Ψευδοσυναγερμοί: Αίτια, επιπτώσεις και τρόποι αντιμετώπισης
Η βελτιστοποίηση των συστημάτων συναγερμού και η ολοένα μεγαλύτερη εξοικείωση των χρηστών, έχουν επιφέρει σημαντική μείωση του φαινομένου των ψευδοσυναγερμών. Παρ όλα αυτά, το συγκεκριμένο φαινόμενο παραμένει μια κρίσιμη παράμετρος λειτουργίας των συστημάτων ασφαλείας, με σημαντικές επιπτώσεις. Με τη λέξη «ψευδοσυναγερμός» αναφερόμαστε σε κάθε σήμα συναγερμού που λαμβάνεται από τις αισθητήριες συσκευές ενός συστήματος ασφαλείας, αλλά δεν αποτελεί παραβίαση του προστατευόμενου χώρου στην πραγματικότητα. Βασιζόμενοι στην εικοσαετή εμπειρία μας στη λήψη και διαχείριση σημάτων συστημάτων ασφαλείας, είμαστε σε θέση να οριοθετήσουμε το θέμα με αριθμούς.
Η κυρία Ρεκουνιώτη, που είναι προϊσταμένη του κεντρικού μας σταθμού και έκανε μια σύντομη αλλά περιεκτική στατιστική ανάλυση στα δεδομένα που καταγράφουμε, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Καθημερινά, μετρούνται κατά μέσο όρο 4 χειριστικά λάθη για κάθε χίλια συστήματα. Σαν νούμερο ακούγεται μικρό.
Όταν όμως σε ένα κέντρο λήψης σημάτων όπως η SPARTAN, εξυπηρετούνται δεκάδες χιλιάδες συνδρομητές, ο αριθμός αυτός πολλαπλασιάζεται. Θέλω να σας διευκρινίσω πως το νούμερο 4 αναφέρεται μοναχά σε ψευδοσυναγερμούς με υπαιτιότητα του χρήστη και όχι στους άλλους παράγοντες που τους προκαλούν. Εργάζομαι σε αυτή τη θέση δέκα χρόνια και έχω παρατηρήσει πως τα χειριστικά λάθη είναι επαναλαμβανόμενα και οφείλονται στον άνθρωπο και στην αμέλειά του. Οι υπόλοιποι ψευδοσυναγερμοί οφείλονται στην αμέλεια των συνδρομητών και στις καιρικές συνθήκες».
Συγκριτικά πάντως με τα προηγούμενα χρόνια, οι ψευδοσυναγερμοί έχουν μια καθοδική τάση. Αυτό οφείλεται στη βελτίωση των χαρακτηριστικών των χρησιμοποιούμενων συσκευών, στην άριστη τοποθέτησή τους από τους εγκαταστάτες, καθώς και στην εκπαίδευση των χρηστών. Είναι αδύνατο να ισχυριστούμε πως οι συναγερμοί από μη αληθινά αίτια μπορούν να μηδενιστούν, είναι όμως απαραίτητο να φωτίσουμε ένα θέμα, το οποίο «ταλαιπωρεί» όλους τους άμεσα εμπλεκόμενους του κλάδου.
Ποιες αιτίες τους προκαλούν;
Η συνηθέστερη αιτία πρόκλησης ενός ψευδοσυναγερμού είναι το χειριστικό λάθος που κάνει ένας χρήστης. Εκτός από το λάθος, υπάρχουν συναγερμοί που οφείλονται στη διέγερση αισθητήριων συσκευών από εξωτερικά αίτια, χωρίς να υπάρχει παραβίαση του προστατευόμενου χώρου, ένα σήμα συναγερμού μπορεί να προκληθεί από ατελή ή προβληματική επικοινωνία των αισθητήριων συσκευών με τον κεντρικό πίνακα. Κάθε σήμα συναγερμού που μεταδίδει ένα σύστημα ασφαλείας, είναι υπαρκτό, έχει δηλαδή προηγηθεί η διέγερση μιας αισθητήριας συσκευής. Δεν σημαίνει απαραίτητα την ύπαρξη αιτιατού.
