Προστασία εγκαταστάσεων πολλαπλών σημείων: “Η ισχύς εν τη ενώσει”
Όσο αυξάνεται ο αριθμός των διαφορετικών εγκαταστάσεων ενός Οργανισμού ή μιας επιχείρησης που καλούμαστε να διαχειριστούμε, τόσο αυξάνεται και ο βαθμός πολυπλοκότητας της συνολικής πλατφόρμας ασφάλειας. Τι πρέπει λοιπόν να προσέχουμε και πώς υλοποιείται ένα αποτελεσματικό σχέδιο ασφάλειας σε αυτήν την περίπτωση;
Οι κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις στην ελληνική αλλά και παγκόσμια σκηνή, αλλάζουν όλους τους τομείς που έχουν σχέση με την επιχειρηματικότητα. H ασφάλεια συμπεριλαμβάνεται σε αυτούς. Όπως φαίνεται από τα σημερινά δεδομένα, ο δρόμος για την επιβίωση των επιχειρήσεων περνάει από την αύξηση των δραστηριοτήτων τους σε νέες αγορές. Κυρίως δε, σε αγορές του εξωτερικού. Αλλωστε πολλές ελληνικές επιχειρήσεις, ήδη πριν την κλιμάκωση της κρίσης, είχαν αντιληφθεί αυτά τα μηνύματα και είχαν στραφεί επεκτατικά ή είχαν μεταφέρει δραστηριότητές τους, κυρίως σε χώρες των Βαλκανίων ή της Ανατολικής Ευρώπης. Καθώς όμως οι επιχειρήσεις επεκτείνονται, οι υπεύθυνοι ασφαλείας έρχονται απέναντι σε νέες προκλήσεις. Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να προστατεύσουν τις διασκορπισμένες εγκαταστάσεις σε πολλαπλά σημεία και ποια βήματα οφείλουν να ακολουθήσουν…;
Αυτό το ερώτημα φυσικά δεν έχει ενδιαφέρον μόνο για τους υπεύθυνους ασφαλείας εκείνων των ελληνικών επιχειρήσεων που έχουν επεκτείνει τις δραστηριότητές τους εκτός της μάλλον ζοφερής ελληνικής πραγματικότητας. Αφορά και στις πάρα πολλές μικρές ή μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται μεν μέσα στην Ελληνική επικράτεια, αλλά οι εγκαταστάσεις τους δεν είναι συγκεντρωμένες σε ένα σημείο. Πολλές είναι και οι επιχειρήσεις που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία, όπως για παράδειγμα Τράπεζες, μικρά ή μεγάλα σούπερ-μάρκετ, αλυσίδες εμπορικών καταστημάτων, καφέ και εστιατόρια – και φυσικά βιομηχανίες με διασκορπισμένες παραγωγικές μονάδες, εταιρείες logistics με απομακρυσμένες αποθήκες και πολλές άλλες περιπτώσεις.
Ακόμα και επιχειρήσεις μικρότερου μεγέθους, που όμως μπορεί να έχουν κάποια διασπορά όσον αφορά στις εγκαταστάσεις τους (π.χ. εταιρείες με δύο ή τρία καταστήματα) έχουν κάθε λόγο να θέλουν να προστατεύσουν με αποτελεσματικότητα τους χώρους τους.
Οπότε η προστασία εγκαταστάσεων πολλαπλών σημείων είναι θέμα το οποίο αγγίζει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των ελληνικών επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από το μέγεθος και τις δραστηριότητές τους. Οι εμπλεκόμενοι σε αυτά τα έργα οφείλουν να ακολουθήσουν πέντε βασικά βήματα:
- Καταγραφή αναγκών
- Αναγνώριση κινδύνων
- Χάραξη Στρατηγικού Πλάνου
- Υλοποίηση
- Συνεχή παρακολούθηση του συστήματος & βελτίωση αδυναμιών
Καταγραφή
Στο αρχικό στάδιο της καταγραφής θα πρέπει να γίνει η προσεκτική καταγραφή όλων εκείνων των στοιχείων που θα αποτελέσουν το αντικείμενο της προστασίας. Είναι σημαντικό να είναι γνωστό και καταγεγραμμένο, ποιους (πρόσωπα) και τι (κτιριακές υποδομές, κινητός ή σταθερός εξοπλισμός) θα συμπεριλάβει το σχέδιο προστασίας:
- Ανθρώπους: Σε αυτούς συμπεριλαμβάνεται το σταθερό προσωπικό των εγκαταστάσεων, οι επισκέπτες, οι συνεργάτες και φυσικά οι πελάτες.
