Πιστοποίηση Προσωπικού Ασφαλείας – Προτάσεις για Αναμόρφωση
Ο διάλογος για το πρόγραμμα εκπαίδευσης και την αδειοδότηση του προσωπικού Ασφαλείας θα πρέπει να ανοίξει και να οδηγήσει σε ένα νέο μοντέλο που θα καλύπτει τις σύγχρονες απαιτήσεις και θα επιλύει τις παθογένειες.
Θωμάς Παπάρας*
Στέλεχος Υπηρεσιών Ασφαλείας – ΜEd Εκπαίδευση Ενηλίκων
Σε προηγούμενο μας άρθρο παρουσιάσαμε τα αποτελέσματα της πρώτης, και μοναδικής έως τώρα, έρευνας σχετικά με την αξιολόγηση του γνωστού εκπαιδευτικού προγράμματος των 105 ωρών του ΚΕΜΕΑ. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας μας, οι συμμετέχοντες είναι μέτρια ικανοποιημένοι από το πρόγραμμα αυτό, και υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης. Σε αυτό το άρθρο θα αναφερθούμε πρώτα στην βιβλιογραφική ανασκόπηση της έρευνα μας, και στα προβλήματα που αντιμετωπίσαμε για την διεξαγωγή της. Στην συνέχεια θα κάνουμε μια σύντομη περιγραφή των πλεονεκτημάτων του Βρετανικού συστήματος αδειοδότησης, από το οποίο ο αρθρογράφος έχει προσωπική εμπειρία, και την σύγκριση του με το ελληνικό. Τέλος θα παρουσιάσουμε συνοπτικά την έρευνα που διενεργείται από το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ.
Βιβλιογραφική Ανασκόπηση
Για καθαρά πρακτικούς λόγους θα χωρίσουμε την σχετική με την εκπαίδευση των εργαζομένων στον χώρο της Ασφάλειας, βιβλιογραφία, σε τρεις περιόδους.
Η πρώτη περίοδος αφορά τα έτη προ του νέου θεσμικού πλαισίου αδειοδότησης, και αποτυπώνεται κυρίως σε κλαδικές συμβάσεις εργασίας όπως πχ του 2000[1]. Ως δεύτερη περίοδο ορίζουμε τα έτη 2008 έως 2012 στα οποία το νέο καθεστώς αδειοδότησης έχει μεν ανακοινωθεί αλλά δεν έχει οριστικοποιηθεί. Σε αυτήν την περίοδο υπάρχουν και πάλι αναφορές σε κλαδικές συμβάσεις όπως πχ των 2009[2], 2010[3] και 2011[4]. Την ίδια περίοδο όμως βρίσκουμε και το πρώτο άρθρο στο οποίο αποτυπώνονται γραπτώς και σαφώς, οι προτάσεις δύο δευτεροβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων του κλάδου[5], σχετικά με την εκπαίδευση που πρέπει να λάβουν οι εργαζόμενοι προκειμένου να πιστοποιηθούν. Στο συγκεκριμένο άρθρο μάλιστα γίνεται αναφορά και στην προτεινόμενη χρονική διάρκεια του προγράμματος η οποία ορίζεται στις 50 ώρες. Η τρίτη και τελευταία περίοδος είναι τα έτη που ακολουθούν την θεσμοθέτηση του προγράμματος των 105 ωρών• σε αυτήν μπορούμε να βρούμε τρία κείμενα που αναφέρονται στον επανασχεδιασμό του προγράμματος.
Στο πρώτο άρθρο, το 2016[6] εκφράζεται η άποψη πως οι εκπαιδευτές οφείλουν να έχουν εργασιακή εμπειρία στον κλάδο του Security. Στο δεύτερο άρθρο, το 2017[7] εκφράζεται ξανά η ανάγκη για λιγότερες ώρες εκπαίδευσης και τονίζεται η έλλειψη εμπλοκής επαγγελματιών προερχόμενων από τον κλάδο, στην διαδικασία. Τέλος σε άρθρο του 2018[8] διατυπώνονται θέσεις για την επικαιροποίηση του προγράμματος σπουδών, τη συντομότερη διάρκεια εκπαίδευσης, την ανάγκη πρακτικής εκπαίδευσης, καθώς και την αποκέντρωση του συστήματος.