Στον ανθρώπινο παράγοντα, λοιπόν, οφείλονται τα περισσότερα «μη πραγματικά» σήματα. Οι χρήστες συνήθως εισάγουν λάθος κωδικό, οπλίζουν με ανοιχτές ζώνες, οπλίζουν υποσυστήματα στα οποία όμως υπάρχουν άλλοι άνθρωποι. Ανθρώπινος παράγοντας, όμως, είναι και ο εγκαταστάτης, ο οποίος τις περισσότερες φορές φέρει μερίδιο ευθύνης αλλά και το σταυρό του μαρτυρίου. Το περίπλοκο ζήτημα εγκατάστασης συστήματος συναγερμού εξαρτάται από την ύπαρξη ή όχι μιας εμπεριστατωμένης μελέτης, από το διαθέσιμο χρόνο για την ολοκλήρωση και εφαρμογή της και οπωσδήποτε από τις επιλογές του ιδιοκτήτη (πελάτη). Οι άστοχες και πρόχειρες εγκαταστάσεις προκαλούν false alarm. Στις περισσότερες περιπτώσεις, βέβαια, οι αδύναμες επιλογές εξοπλισμού και κάποιες κακοτεχνίες, ηθικά, οφείλονται στον ιδιοκτήτη. Η επιθυμία των πελατών για μείωση κόστους και χρόνου είναι διαρκής και αυτό έχει πολλαπλές συνέπειες.
Περιορισμό του κόστους χονδρικής, του κόστους αγοράς, επιθυμούν από την πλευρά τους και οι εγκαταστάτες, καθώς η επιλογή των προτεινόμενων υλικών είναι και δική τους αρμοδιότητα. Από τις αρκετές, ομολογουμένως, διαθέσιμες λύσεις που υπάρχουν, όλες οι πλευρές αναζητούν αυτήν με την καλύτερη σχέση κόστους – οφέλους. Η έκρηξη της κινεζικής βιομηχανίας συνέβαλε με ποικίλους τρόπους, θετικούς και μη, στη διαμόρφωση του σημερινού τοπίου στην αγορά των συσκευών.
Ποιες οι επιπτώσεις από τους ψευδοσυναγερμούς ;
Α) Για το χρήστη – καταναλωτή
Οι επιπτώσεις επηρεάζουν σε πολλαπλά επίπεδα τον καταναλωτή, με κυριότερα αυτά της εμπιστοσύνης του στο σύστημα ασφαλείας που ήδη διαθέτει, αλλά και στην εμπειρία που μεταδίδει στους γνωστούς του, από την απόκτηση του συστήματος. Τα συχνά και επαναλαμβανόμενα περιστατικά ψευδοσυναγερμών, κλονίζουν την εμπιστοσύνη του ιδιοκτήτη στο μηχάνημα και μερικές φορές απαξιώνουν τη χρήση του. Ένας μη πραγματικός συναγερμός δεν αποτελεί βλάβη του συστήματος, έτσι όμως αντιμετωπίζεται από τους καταναλωτές. Παράλληλα, αυξάνεται το κόστος του τηλεφωνικού λογαριασμού.
Β) Για την εταιρεία εγκατάστασης ή παροχής υπηρεσίας του κέντρου λήψης σημάτων
Το κέντρο λήψης σημάτων σαν επιχείρηση έχει υπολογίσιμο οικονομικό κόστος, καθώς όλα τα λαμβανόμενα σήματα αξιοποιούνται με αμεσότητα. Ακόμα και αν η «ακτινογραφία» ενός σήματος συναγερμού δείχνει πως δεν πρόκειται για είσοδο διαρρήκτη, υποχρέωση του χειριστή είναι να επικοινωνήσει με τον προστατευόμενο χώρο και να ενημερώσει τον εξουσιοδοτημένο άνθρωπο για τα σήματα που λαμβάνει. Είναι γνωστό πως ο φόρτος εργασίας ενός κεντρικού σταθμού εντοπίζεται τις πρωινές ώρες, κατά τις οποίες αφοπλίζουν συστήματα σε επαγγελματικά κτίρια και οπλίζουν σε κατοικίες.