- Λειτουργίες: Θα πρέπει να καταγραφεί το σύνολο των λειτουργιών που έχει σχέση με τις καθημερινές δραστηριότητες της εγκατάστασης και μπορούν να αποτελέσουν ενδεχόμενη πηγή κινδύνου. Παραδείγματος χάρη, εξωτερικοί προμηθευτές οι οποίοι εισέρχονται στο χώρο των εγκατάστασεων με τα δικά τους οχήματα.
- Πληροφορίες: Αντικείμενο του σχέδιου προστασίας είναι φυσικά και οι επιχειρηματικές πληροφορίες που βρίσκονται μέσα στην εγκατάσταση. Αυτές μπορεί να είναι από μια παραγωγική διαδικασία της οποίας η τεχνολογία αποτελεί επιχειρηματικό μυστικό, μέχρι συμβάσεις ή φορολογικά έγγραφα.
- Αναγνώριση του γειτονικού περιβάλλοντος της εγκατάστασης: Πώς αλληλοεπηράζονται οι δραστηριότητες της εγκαταστασης με εκείνες των γειτονικών εγκαταστάσεων και πώς "τοποθετείται" η εγκατάσταση του Οργανισμού για τον οποίο υλοποιείται το σχέδιο προστασίας μέσα στη γενικότερη περιοχή.
Όλα τα παραπάνω πρέπει να καταγραφούν με πλήρη λεπτομέρεια πριν προχωρήσουμε στο επόμενο στάδιο. Κάθε παράλειψη μπορεί να είναι σημαντική, διότι μπορεί να οδηγήσει σε αστοχίες και ενδεχόμενα κενά ασφάλειας.
Το επόμενο βήμα είναι πλέον η αναγνώριση των πιθανών κινδύνων. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό στάδιο, διότι εδώ πλέον ασχολούμαστε με αυτόν καθαυτόν το σκοπό του σχέδιου προστασίας, που δεν είναι άλλος από την εξάλειψη των κινδύνων. Πώς μπορεί όμως να αντιμετωπιστεί επαρκώς ένας κίνδυνος, όταν δεν έχει αναγνωριστεί εγκαίρως;
Αναγνώριση κινδύνων
Μία από τις πιο σημαντικές υποχρεώσεις της ομάδας σχεδιασμού ενός αποτελεσματικού συστήματος προστασίας είναι να προσδιορίσει το στόχο. Αυτό στην πράξη σημαίνει την εύρεση εκείνων των σημείων και διαδικασιών, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο προστασίας και τα οποία θα συμπεριληφθούν στο σχέδιο ασφάλειας.
Ενας τρόπος για να βρεθούν αυτά τα σημεία είναι να γίνει μια ανάλυση κινδύνου (risk analysis) μέσω της οποίας θα εξεταστούν όλα τα σημεία των εγκαταστάσεων και θα βρεθεί ποια είναι τα πιο επιρρεπή σε πιθανά κενά ασφάλειας. Παράλληλα, με την πραγματοποίηση της μελέτης ανάλυσης κινδύνου μπορούν να αντληθούν και χρήσιμα συμπεράσματα από την εμπειρία που έχει αποκομισθεί σε άλλες εγκαταστάσεις και να διαπιστωθεί σε ποια θέματα αντιμετώπισαν τα σημαντικότερα προβλήματα. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνου μπορούν να συγκριθούν με τα αποτελέσματα των απαντήσεων, ώστε να αξιολογηθούν τα αποτελέσματα. Τα κοινά στοιχεία μεταξύ της ανάλυσης κινδύνου και των συμπερασμάτων που προέκυψαν από την αποκτηθείσα εμπειρία είναι εκείνα τα οποία και παρουσιάζουν το μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση κενών ασφάλειας και ως εκ τούτου θα πρέπει οπωσδήποτε να ενταχθούν στο σχέδιο ασφάλειας.
