Περιστατικό στο τάνκερ ΕΝRICA LEXIE: Ένα Case study για την πειρατεία
Πριν 2 έτη περίπου, το Φεβρουάριο του 2012, το Ιταλικής σημαίας τάνκερ Enrica Lexie, ενεπλάκη σε ένα περιστατικό πειρατείας στα ανοιχτά της Ινδίας, το οποίο έμελε να προκαλέσει μεγάλο θόρυβο στη διεθνή κοινότητα και να οδηγήσει δύο μεγάλες χώρες της υφηλίου (την Ιταλία και την Ινδία), σε σοβαρή διπλωματική και πολιτική ρήξη.
Πλωτάρχης Ε. Νικολόπουλος ΠΝ
Το περιστατικό που έλαβε χώρα δεν διήρκεσε πάνω από λίγα λεπτά και δεν διαφέρει από τα αντίστοιχα περιστατικά που συμβαίνουν διαρκώς τα τελευταία χρόνια στις θάλασσες όπου δρουν πειρατές όπως ο Ινδικός ωκεανός, ο κόλπος του ¶ντεν, και άλλες. Αυτά που επακολούθησαν μετά το περιστατικό όμως, ανέδειξαν με τον καλύτερο τρόπο τα σημεία προβληματισμού που ούτως ή άλλως υπάρχουν στον τομέα φύλαξης εμπορικών πλοίων από ενόπλους. Παρ’ ότι το συγκεκριμένο περιστατικό έλαβε κάποια στιγμή την ανάλογη δημοσιότητα, πολλές επιμέρους παράμετροι του δεν έγιναν ευρέως γνωστές. Καθώς εντοπίζονται πολλά ενδιαφέροντα σημεία από τα οποία μπορούν να αντληθούν σημαντικά συμπεράσματα για τους επαγγελματίες που ασχολούνται με την φύλαξη πλοίου, κρίθηκε αναγκαίο και χρήσιμο να εκπονηθεί η παρακάτω μελέτη που αναλύει το περιστατικό και τις επακόλουθες εξελίξεις με σκοπό την ουσιαστική ενημέρωση και την άντληση διδαγμάτων για το μέλλον.
Το περιστατικό
Το τάνκερ έπλεε στον Ινδικό ωκεανό με κατεύθυνση από Σιγκαπούρη προς Αίγυπτο με ταχύτητα 13 κόμβων. Στο πλοίο επέβαιναν εκτός από τα 34 μέλη του πληρώματος και 6 ένοπλοι Ιταλοί πεζοναύτες με καθήκον να προστατεύουν το πλοίο από τους πειρατές. Στις 16.30 τοπική ώρα, και ενώ το πλοίο βρισκόταν σε στίγμα 09°20Β – 075°52Α (περίπου 20 ναυτικά μίλια από τις ακτές της Κεράλα στη νότια Ινδία, κοντά σε αλιευτική περιοχή στη θάλασσα Laccadive), προσεγγίστηκε από τη δεξιά πλευρά από μικρό πλοιάριο το οποίο κινούταν με επιθετικό προφίλ (σε ευθεία πορεία σύγκρουσης και με σταθερή ταχύτητα).
Παρ’ ότι μέχρι και σήμερα η ακριβής αλληλουχία γεγονότων δεν έχει επιβεβαιωθεί θετικά καθώς δεν μαγνητοσκοπήθηκε από κανέναν παρόντα (στηρίζεται μόνο σε καταθέσεις οι οποίες σε κάποιες περιπτώσεις είναι αντικρουόμενες, καθώς και σε μερικές φωτογραφίες), ο Ιταλός υφυπουργός εξωτερικών Staffan de Mistura, είχε δηλώσει μετέπειτα ότι οι Ιταλοί πεζοναύτες προσπάθησαν αρχικά να κάνουν οπτικά σήματα στο πλεούμενο να απομακρυνθεί. Όταν αυτό δεν ανταποκρίθηκε και πλησίασε κοντύτερα των 100 μέτρων από το πλοίο (περίπου 40 με 50 μέτρα), αυτοί εκτέλεσαν προειδοποιητικές βολές στο νερό.
