παράνομες πράξεις.. Πριν από λίγα χρόνια, μια οποιαδήποτε συζήτηση για την ύπαρξη ιδιωτικών φυλακών, θα σήκωνε τεράστια κύματα αντιδράσεων. Στην Ελλάδα φυσικά ακόμα μια τέτοιου είδους συζήτηση ούτε καν έχει αρχίσει. Στο εξωτερικό όμως η "ιδιωτικοποίηση" του σωφρονιστικού συστήματος έχει ξεκινήσει. Αμερική, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και Μεγάλη Βρετανία είναι οι κύριοι εκπρόσωποι αυτής της τάσης. Πολλά και εύλογα τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών. Των υποστηριχτών και αυτών που αντιτίθενται. Η μόνη λύση είναι ο ουσιαστικός διάλογος προκειμένου να βρεθεί η βέλτιστη λύση ανάλογα με τις συνθήκες της κάθε εποχής. Αυτό όμως που σίγουρα είναι απαράδεκτο και δεν μπορεί να συνεχίζεται σε πολιτισμένες χώρες, είναι η υφιστάμενη κατάσταση στα σωφρονιστικά καταστήματα πολλών χωρών – της Ελλάδας μη εξαιρούμενης – η οποία μόνο στο σωφρονισμό και στην επανένταξη στην κοινωνία των κρατουμένων δεν οδηγεί αλλά συνήθως αποτελεί αιτία για ακόμα μεγαλύτερη στροφή στην παραβατικότητα. Ούτε φυσικά είναι λύση η αποσυμφόρηση των φυλακών με ανεξέλεγκτη αποφυλάκιση κρατουμένων που είναι πολύ πιθανόν να αποτελούν κίνδυνο για την κοινωνία.
Μια άλλη υπηρεσία που και αυτή σχετίζεται με τη διαχείριση κρατουμένων και έχει συμμετοχή ο ιδιωτικός τομέας, είναι το σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης κρατουμένων, τα γνωστά σε όλους μας βραχιολάκια. Η ανάπτυξη αυτών των συστημάτων και η διάθεση των απαραίτητων συσκευών αποτελεί μια σημαντική πρόκληση για τις ιδιωτικές εταιρείες που έχουν τεχνογνωσία σε αυτόν τον τομέα και μπορούν να δώσουν ολοκληρωμένες λύσεις οι οποίες θα βοηθήσουν στην αποσυμφόρηση των φυλακών κατά περίπτωση αλλά και στην βελτίωση της καθημερινότητας των κρατουμένων και των οικογενειών τους που θα μπορούν να κάνουν χρήση αυτής της υπηρεσίας.
Συμπεράσματα
Υπάρχουν φυσικά και άλλα παραδείγματα σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα ασφάλειας τα όποια εφαρμόζονται και στη χώρα μας με επιτυχία εδώ και πολλά χρόνια και τα όποια είναι ιδιαίτερα γνωστά. Αναφερόμαστε φυσικά σε έργα επανδρωμένων φυλάξεων σε κρίσιμες υποδομές όπως είναι πολλά Λιμάνια και Αεροδρόμια της χώρας. Υπάρχουν όμως και άλλοι χώροι που ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να συνεισφέρει βοηθώντας έτσι και τις κρατικές υπηρεσίες να κάνουν καλύτερη διαχείριση των πόρων τους σε ότι αφορά την προστασία των πολιτών.
Η διαχείριση της ασφάλειας λοιπόν αποτελεί μια κορυφαία ανάγκη για κάθε κοινωνία που θέλει να χαρακτηρίζεται ως πολιτισμένη. Το ερώτημα είναι κατά πόσο η σύμπραξη του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα μπορεί να εγγυηθεί την επίτευξη αυτού του σκοπού. Οι υποστηριχτές της συγκεκριμένης άποψης θεωρούν ότι μέσω της συνεργασίας θα εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα, η ευελιξία, η ταχύτητα και η μείωση του κόστους. Αυτοί που αντιτίθεται φοβούνται ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος της πλήρης και ασύδοτης ιδιωτικοποίησης με κίνδυνο για τη διαφύλαξη των προσωπικών δεδομένων που μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις όπως αυτές που περιγράφει ο Τζ. Οργουελ στο περίφημο βιβλίο του με τίτλο 1984.
Η απάντηση όπως συνήθως σε όλα τα προβλήματα βρίσκεται κάπου στην μέση. Ένα υβριδικό μοντέλο όπου το κράτος θα διατηρήσει τον σχεδιασμό και την υλοποίηση των σημαντικών τομέων ασφάλειας, ενώ ο ιδιωτικός τομέας υπό τον έλεγχο θεσμικού πλαισίου θα συνεισφέρει στην ανάπτυξη πολλών βασικών έργων ασφάλειας είναι ένα μοντέλο το οποίο μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά έχοντας ως βασική προϋπόθεση για αύτη τη συνεργασία, την εκατέρωθεν εμπιστοσύνη.