Χάραξη στρατηγικού πλάνου
Μετά από την καταγραφή των σημείων και την αξιολόγηση των κινδύνων, έρχεται το στάδιο της χάραξης ενός στρατηγικού πλάνου. Ουσιαστικά πρόκειται για τη μελέτη του τρόπου υλοποίησης του συστήματος ασφάλειας. Από αυτό το σημείο πλέον πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι πρόκειται για πολλαπλές εγκαταστάσεις. Δηλαδή οφείλουμε να σκεφτόμαστε και να σχεδιάζουμε χρησιμοποιώντας μια κεντρικοποιημένη προσέγγιση.
Συνηθισμένο ήταν το φαινόμενο μέχρι τώρα, σε κάθε διαφορετική εγκατάσταση ενός Οργανισμού να υπήρχε διαφορετική αντιμετώπιση όσον αφορά στην ανάπτυξη ενός συστήματος προστασίας. Μη συμβατά συστήματα, εφαρμογές με διαφορετικό τρόπο λειτουργίας και ανομοιογενείς διαδικασίες οδηγούσαν σε πλήρη αδυναμία ενός κεντρικού ελέγχου. Συχνά οι υπεύθυνοι κάθε εγκατάστασης προχωρούσαν σε ανάπτυξη ενός συστήματος και επιλογή προμηθευτών, χωρίς καν να συμβουλευθούν τα κεντρικά του Οργανισμού.
Σε έναν όμως σωστά δομημένο Οργανισμό, αυτό το φαινόμενο πρέπει να εκλείψει. Δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται, καθώς για να γίνει αυτό, θα πρέπει να αντιμετωπισθούν υφιστάμενες νοοτροπίες, πολύ καλά ριζωμένες στην εταιρική κουλτούρα, αλλά και να θιχτούν θέσεις και προνόμια. Είναι δύσκολο για κάποιον που μέχρι τώρα λειτουργούσε αυτόνομα, να μάθει να δίνει αναφορά σε μια Κεντρική Διεύθυνση.
Πρώτο βήμα λοιπόν για την αποτελεσματικότερη λειτουργία ενός σχεδίου ασφάλειας για πολλαπλές εγκαταστάσεις είναι η δημιουργία μιας Κεντρικής Διεύθυνσης. Δεν είναι ανάγκη να είναι επανδρωμένη από πολλά άτομα, πρέπει όμως να είναι αποτελεσματική. Σε αυτή θα αναφέρονται όλα τα τοπικά τμήματα ασφάλειας και αυτή θα είναι υπεύθυνη για τη χάραξη ενός ενιαίου πλάνου στρατηγικής για θέματα ασφάλειας, αλλά και την επιλογή του τρόπου με τον οποίο αυτό θα υλοποιηθεί.
Τα μέλη αυτής της κεντρικής ομάδας, αφού συγκεντρώσουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες από τις διάφορες εγκαταστάσεις θα προχωρήσουν στη δημιουργία ενός ενιαίου σχέδιου ασφαλείας, το οποίο φυσικά θα πρέπει να προσαρμόζεται στις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε εγκατάστασης.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα μέθοδος που ακολουθούν αρκετοί μελετητές είναι η δημιουργία ενός ιδανικού μοντέλου μιας εγκατάστασης και στη συνέχεια η σύγκριση αυτού το μοντέλου με την πραγματική κατάσταση. Κάθε διαφορά ανάμεσα στα δύο μοντέλα αντιπροσωπεύει μια ενέργεια που πρέπει να γίνει ώστε να αντιμετωπισθεί η συγκεκριμένη έλλειψη. Π.χ. το ιδεατό μοντέλο μιας εγκατάστασης απαιτεί πλήρη και δυνατό περιμετρικό φωτισμό. Σε μια εγκατάσταση απουσιάζει ή είναι ελλιπής ο φωτισμός. Μια ενέργεια λοιπόν θα είναι η ενίσχυση του εξωτερικού φωτισμού. Όλα αυτά θα πρέπει να καταγραφούν σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο και στη συνέχεια να ξεκινήσει η υλοποίησή τους.