Μετά τις βολές αυτές το πλεούμενο έμεινε πίσω και το Enrica Lexie συνέχισε την πορεία του δυτικά για περίπου 35 ναυτικά μίλια (70 χιλιόμετρα) χωρίς να αναφέρει πουθενά το περιστατικό. Τότε προσεγγίστηκε από σκάφος της Ινδικής ακτοφυλακής και υποχρεώθηκε να διακόψει την πορεία του και να στρέψει προς το λιμένα Kochi όπου κατέπλευσε περίπου την 23.00 τοπική και αγκυροβόλησε. Όταν διατάχθηκε να στρέψει, το Enrica Lexie επικοινώνησε με μία Ιταλική φρεγάτα που βρισκόταν στην ευρύτερη περιοχή σε διεθνή ύδατα (την ITS GRECALE – F 571) η οποία όμως δεν στάθηκε δυνατόν να επέμβει καθώς βρισκόταν αρκετά μακριά από το συμβάν.
Στο λιμένα Kochi οι Ινδοί δεν ανέβηκαν στο πλοίο αμέσως καθώς ήθελαν πρώτα να ολοκληρωθούν οι τυπικές διπλωματικές διαδικασίες. Έτσι, στις 19 Φεβρουαρίου 2012, 80 ώρες μετά το αρχικό συμβάν, η τοπική αστυνομία της Kerala, συνοδευόμενη από Ιταλούς διπλωμάτες και επιθεωρητές, ανέβηκε στο Enrica Lexie. Δυο Ιταλοί πεζοναύτες, οι Massimiliano Latorre και Salvatore Girone, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στον ανακριτή με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας. Οι συλληφθέντες, λόγω της ιδιότητας τους, δεν κρατήθηκαν σε φυλακή αλλά σε ξενώνα όπου διέμεναν υπό την επιτήρηση της Ινδικής αστυνομίας.
Ο λόγος που έλαβε χώρα όλο αυτό το περιστατικό της εκτροπής του EnricaLexie και της σύλληψης των πεζοναυτών από τους Ινδούς, ήταν οτι το σκάφος στο οποίο είχαν ρίξει προειδοποιητικές βολές, τελικά δεν ήταν πειρατικό αλλά ένα απλό αλιευτικό σκάφος που είχε ξεκινήσει από τη Κεράλα και τη στιγμή του περιστατικού επέστρεφε από αλιευτικές δραστηριότητες σε κοντινή περιοχή. Το όνομα του αλιευτικού ήταν St. Antony και είχε 11 άτομα πλήρωμα (όλοι ντόπιοι). Το πρόβλημα ήταν ότι οι προειδοποιητικές βολές είχαν πέσει πάνω στο St. Antony
Τα επακόλουθα
Τα επακόλουθα του ανωτέρω περιστατικού ταλαιπωρούν τις κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Ινδίας, καθώς και τους 2 Ιταλούς πεζοναύτες, μέχρι και σήμερα. Η μακρά δικαστική διαδικασία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, οι δύο χώρες ήρθαν αρκετές φορές σε διπλωματική ρήξη σε βαθμό που χρειάστηκε να επέμβει η Ε.Ε. και διεθνείς οργανισμοί (πχ ΙΜΟ) και το σημαντικότερο, οι Ιταλοί πεζοναύτες αντιμετωπίζουν ακόμα την πιθανότητα να καταδικασθούν σε θάνατο. Η υπόθεση αναμένεται να λάβει τέλος μέσα στο 2014 μέσω οριστικής απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ινδίας. Αν βέβαια υπάρξουν επιπλοκές (πχ οι πεζοναύτες καταδικασθούν σε θάνατο ή η Ινδία αρνηθεί να εκτελέσουν την ποινή στην Ιταλία), η κρίση μεταξύ των δύο χωρών θα συνεχιστεί και δεν αποκλείεται να κλιμακωθεί.
Οι διαστάσεις που θα έπαιρνε το θέμα φάνηκαν από τις πρώτες κιόλας ώρες μετά το περιστατικό. Η Ιταλία αρχικά επικαλέστηκε ότι το Enrica Lexie είχε αντιμετωπίσει επιτυχώς μια απόπειρα πειρατείας και μάλιστα χωρίς να υπάρξει κανένας θάνατος. Υποστηρίχτηκε ότι το πλοιάριο που αποκρούστηκε δεν ήταν το St. Antony. Οι Ινδικές αρχές όμως έδειξαν φωτογραφίες που κατασχέθηκαν από το Enrica Lexie και έδειχναν ακριβώς το St. Antony. Επιπλέον, η βαλλιστική και εργαστηριακή εξέταση των σφαιρών που βρέθηκαν στα πτώματα των ψαράδων, απέδειξε ότι ανήκαν σε όπλα ΝΑΤΟ με σειριακό αριθμό που ήταν ίδιος με τα όπλα των 2 συγκεκριμένων πεζοναυτών.