Με όλα αυτά κατά νου, καθώς και τη γνώση πως παρά την πολυετή ύπαρξη του προγράμματος ουδεμία αξιολόγηση έχει υπάρξει, αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στην υλοποίηση της έρευνας το 2019, η οποία παρουσιάστηκε στο προηγούμενο μας άρθρο.
Περιορισμοί και Δυσκολίες στην Έρευνα
Το ερωτηματολόγιο διακινήθηκε ηλεκτρονικά μέσω του Google Forms στο διαδίκτυο. Η δειγματοληψία της έρευνας ήταν ευκαιριακή, για να επιτευχθεί υψηλός αριθμός συμμετοχής. Ο διαμοιρασμός έγινε μέσω των ομοιεπαγγελματικών ομάδων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Facebook Groups). Με αυτόν τον τρόπο επιδιώχθηκε να προσεγγίσουμε συμμετέχοντες από όλη την χώρα. Η διάρκεια διακίνησης του ερωτηματολογίου ήταν περίπου ένας μήνας. Η συλλογή του δείγματος αποτέλεσε έναν σημαντικό περιορισμό. Αν και ο διαμοιρασμός έγινε ηλεκτρονικά, παρατηρήθηκε δυσκολία στη συλλογή του δείγματος. Για τις ανάγκες της συλλογής αρκετών ερωτηματολογίων χρειάσθηκε τελικά να πληρωθεί διαφημιστική καταχώρηση στο Facebook. Δυστυχώς, η ανταπόκριση από τα μέλη των ομάδων ήταν πολύ μικρή. Παρά τις χιλιάδες μέλη που φαινομενικά διατηρούν οι περισσότερες, οι πραγματικοί ενεργοί χρήστες που διέθεσαν τον χρόνο τους για να συμμετάσχουν ήταν 130 άτομα. Ο αριθμός αυτός, αν και επαρκής για την πραγματοποίηση της έρευνας, είναι απογοητευτικός, αν αναλογιστούμε πως το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα το έχουν παρακολουθήσει δεκάδες χιλιάδες άτομα. Αξίζει να σημειωθεί πως τελικά το ήμισυ των συμμετεχόντων προήλθε από μία μόνο ομάδα, και μάλιστα στα πρώτα εικοσιτετράωρα, ενώ για το υπόλοιπο χρειάσθηκαν αρκετές δημοσιεύσεις σε άλλες ομάδες και τελικά η διαφημιστική καταχώρηση. Ολοκληρωτική ήταν η απουσία των συνδικαλιστικών οργανώσεων στην προβολή της έρευνας, ενώ υπήρξε και ομάδα που απέρριψε την δημοσίευση του ερωτηματολογίου.
Τέλος, χαρακτηριστικό είναι ότι το ΚΕΜΕΑ από το οποίο ζητήθηκαν στατιστικά στοιχεία για τις εξετάσεις πιστοποίησης, ενώ τα απέστειλε, μας απαγόρευσε την δημοσίευση τους. Όπως γίνεται αντιληπτό τα στοιχεία ζητήθηκαν για να δημοσιευθούν, αφού οι Διπλωματικές εργασίες αναρτιούνται στο διαδίκτυο. Ως εκ τούτου, τα στοιχεία αυτά δεν χρησιμοποιήθηκαν. Κανένα ενδιαφέρον επίσης δεν επιδείχθηκε στην συνέχεια από το ΚΕΜΕΑ για τα ευρήματα της έρευνας.