Όμως πριν ξεκινήσει η υλοποίηση θα πρέπει η Κεντρική Διεύθυνση Ασφάλειας να προδιαγράψει σαφώς τα τεχνικά χαρακτηριστικά των συστημάτων ασφαλείας. Εξίσου σημαντικό με την υιοθέτηση ενός ομογενούς σχεδίου ασφάλειας είναι ο εξοπλισμός που θα κληθεί να υπηρετήσει αυτό το σχέδιο να είναι συμβατός – και το σπουδαιότερο, να είναι διαλειτουργικός. Δηλαδή τα διάφορα διασκορπισμένα συστήματα ασφάλειας να μπορούν να συνεργαστούν μεταξύ τους, αλλά και με το κεντρικό σημείο ελέγχου. Το μυστικό για αυτό είναι η δημιουργία ενιαίων προδιαγραφών. Όλα τα συστήματα οφείλουν να ακολουθούν ίδιες προδιαγραφές, για τη σύνταξη των οποίων να είναι υπεύθυνη η Κεντρική Διεύθυνση Ασφάλειας, όποια μορφή και μέγεθος έχει αυτή (είτε αποτελείται από ένα άτομο είτε είναι πολυμελής).
Εκτός από τη δημιουργία ομογενοποιημένων προδιαγραφών, άλλα δύο σημαντικά θέματα που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τη διαδικασία του σχεδιασμού, είναι τα ακόλουθα:
- Η δυνατότητα των συστημάτων να ανταποκριθούν σε απαιτήσεις που θα προκύψουν στο μέλλον. Το γνωστό και επονομαζόμενο future proofing.
- H χρήση συστημάτων Πληροφοριακών Συστημάτων Διαχείρισης της Φυσικής Ασφάλειας, αλλιώς PSIM (Physical Security Information Management).
Ισως είναι δύσκολο να προδιαγράψουμε ακριβώς ποιες είναι οι νέες απαιτήσεις που θα προκύψουν στο μέλλον. Ακριβώς όμως επειδή πλέον μιλάμε και για ένα μεγαλύτερο αριθμό εγκαταστάσεων είναι ακόμα πιο σημαντικό. Όπως αναφέραμε στην αρχή, η πιο βασική αρχή αποτελεσματικής προστασίας ενός πλήθους εγκαταστάσεων είναι η κεντρικοποίηση της πληροφορίας και άρα η δυνατότητα των επιμέρους συστημάτων να συνεργάζονται μεταξύ τους. Ας φανταστούμε λοιπόν τα προβλήματα που θα δημιουργούνται κάθε φορά που θα προχωράμε στη δημιουργία ενός συστήματος ασφαλείας για μια εγκατάσταση (καινούρια ή αναβάθμιση υφιστάμενης) να χρειάζεται να αναβαθμίσουμε και τις υπόλοιπες, λόγω ασυμβατότητας με τα νέα τεχνολογικά δεδομένα. Αν τα future proofing είναι μία φορά σημαντικά στη διαχείριση συστημάτων ασφαλείας για μια εγκατάσταση, είναι πολλαπλάσια χρήσιμα όταν αναφερόμαστε σε πολλές και διαφορετικές εγκαταστάσεις.
Εξίσου σημαντικός είναι και ο ρόλος ύπαρξης των PSIM. Από τη στιγμή που αυτά τα συστήματα έχουν αναπτυχθεί για να διαχειρίζονται μεγάλους όγκους πληροφοριών και δεδομένων, τότε είναι προφανές ότι αν μη τι άλλο είναι ιδανικά για αυτές τις εφαρμογές. Οπότε, στο σχεδιασμό οφείλει να συμπεριληφθεί η ενσωμάτωσή τους και η αξιοποίησή τους σε κεντρικό επίπεδο.