Στη συνέχεια η Ιταλία επικαλέστηκε ότι το St. Antony προσπάθησε να εκτελέσει πειρατεία (η τουλάχιστον επέδειξε παρόμοια συμπεριφορά) και συνεπώς, ορθώς οι πεζοναύτες αντέδρασαν έτσι. Η Ινδικές αρχές κατέρριψαν και αυτή τη θεωρία καθώς το St. Antony δεν μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα μεγαλύτερη των 8 κόμβων, το πλήρωμα του δεν έφερε όπλα και το Enrica Lexie ουδέποτε εκτέλεσε άλλες ενέργειες για αντιμετώπιση πειρατικού περιστατικού (πχ δραστικούς ελιγμούς, χρήση μανικών, κλήσεις μέσω VHF, κλπ), ούτε ενημέρωσε οποιονδήποτε για το περιστατικό (πχ ΙΒΜ piracy reporting centre, UKMTO, Mercury, ενεργοποίηση Ship Security Alert System, MACC, κλπ). Τα ανωτέρω εξήχθησαν από την εξέταση του πληρώματος και του κυβερνήτη του Enrica Lexie και έδειχναν ότι το λάθος έγινε από την αρχή αντιληπτό και επιχειρήθηκε να αποκρυφτεί από το πλοίο. Επιπλέον, οι Ινδοί ανέφεραν πως το Enrica Lexie δεν δικαιολογούταν σε καμία περίπτωση να ανησυχεί για πειρατές στην περιοχή που βρισκόταν καθώς ουδέποτε είχε συμβεί παρόμοιο περιστατικό εκεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο καπετάνιος του Enrica Lexie, Umberto Vitelli καθώς και ο αξιωματικός που είχε βάρδια την ώρα του περιστατικού, ενώ στην αρχή είχαν στηρίξει τις καταθέσεις των πεζοναυτών, όταν αργότερα πιέστηκαν από τις ανακριτικές αρχές και είδαν ότι η υπόθεση έπαιρνε άσχημη τροπή, άλλαξαν τις καταθέσεις τους λέγοντας την αλήθεια : είχαν δει το αλιευτικό στο ραντάρ από απόσταση 2 ναυτικών μιλίων όμως δεν έδωσαν σημασία ούτε κατάλαβαν ότι αποτελούσε πιθανή απειλή μέχρι τη στιγμή που άκουσαν πυροβολισμούς στη δεξιά βαρδιόλα! Το πλοίο δεν είχε χειρίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή, δεν είχε σημάνει σειρήνες, δεν είχε χρησιμοποιήσει μάνικες για να εκδιώξει το αλιευτικό και δεν είχε προσπαθήσει καν να έρθει σε επαφή μέσω ασυρμάτου με το πλοιάριο! Ο καπετάνιος και το πλήρωμα δεν ενημερώθηκε ποτέ από τους πεζοναύτες ότι το πλοίο αντιμετωπίζει περιστατικό μέχρι τη στιγμή που έπεσαν οι πυροβολισμοί!
Το επιχείρημα δε, ότι οι πεζοναύτες έριξαν προειδοποιητικές βολές που ατυχώς κάποιες από αυτές έπεσαν σε λάθος μέρος, δεν ευσταθούσε πλέον καθώς οι έρευνες των Ινδικών αρχών έδειξαν ότι είχαν βληθεί συνολικά 20 βολές (σε δύο ριπές) εκ των οποίων οι 17 έπεσαν πάνω στο St. Antony (και 2 από αυτές σκότωσαν αντίστοιχα τους 2 ψαράδες). Ήταν φανερό ότι οι πεζοναύτες πυροβολούσαν για να πετύχουν το πλοιάριο και όχι με σκοπό να εκφοβίσουν ή να προειδοποιήσουν το πλήρωμα.