Βρετανικό Μοντέλο
Το βρετανικό μοντέλο εκπαίδευσης που οδηγεί σε πιστοποίηση και αδειοδότηση εργασίας έχει περιγραφεί σε σχετική σειρά άρθρων που έχουν δημοσιευθεί στο περιοδικό αυτό[9]. Σε αυτά τα άρθρα ο ενδιαφερόμενος μπορεί να βρει σημαντικές πληροφορίες για τις σχετικές διαδικασίες. Στο παρόν άρθρο θα σταθούμε στα στοιχεία που πιθανή τους εφαρμογή στο ελληνικό σύστημα μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη. Το βρετανικό μοντέλο χαρακτηρίζεται από σημαντική ευελιξία όπως θα δούμε παρακάτω, σε όλους τους τομείς. Σημαντικότερες μορφές ευελιξίας συνιστούν:
- Το γεγονός ότι Εκπαιδευτής μπορεί να γίνει οποιοσδήποτε έχει την κατάλληλη πιστοποίηση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι ίδιες οι εταιρείες ασφαλείας ή φορείς διαθέτουν τους δικούς τους Εκπαιδευτές οι οποίοι συνήθως είναι άνθρωποι με μακροχρόνια υπηρεσία στον κλάδο και αποδεδειγμένη επαγγελματική επάρκεια.
- Το γεγονός ότι υπάρχουν διαφορετικά εκπαιδευτικά προγράμματα για κάθε ειδικότητα, με ότι αυτό συνεπάγεται για θέματα όπως πχ στην διαφοροποίηση της ύλης, την διάρκεια του προγράμματος, την επάρκεια γνώσεων του Εκπαιδευτή κτλ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εξειδίκευση των γνώσεων που παρέχονται και τον περιορισμό των ωρών εκπαίδευσης στις απολύτως απαραίτητες. Ως παράδειγμα μπορούμε ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι δεν χρειάζεται να γνωρίζει κάποιος που θα εργασθεί στις χρηματαποστολές, διαδικασίες οι οποίες αφορούν αποκλειστικά στατικούς φύλακες.
- Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν εξεταστικές περίοδοι. Αντίθετα, κάθε τμήμα εκπαίδευσης δίνει εξετάσεις άμεσα, μετά την λήξη της εκπαίδευσης του, δίχως πολύμηνες καθυστερήσεις.
- Το γεγονός ότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων δίνονται άμεσα, καθώς αυτές πια πραγματοποιούνται με χρήση ψηφιακών μέσων και ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών.
- Το γεγονός ότι το περιεχόμενο των προγραμμάτων αναθεωρείται σε τακτά χρονικά διαστήματα προκειμένου να είναι πάντα επίκαιρο και να ανταποκρίνεται στις διαρκώς μεταβαλλόμενες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Ως παράδειγμα αναφέρουμε ότι, η εκπαίδευση που οδηγεί στην μακράν πιο δημοφιλή άδεια του Door Supervisor, έχει ήδη επικαιροποιηθεί δύο φορές. Την πρώτη φορά προστέθηκε πρακτική εκπαίδευση στο Physical Intervention, και την δεύτερη που πρόκειται να υλοποιηθεί με την έλευση του νέου έτους, να αφορά τις Πρώτες Βοήθειες. Εδώ αξίζει να αναφερθεί πως οι συγκεκριμένες προσθήκες αφορούν ξεχωριστές πιστοποιήσεις που αποτελούν όμως, μέρος ενός πακέτου προσόντων που οδηγούν στην αδειοδότηση εργασίας, και πως προηγουμένως διεξάχθηκε δημόσια διαβούλευση στην οποία προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν όλοι οι κάτοχοι αδειών εργασίας από την Security Industry Authority.
Σε όλα αυτά τα σημεία, βλέπουμε εντυπωσιακή αντιστοιχία με την κριτική για το σύστημα πιστοποίησης/ αδειοδότησης από την αρθρογραφία, καθώς και με κάποια από τα ευρήματα της έρευνάς μας.
Ελληνικό Μοντέλο
Το ελληνικό μοντέλο έρχεται σε ολοκληρωτική αντίθεση με ότι είδαμε προηγουμένως:
- Οι Εκπαιδευτές αποτελούν μία κλειστή ομάδα επαγγελματιών, συγκεκριμένων προσόντων από το οποίο έχουν αποκλεισθεί οι επαγγελματίες της Ιδιωτικής Ασφάλειας.
- Το περιεχόμενο του προγράμματος είναι ένα και μοναδικό δίχως να λαμβάνει υπόψιν τις πολύ διαφορετικές πραγματικότητες που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν οι μελλοντικοί επαγγελματίες του κλάδου, ανάλογα με το αντικείμενο εργασίας τους.