Υλοποίηση
Όσον αφορά στο στάδιο της υλοποίησης για την εφαρμογή ενός σχεδίου προστασίας για πολλαπλές εγκαταστάσεις, είναι αυτονόητο ότι δεν χρειάζεται να εφαρμοστεί σε όλες ταυτόχρονα. Αυτό άλλωστε όταν είναι μεγάλος ο αριθμός των εγκαταστάσεων είναι σχεδόν ανέφικτο να γίνει λόγω κόστους. Μπορεί το σχέδιο ασφάλειας να εφαρμόζεται σταδιακά όταν π.χ γίνεται μια ανακατασκευή σε μια εγκατάσταση ή φυσικά κάθε φορά που ξεκινάει η κατασκευή μιας καινούριας εγκατάστασης. Θα πρέπει όμως να τεθεί ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, ώστε μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα να έχει ολοκληρωθεί η αναβάθμιση όλων των εγκαταστάσεων.
Σε αυτό το στάδιο απαιτείται και η συνεργασία του τμήματος προμηθειών για την επιλογή των προμηθευτών εξοπλισμού αλλά και των εγκαταστατών που θα αναλάβουν τις εργασίες. Εδώ ειδικά φαίνεται για ακόμη μία φορά η αξία του καθορισμού ενιαίων προδιαγραφών για τα συστήματα αλλά και για τον τρόπο εργασίας. Η διαδικασία της επιλογής γίνεται ευκολότερη, καθώς πλέον η σύγκριση γίνεται ανάμεσα σε όμοια πράγματα.
Ειδικά όταν πρόκειται για μεγάλο αριθμό εγκαταστάσεων, μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο η προμήθεια να γίνει από έναν μόνο προμηθευτή. Αυτό έχει το πλεονέκτημα της πλήρους συμβατότητας και της επίτευξης ακόμα μεγαλύτερων οικονομιών κλίμακας όσον αφορά στην αγορά του εξοπλισμού και της γρηγορότερης εξοικείωσης του προσωπικού ασφάλειας. Ακόμα και όταν η προμήθεια αφορά μόνο μία εγκατάσταση – αλλά έχουμε ένα σαφή χρονοδιάγραμμα για τις επόμενες εγκαταστάσεις – μπορούμε να εκμεταλλευτούμε αυτό το γεγονός και να προχωρήσουμε στη ζήτηση που αναλογεί στον τελικό αριθμό. Μπορούμε τότε να διαπραγματευτούμε ακόμα καλύτερες εκπτώσεις, ειδικά αν λάβουμε υπόψη τη σημερινή συγκυρία.
Το μόνο μειονέκτημα που έχει η επιλογή ενός μοναδικού προμηθευτή είναι ότι δημιουργείται μια εξάρτηση όσον αφορά στη μετέπειτα τεχνική υποστήριξη. Για το λόγο αυτό είναι χρήσιμο πρώτον να διερευνάται η αξιοπιστία του προμηθευτή και δεύτερον ήδη κατά το στάδιο επιλογής να προκαθορίζονται οι τιμές για την παροχή τεχνικής υποστήριξης και αγοράς ανταλλακτικών, σε βάθος ενός εύλογου χρονικού ορίζοντα.
Είτε η υλοποίηση γίνει σε μια εγκατάσταση είτε παράλληλα σε πολλές, θα πρέπει να επιβλέπεται από την Κεντρική Διεύθυνση Ασφάλειας του Οργανισμού, ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση όλων των ενιαίων προδιαγραφών. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται και κάτι άλλο, που στο μέλλον μπορεί να αποβεί χρήσιμο. Τα μέλη της κεντρικής ομάδας εξοικειώνονται και με τις ιδιαίτερες συνθήκες των εγκαταστάσεων και μπορούν καλύτερα να αντιληφθούν τις διάφορες δυσκολίες που υπάρχουν.
Λειτουργία & Παρακολούθηση
Έστω ότι έχουμε στήσει με επιτυχία ένα σχέδιο ασφάλειας για πολλαπλές εγκαταστάσεις, με όλους τους όρους που αναφέραμε προηγουμένως: Συμβατότητα, Διαλειτουργικότητα, Επικοινωνία, Αποστολή Δεδομένων, Αποτελεσματικό feedback πληροφοριών. Δεν αρκεί όμως μόνο αυτό. Το σύστημα θα πρέπει να επιτηρείται συνεχώς, να εντοπίζονται οι αδυναμίες και να αξιοποιούνται όλες οι πληροφορίες.