Η σημαντικότερη επίπτωση όμως, δεν είναι η οικονομική. Η υπομονή του χειριστή κέντρου λήψης σημάτων δοκιμάζεται, καθώς οι επαναλαμβανόμενες ενέργειες έχουν σαν συνέπεια τη δημιουργία εργασιακής ρουτίνας. Σίγουρα, όταν σε έναν κεντρικό σταθμό με εκατοντάδες εισερχόμενες πληροφορίες ανά δευτερόλεπτο, εμφανίζονται και ψευδοσυναγερμοί, ελλοχεύει η πιθανότητα καθυστέρησης αξιοποίησης ενός πραγματικού σήματος. Η εσωτερική οργάνωση, το λογισμικό λειτουργικό σύστημα και το υψηλό ηθικό των χειριστών στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα ευθύνης, όμως, μάχονται με την καθημερινότητα και αποδίδουν ταχύτατα σε όλες τις περιπτώσεις. Η εμπειρία ενός χειριστή μπορεί να αποσοβήσει το άσκοπο τηλεφώνημα στην ¶μεσο Δράση. Η εκπαιδευτική διαδικασία του κέντρου λήψης σημάτων, είναι καθοριστικής σημασίας για την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Η επιχείρηση η οποία έχει πραγματοποιήσει την εγκατάσταση του συστήματος, έχει αναπόφευκτα την ευθύνη για αποκατάσταση της «βλάβης». Αυτή η εργασία γίνεται όλο και δυσκολότερη χρονικά, όσο μεγαλώνει το πελατολόγιο. Η υψηλή ζήτηση των συστημάτων ασφαλείας συμβάλλει στη δημιουργία επιφορτισμένου προγράμματος εγκαταστάσεων, οπότε παραμερίζονται οι διορθωτικές επεμβάσεις για αποκαταστάσεις των δυσλειτουργιών. Αυτό συμβάλλει στη διαιώνιση του φαινομένου και στην ενόχληση των καταναλωτών. Η επαγγελματική ευσυνειδησία πρέπει να υπερνικά τις δυσκολίες, πράγμα που είναι ολοένα και πιο δύσκολο στους καιρούς μας.
Γ) Για την αστυνομία
Τελικός αποδέκτης των κλήσεων που οφείλονται σε ψευδοσυναγερμούς και οι οποίοι δεν είναι χειριστικά λάθη ή τεχνικές παραβλέψεις, είναι η υπηρεσία της ¶μεσης Δράσης της Ελληνικής Αστυνομίας. Οι κλήσεις προς το τηλεφωνικό κέντρο του «100» είναι χιλιάδες και αρκετές από αυτές οφείλονται σε ψευδοσυναγερμούς. Εκτός λοιπόν από το να επιληφθεί σε κλήσεις χωρίς ουσία ή σε ζητήματα εκτός αρμοδιοτήτων της, η Α.Δ. στέλνει πλήρωμα για έλεγχο μετά από λανθασμένο σήμα συναγερμού. Το κέντρο λήψης σημάτων που συνεργάζεται στενά με την ΕΛ.ΑΣ., έχει την υποχρέωση μεταβίβασης της πληροφορίας, ακόμα και αν δεν είναι απόλυτα διαπιστευμένη η διάρρηξη. Βέβαια, πάντοτε προηγείται τηλεφωνική επικοινωνία με το συνδρομητή και με τον προστατευόμενο χώρο και γι’ αυτό ο έλεγχος που πραγματοποιεί το Κ.Λ.Σ. μειώνει θεαματικά τις εξερχόμενες κλήσεις προς το 100. Σίγουρα, η Αστυνομία επιφορτίζεται με τον έλεγχο πολλών συμβάντων, τα οποία καταναλώνουν τους πόρους της. Η απονομή προτεραιοτήτων γίνεται με σοβαρότητα από τους αξιωματικούς της και σας διαβεβαιώνω πως όλες οι κλήσεις για συναγερμούς εξακριβώνονται με τον ταχύτερο τρόπο.
Εύλογη και δικαιολογημένη ήταν η ενόχληση αξιωματικών της Αμέσου Δράσεως, όταν σε δημόσιο κτίριο της Αθήνας, καθημερινά, γύρω στις 06.00, πριν ανοίξουν οι πόρτες για το κοινό, λαμβάναμε σήμα χρήσης μπουτόν απειλής από το ταμείο της υπηρεσίας. Μία αυστηρή σύσταση στην καθαρίστρια για προσεκτικότερο σφουγγάρισμα, σταμάτησε το πάτημα του ποδόπληκτρου συναγερμού με την σφουγγαρίστρα, κατά τη διάρκεια της πρωινής καθαριότητας. Αυτό είναι ένα από τα δεκάδες παραδείγματα που συμβαίνουν τακτικά.