- Λίγες εξεταστικές περίοδοι ανά έτος που καθυστερούν την εξέταση ύστερα από την εκπαίδευση ακόμα και για αρκετούς μήνες.
- Αναμονή έκδοσης αποτελεσμάτων ύστερα από την εξέταση, που επίσης είναι χρονοβόρα.
- Καμία επικαιροποίηση της εκπαιδευτικής ύλης εδώ και πολλά έτη, καθώς και έλλειψη θεσμοθετημένης διαδικασίας επικαιροποίησης.
Από τα ανωτέρω γίνεται άμεσα εμφανές πως το ελληνικό μοντέλο είναι σαφώς ανελαστικότερο του βρετανικού και δημιουργεί προβλήματα στην αγορά εργασίας. Τόσο οι εργοδότες όσο και εργαζόμενοι έχουν ταχθεί υπέρ της αλλαγής του, ενώ και τα ευρήματα της μοναδικής ως τώρα έρευνας για το πρόγραμμα καταδεικνύουν ότι χρήζει βελτιώσεων σε επιμέρους σημεία του.
Πανδημία
Η διάσταση της πανδημίας φαίνεται πως προσθέτει επιπλέον πίεση στο ελληνικό σύστημα. Η ανελαστικότητα του, επέτρεψε την διενέργεια μονάχα μιας εξεταστικής περιόδου κατά το τελευταίο δεκάμηνο του έτους. Επιπλέον, δεν διαφαίνεται προοπτική διενέργειας επόμενης εξεταστικής περιόδου άμεσα, με συνέπεια αυτό το χρονικό διάστημα να επιμηκυνθεί κατά άγνωστο ακόμα πόσο.
Το βρετανικό παράδειγμα μπορεί να βοηθήσει και σε αυτόν τον τομέα. Δημιουργώντας ολιγομελή τμήματα εκπαίδευσης διάσπαρτα ανά την επικράτεια, με μικρότερη διάρκεια εκπαίδευσης, που θα εξετάζονται ασύγχρονα με την χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα εμπόδια που θέτει η υγειονομική κρίση.
Έρευνα ΙΝΕ-ΓΣΕΕ
Τη σχεδόν ολοκληρωτική έλλειψη κινητικότητας γύρω από το θέμα της εκπαίδευσης του προσωπικού τα τελευταία χρόνια, πέραν της περιστασιακής αρθρογραφίας και της έρευνας μας το προηγούμενο έτος, έρχεται να διαταράξει μια έρευνα που τρέχει τις μέρες που το παρόν άρθρο γράφεται. Πρόκειται για μια έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, προσπελάσιμη στον σύνδεσμο https://dexiotites.inegsee.gr/, που φαίνεται να αποτελεί τρόπον τινά μια συνέχεια της έρευνας που παρουσιάσαμε στο προηγούμενο άρθρο μας. Σε εκείνη την έρευνα είχαμε προσπαθήσει να προσεγγίσουμε τα ζητήματα εκείνα στα οποία το πρόγραμμα χρήζει βελτίωσης. Στην έρευνα του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ τίθενται ερωτήματα, οι απαντήσεις των οποίων ενδεχομένως δώσουν τα απαραίτητα στοιχεία για τη βελτίωση του προγράμματος.
Κάποια από τα θέματα που επιχειρεί το ερωτηματολόγιο να διερευνήσει, ενδεικτικά είναι:
- Ποιες είναι οι απαιτούμενες δεξιότητες που πρέπει να διαθέτει ένα εργαζόμενος στον χώρο της Ασφάλειας.
- Πως η τεχνολογία μεταβάλλει τις απαιτούμενες αυτές δεξιότητες.
- Τι αλλαγές έχουν γίνει την τελευταία πενταετία στο επάγγελμα.
- Αν η εργοδοσία μερίμνησε, και πως για την εκπαίδευση του προσωπικού, συνεπεία των αλλαγών αυτών.