Για αυτόν το λόγο, σαν βασική αρχή για την προστασία πολλαπλών εγκαταστάσεων θέσαμε εξαρχής τη δημιουργία ενός κεντρικού τμήματος που θα παρακολουθεί τις διάφορες εγκαταστάσεις. Ποιος ο λόγος να δημιουργηθούν επιμέρους συστήματα, πλήρως συμβατά μεταξύ τους, με μεγάλες δυνατότητες συνεργασίας, με διακίνηση δεδομένων και πληροφοριών, αν δεν μπορούν όλα αυτά να αξιοποιηθούν κατάλληλα;.
Επιπλέον, η κεντρική ομάδα θα μπορεί να έχει μια πιο εποπτική εικόνα όλων των εγκαταστάσεων και να μπορεί να διαπιστώνει έγκαιρα αδυναμίες ή κάποιες πιθανές αστοχίες.
Περιοδικά, μπορεί μάλιστα να καλούνται και κάποιοι ανεξάρτητοι σύμβουλοι ασφάλειας (ανάλογα φυσικά και με το μέγεθος της επιχείρησης) και να πραγματοποιούν ελέγχους στις εγκαταστάσεις. Τα πορίσματα αυτών των ελέγχων μπορούν να φανούν πολύ χρήσιμα για να αντιμετωπιστούν πιθανά κενά ασφάλειας.
Έλεγχος της αποτελεσματικότητας
Οι αρχές για την υλοποίηση ενός αποτελεσματικού – και τονίζουμε την έννοια της αποτελεσματικότητας – συστήματος προστασίας πολλαπλών εγκαταστάσεων, δεν διαφέρουν σχεδόν καθόλου σε σχέση με μια μοναδική εγκατάσταση. Το περίφημο DDDRRR (Deterrence, Delay, Response, Recovery, Re-evaluation), δηλαδή Αποτροπή, Καθυστέρηση, Απάντηση, Ανάκτηση, Αξιολόγηση) είναι τελικά οι πέντε άξονες που οριοθετούν το πλαίσιο, μέσα στο οποίο πρέπει να κινηθούν όλοι οι εμπλεκόμενοι:
- Αποτροπή: Με ποιες διαδικασίες και μέτρα θα αποτρέψουμε να δημιουργηθεί ένας κίνδυνος.
- Καθυστέρηση: Πώς μπορούμε να καθυστερήσουμε εκείνους που θα πάρουν την απόφαση να πλήξουν τις εγκαταστάσεις.
- Απάντηση: Οι τρόποι αντίδρασης σε ένα περιστατικό.
- Ανάκτηση: Πώς η εγκατάσταση θα επανέλθει στην κανονική λειτουργία της.
- Αξιολόγηση: Στο τέλος, το συμβάν θα πρέπει να αξιολογείται, να εντοπίζονται οι αιτίες που το προκάλεσαν και φυσικά να προτείνονται τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα.
Εκείνο που διαφέρει στην περίπτωση των πολλαπλών εγκαταστάσεων και αυξάνει το βαθμό δυσκολίας, είναι οι αστάθμητοι παράγοντες και οι διάφορες τυχαίες παράμετροι που πρέπει να συνυπολογιστούν, αλλά τώρα είναι πολύ περισσότερες.
Όμως σε καμία περίπτωση αυτό δεν αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την προσπάθεια δημιουργίας μιας αποτελεσματικής προστασίας. Το μόνο που χρειάζεται είναι εργασία, ενημέρωση, προσπάθεια και φυσικά αμέριστη υποστήριξη από τη Διοίκηση του Οργανισμού. Ακριβώς διότι πρόκειται για ένα πολυδιάστατο έργο, το οποίο μπορεί να αποβεί και σχετικά πολυδάπανο, θα πρέπει πρώτα από όλα να ξεκινήσουμε από εκεί. Να εξασφαλίσουμε την υποστήριξη αλλά και τη δέσμευση της Διοίκησης προς αυτήν την κατεύθυνση.
Του ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