Πώς θα τους αποτρέψουμε ή θα τους μειώσουμε
Η αποτροπή των ψευδοσυναγερμών είναι ένα δυσεπίλυτο θέμα, το οποίο όμως αντιμετωπίζεται εάν γίνουν κατάλληλες ενέργειες σε δύο επίπεδα: το κατασταλτικό και το προληπτικό. Σε κατασταλτικό επίπεδο πρέπει να αντιμετωπιστούν τα χειριστικά λάθη. Ένας επαναλαμβανόμενος κακός χειρισμός μπορεί να αποφευχθεί με διορθωτική παρέμβαση του εγκαταστάτη. Για παράδειγμα, ο μικρός χρόνος εισόδου αυξάνεται με προγραμματισμό ή με τοποθέτηση των συσκευών χειρισμού σε άλλο σημείο, πιο εξυπηρετικό για τους χρήστες. Ένα τηλεχειριστήριο χωρίς επικοινωνία με τον αντίστοιχο δέκτη του, δεν αφοπλίζει το σύστημα, οπότε έχουμε ψευδοσυναγερμό. Σε αυτήν την περίπτωση πρέπει να βελτιωθεί και να διασφαλιστεί η συνεχής και αποτελεσματική ζεύξη συστημάτων τηλεχειρισμού (πομπού – δέκτη).
Στην έννοια της πρόληψης περιλαμβάνονται: η παράδοση λειτουργίας, η μελέτη και η τελική επιλογή των συσκευών. Η εκτενής παράδοση λειτουργίας του συστήματος είναι καθοριστική, για την αποφυγή χειριστικών λαθών και την εξοικείωση του χρήστη με τη φιλοσοφία των συστημάτων. Ο master user ενός συστήματος ασφαλείας πρέπει να γνωρίζει όλες εκείνες τις χειριστικές λεπτομέρειες, που θα πρέπει να μεταφέρει σε όλους τους χρήστες. Μόνος αρμόδιος για την εκπαίδευση του master user είναι ο εγκαταστάτης.
Η παράδοση λειτουργίας γίνεται συνήθως στο τέλος μιας ημέρας, η οποία μπορεί να ήταν αρκετά κουραστική. Δυστυχώς, στη δουλειά μας που είναι αρκετά δύσκολη, απαιτείται μεγάλη αφοσίωση και στο θεωρητικό και στο πρακτικό κομμάτι του έργου. Σε μη καλωδιωμένα διαμερίσματα, οι αντιξοότητες είναι πολλές. Ολοκληρώνοντας το τεχνικό μέρος, ξεκινά το προγραμματιστικό και καταλήγουμε στην παράδοση λειτουργίας. Οι καταναλωτές – πελάτες συνήθως βιάζονται και πιέζουν για μικρότερους χρόνους. Το μυαλό και το σώμα στο τέλος της ημέρας κουράζονται, οπότε, τόσο ο εγκαταστάτης όσο και ο νέος ιδιοκτήτης του συστήματος, δεν μπορούν να δώσουν και να λάβουν την απαιτούμενη προσοχή. Αυτό συνεπάγεται συνοπτικές διαδικασίες επεξήγησης, βιαστικές δοκιμές εισόδου, εξόδου, παράλειψη σημαντικών επισημάνσεων. Η εμπειρία μας διδάσκει πως ο χρόνος παράδοσης και επεξήγησης της χρήσης ενός συστήματος, είναι αντιστρόφως ανάλογος του αριθμού των επιδιορθωτικών επισκέψεων και των τηλεφωνημάτων που θα ακολουθήσουν την εγκατάστασή του. Αρκετές φορές, τεχνικές δυσκολίες στα περάσματα των καλωδίων επηρεάζουν την εγκατάσταση ενός συστήματος. Κατάληξη σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η τοποθέτηση αισθητηρίων συσκευών σε σημεία που εξυπηρετούν την καλωδίωση, αλλά προκαλούν ψευδοσυναγερμούς. Οι ακτίνες του ήλιου, ένα κλιματιστικό ή θερμαντικό σώμα, η κακή ρύθμιση ενός εξωτερικού ανιχνευτή κίνησης, σκόνη και συσσωρευμένη βρωμιά στην επιφάνεια συσκευών, μια ακατάλληλη μαγνητική επαφή, δημιουργούν εσφαλμένα σήματα. ¶λλες φορές, η προεγκατεστημένη καλωδίωση είναι σε ακατάλληλα σημεία, οπότε και μοιραία έχουμε λανθασμένες ανιχνεύσεις.