- Αν και πόσο έχουν αναβαθμιστεί οι δεξιότητες του προσωπικού όσο εργάζονται στον κλάδο.
- Αν και τί έχουν κάνει οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων τους.
- Αν έχουν συμμετάσχει σε κάποια εκπαίδευση τον τελευταίο χρόνο.
- Ποιος κάλυψε το οικονομικό κόστος της εκπαίδευσης αυτής, αν υπήρχε.
- Ποια είναι τα κίνητρα και ποια τα εμπόδια για την συμμετοχή σε εκπαιδεύσεις.
Από τα προαναφερθέντα γίνεται φανερό πως υπάρχει στόχευση για την ανίχνευση εκπαιδευτικών αναγκών και στην υιοθέτηση ενεργών πρακτικών για την συνεχή εκπαίδευση του προσωπικού.
Η έρευνα ήδη έχει λάβει κάποια δημοσιότητα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και εάν παραμείνει ανοικτή για αρκετό χρόνο, πιθανόν να υπάρξει αρκετός αριθμός συμμετοχών προκειμένου να εξαχθούν αξιόπιστα συμπεράσματα. Δυστυχώς για άλλη μια φορά το συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζομένων δεν έχει προβεί σε κάποια ενεργητική προώθηση της συμμετοχής σε αυτήν, εξ όσων γνωρίζουμε.
Επίλογος
Στο παρόν άρθρο είδαμε, την εξέλιξη του διαλόγου σχετικά με το πρόγραμμα εκπαίδευσης του προσωπικού Ασφαλείας που αποτέλεσε και την αφορμή για την πραγματοποίηση της έρευνας μας. Έπειτα παρουσιάσαμε το βρετανικό μοντέλο εκπαίδευσης/αδειοδότησης και την σημαντική του διαφορά με το ελληνικό. Επιπλέον, εξετάσαμε τα προβλήματα που η πανδημία επέφερε στο ελληνικό μοντέλο, και πιθανές λύσεις με βάση το βρετανικό. Τέλος, παρουσιάσαμε την νέα έρευνα για τους εργαζόμενους στον χώρο της Ασφάλειας από το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ.
Ας ελπίσουμε πως με το νέο έτος θα γίνουμε μάρτυρες στοιχειωδών αλλαγών που θα αντιμετωπίσουν πολύχρονες παθογένειες.
*Ο συγγραφέας εργάζεται στον τομέα της Ιδιωτικής Ασφάλειας από το 1997, είναι
Πιστοποιημένο Στέλεχος Υπηρεσιών Ασφαλείας από το 2002, Πτυχιούχος Ελληνικού
Πολιτισμού του ΕΑΠ, και πρόσφατα ολοκλήρωσε το Μεταπτυχιακό του στην Εκπαίδευση
Ενηλίκων στο ίδιο ίδρυμα. Ζει και εργάζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο.
[1] http://www.ypakp.gr/uploads/files/1906.pdf
[2] https://www.omed.gr/sites/default/files/RythmiseisEtosKeimeno/%CE%A0%CE%9A-23-09.pdf
[3] https://www.taxheaven.gr/labordoc/index/view/mid/184/cid/634
[4] https://www.taxheaven.gr/labordoc/index/view/mid/184
[5] Συλλογικό, Εκπαίδευση στο Security: Προτάσεις και δράσεις, Security Manager, τεύχος 35, 2011
[6] Σπύρος Κυριακάκης, Άτυπες συμπληρωματικές εκπαιδεύσεις και επιμορφώσεις, Security Manager, τεύχος 62, 2016
[7] Ιωάννης Πανάγος, Προσωπικό ΙΕΠΥΑ και Πιστοποίηση – Προς μια πιο ευέλικτη εκπαίδευση, Security Manager, τεύχος 68, 2017
[8] Συλλογικό, Υπηρεσίες Ασφάλειας – Η υπάρχουσα κατάσταση και οι προτάσεις για αναβάθμιση, Security Manager, τεύχος 78, 2018
[9] Βασίλης Σωτηρόπουλος, Προσωπικό Ασφαλείας στο Ηνωμένο Βασίλειο, Security Manager, τεύχος 77, 2018