Μεγάλη ευθύνη έχουν και οι πελάτες όταν οπλίζουν το σύστημα με ανοιχτές ζώνες περιμέτρου, και για αισθητικούς λόγους αρνούνται την εγκατάσταση μαγνητικών επαφών, καθώς και επειδή τείνουν να προτιμούν τις φθηνότερες λύσεις. Επίσης, ολοκληρωτική ευθύνη φέρουν όταν παρά τις συστάσεις για τη χρήση ενός συστήματος, επιμένουν να απλώνουν ρούχα, να τοποθετούν γλάστρες ή να κινούνται με το σύστημα ενεργοποιημένο σε προστατευόμενους χώρους.
Μια κακή επιλογή συσκευής μπορεί να διορθωθεί επιλέγοντας την ενδεδειγμένη, οπότε και μειώνονται οι συναγερμοί που η συσκευή προκαλούσε. Η ορθή απόφαση για χρήση υλικών και η επιλογή των σημείων εγκατάστασής τους, είναι κρίσιμο ζήτημα. Τεχνολογικά έχουμε στην διάθεσή μας πολλές λύσεις σε ζητήματα ανίχνευσης : διπλοί τρόποι λειτουργίας, διπλές αισθητήριες συσκευές, διαφορετικές μορφές ανίχνευσης, δέσμες ρυθμιζόμενου ύψους, εξωτερικοί ανιχνευτές κίνησης με ρυθμιζόμενη ευαισθησία. Ο εγκαταστάτης οφείλει να ενημερώνεται για τις διαθέσιμες συσκευές και τις δυνατότητές τους. Η εκτενής μελέτη εφαρμογής, η αναλυτική περιπτωσιολογία, η αποκτηθείσα εμπειρία από το πέρασμα του χρόνου και την αντιμετώπιση ζητημάτων τεχνικής φύσης, είναι απαραίτητες. Οι υπέρυθρες δέσμες, για παράδειγμα, έχουν συγκριτικά μεγαλύτερη αξιοπιστία από ανιχνευτές κίνησης, όταν πρόκειται για εξωτερικούς χώρους στους οποίους ενδεχομένως να κινηθούν ζώα.
Οι καταναλωτές που παίρνουν και την τελική απόφαση, επιθυμούν να ξοδέψουν όσο λιγότερα χρήματα γίνεται. Αυτή η εμμονή στη μείωση των εξόδων, αναπόφευκτα θυσιάζει την ποιότητα στο βωμό του χαμηλού κόστους. Πώς είναι δυνατόν η εγκατάσταση να ολοκληρωθεί γρήγορα για να πετύχουμε χαμηλά εργατικά κόστη; Πώς είναι δυνατό δύο μηχανήματα με παρόμοιες προδιαγραφές να έχουν τόσο σημαντική διαφορά στο κόστος;
Μόνον ένας εγκαταστάτης με πλούσια εμπειρία μπορεί να ολοκληρώσει σε σύντομο χρονικό διάστημα τις ρυθμίσεις και τον προγραμματισμό ενός συστήματος, χωρίς λάθη και παραλείψεις. Δεν γίνεται ένας νέος τεχνικός να έχει την ικανότητα ώστε να τελειώσει στον ίδιο χρόνο μία εγκατάσταση, διότι δεν έχει την απαιτούμενη εμπειρία. Λογικά λοιπόν, ένας πεπειραμένος ηλεκτρονικός θα αξιώνει και την ανάλογη αμοιβή. Η πίεση για «πιο γρήγορα – πιο φθηνά» είναι μια πολύ σοβαρή αιτία, που προκαλεί το φαινόμενο το οποίο αναλύουμε σήμερα. Οι καταναλωτές πρέπει να γνωρίζουν τις διαθέσιμες επιλογές τους και τα οφέλη ή τα προβλήματα που αυτές θα δημιουργήσουν. Πρέπει πάντα να τους προσφέρουμε δύο εναλλακτικές λύσεις, επισημαίνοντας το προτέρημα της κάθε μιας: χαμηλό κόστος ή αξιοπιστία. Η ενημέρωση του καταναλωτή – πελάτη δεν μπορεί να γίνεται από κάποιον άλλο, παρά μόνο από τον εγκαταστάτη του. Αποφεύγουμε τις κακοτοπιές, επιλέγοντας το ενδεδειγμένο προϊόν.
Όταν η επιλογή των υλικών γίνεται από εμάς, πρέπει να θυμόμαστε πως το υψηλό κέρδος που δημιουργεί η αγορά μιας «φθηνής» συσκευής, εκμηδενίζεται ή και αντιστρέφεται από την απώλεια της εμπιστοσύνης και τη δυσαρέσκεια ενός πελάτη μας. Ένας ενοχλημένος καταναλωτής θα μιλήσει σε εκατό άλλους για τα παράπονά του, ενώ ένας ενθουσιασμένος θα φέρει δέκα συστάσεις. Ένας δυσαρεστημένος πελάτης θα αποτρέψει από την εγκατάσταση συστήματος, όλους τους φίλους και γνωστούς του. Επίσης ξέρουμε ότι ένα φθηνό υλικό θα μας γυρίσει ξανά και ξανά στην εγκατάσταση, για να αποκαταστήσουμε τη δυσλειτουργία.
Η ενεργοποίηση του κυκλώματος τηλεόρασης και η σύνδεση με τον προστατευόμενο χώρο είναι καθοριστική, αφού ο χειριστής του κέντρου λήψης σημάτων και εικόνας αποκτά οπτική επαφή και διαπιστώνει «ιδίοις όμμασι» τα συμβάντα. Έτσι ελέγχεται άμεσα και αποτελεσματικά η προέλευση του σήματος συναγερμού και καθορίζονται οι επόμενες ενέργειες, ουσιαστικά κατά την εξέλιξη του περιστατικού. Είναι η πιο δραστική μέθοδος ελέγχου των συμβάντων.
Η ευθύνη των εταιρειών και καταναλωτών
Οι εταιρείες εισαγωγής και παραγωγής, λοιπόν, πρέπει να ενημερώνουν τους εγκαταστάτες – πελάτες τους για την κυκλοφορία νέων συσκευών με βελτιωμένες δυνατότητες, με εξειδικευμένα χαρακτηριστικά, καθώς και για τις ρυθμίσεις των παραμέτρων που ελαττώνουν τους ψευδοσυναγερμούς. Οι εγκαταστάτες οφείλουν να εφαρμόζουν πιστά τις οδηγίες εγκατάστασης των συσκευών και να είναι θετικοί στις εξελίξεις της τεχνολογίας. Καλό είναι, αφού παρακολουθούν τα τεχνικά σεμινάρια που προσφέρουν οι αντιπρόσωποι, να ελέγχουν τις δυνατότητες κάθε μηχανήματος στο εργαστήριό τους, στο λεγόμενο «πάγκο», οι ίδιοι.
Οι καταναλωτές, πάλι, πρέπει να μην κρίνουν με μοναδικό κριτήριο την οικονομία. Στο βωμό του χαμηλού κόστους, θυσιάζεται η αξιοπιστία του συστήματος ασφαλείας και η φήμη μας.
Σε αυτό το σημείο κρίνω πως πρέπει να ελεγχθεί με σοβαρότητα η είσοδος νέων εγκαταστατών στον κλάδο. Στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, οι εγκαταστάτες, καταβάλλοντας προσπάθειες συμβάλλουν ουσιαστικά στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου της ελληνικής οικογένειας, προστατεύοντας ζωές και περιουσίες, προστατεύοντας την εστία. Είναι αδιανόητο να μην μπορεί να ελεγχθεί από κανέναν η κατάρτιση και η εμπειρία ενός εγκαταστάτη συστημάτων ασφαλείας.
Επειδή η αγορά του security μεγεθύνεται παγκοσμίως, όλο και περισσότεροι θα συρρέουν για να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία. Πώς είναι δυνατό να μη «σφίγγουν τα λουριά» στον κλάδο μας, αλλά αντίθετα να χαλαρώνουν, επιτρέποντας σε όλους, ηλεκτρονικούς και μη, να εγκαθιστούν εξειδικευμένα συστήματα; Αν και καθυστερημένα, οι σχέσεις των εγκαταστατών με τον ΣΕΕΑ επιβάλλεται να δυναμώσουν και να πυκνώσουν. Ένας ισχυρός σύλλογος, μπορεί και πρέπει να δώσει μάχες για τα συμφέροντα του κλάδου και των καταναλωτών. Δυστυχώς, ή έλλειψη μελών αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη του συλλόγου μας. Η προσωπική ευθύνη όλων μας για τον αποδυναμωμένο σύνδεσμο, είναι μεγάλη.