Οι Ιταλοί αφού είδαν ότι η κατάσταση ήταν πολύ σοβαρότερη απ’ όσο είχαν αρχικά εκτιμήσει, επικαλέσθηκαν ότι η Ινδία δεν είχε δικαιοδοσία να δικάσει τους πεζοναύτες καθώς το περιστατικό συνέβη σε διεθνή ύδατα. Αντιθέτως, επειδή το υποτιθέμενο έγκλημα συνέβη επί πλοίου με Ιταλική σημαία, η μόνη αρμόδια αρχή ήταν τα Ιταλικά δικαστήρια. Η Ινδία όμως απέρριψε και αυτό το επιχείρημα καθώς υπάρχει σε ισχύ Ινδικός νόμος που στηρίζεται στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) και έχει κοινοποιηθεί στον ΙΜΟ και σε όλα τα κράτη του κόσμου, ο οποίος επιβάλλει σε οποιοδήποτε πλοίο φέρει ένοπλους και εισέρχεται στην οικονομική ζώνη της Ινδίας να ενημερώνει την Ινδική ακτοφυλακή και να λαμβάνει σχετική άδεια (πράγμα που το Enrica Lexie δεν έπραξε).
Έτσι οι 2 Ιταλοί πεζοναύτες κλείστηκαν σε Ινδικές ομοσπονδιακές φυλακές σαν κοινοί εγκληματίες του ποινικού δικαίου, χωρίς να γίνει αποδεκτό το αίτημά τους να κρατηθούν σύμφωνα με τον κώδικα στρατιωτικών αιχμαλώτων. Το μόνο προνόμιο που τους παραχωρήθηκε (ύστερα από μεγάλους διπλωματικούς αγώνες της Ιταλίας) ήταν να τρώνε Ιταλικό φαγητό και να δέχονται επισκέψεις για μια ώρα κάθε μέρα. Οι πεζοναύτες έμειναν συνολικά 105 ημέρες έγκλειστοι στις Ινδικές φυλακές και από τον Δεκέμβριο του 2012 αφέθηκαν να μένουν σε χώρο της Ιταλικής πρεσβείας, με την υποχρέωση να παρουσιάζονται καθημερινά στο τοπικό αστυνομικό τμήμα και χωρίς δικαίωμα να απομακρύνονται πάνω από 10 χιλιόμετρα από αυτό.
Όσον αφορά τις Ιταλικές αρχές, επετράπη από τους Ινδούς να μεταβεί κλιμάκιο εμπειρογνωμόνων στην Ινδία προκειμένου να εξετάσει όλα τα διαθέσιμα στοιχεία και τη δικογραφία. Το κλιμάκιο, με επικεφαλής ναύαρχο του Ιταλικού ναυτικού, είχε βγάλει πόρισμα τον Ιανουάριο του 2013 στο οποίο συμφωνούσε με την Ινδική άποψη ότι οι πεζοναύτες είχαν υποπέσει σε αρκετά σφάλματα. Η Ιταλική κυβέρνηση το κράτησε απόρρητο αλλά τελικά διέρρευσε στον Ιταλικό τύπο αργότερα μέσα στο 2013 προκαλώντας οργή στο Ιταλικό κοινό για τους χειρισμούς της κυβέρνησης που δυσχέραιναν περισσότερο τη θέση των πεζοναυτών και εξέθεταν και τη χώρα. Ο Ιταλικός λαός, παρ’ ότι καταλάβαινε πως οι δύο πεζοναύτες είχαν υποπέσει σε σοβαρότατα λάθη με αποτέλεσμα το θάνατο 2 αθώων ψαράδων, δεν θα δεχόταν με τίποτα να δικαστούν (και πιθανώς να εκτελεστούν) δύο στελέχη των ενόπλων δυνάμεων από ξένη χώρα.
Από την άλλη πλευρά, τα μέσα ενημέρωσης και η κοινή γνώμη στην Ινδία ήταν εξοργισμένοι από το θάνατο των 2 ψαράδων μέσα στην πατρίδα τους από δύο στρατιώτες που φρουρούσαν ιδιωτικά συμφέροντα στην άλλη άκρη του κόσμου. Μάλιστα, υπήρξε περιστατικό κατά το οποίο οι δύο Ιταλοί πεζοναύτες κινδύνεψαν σοβαρά να λιντσαριστούν από το πλήθος. Η Ινδική κοινή γνώμη απαιτούσε (και εξακολουθεί να απαιτεί) παραδειγματική τιμωρία ισχυριζόμενη ότι αν τα πράγματα ήταν αντίστροφα (και Ινδοί στρατιώτες σκότωναν Ιταλούς ψαράδες στη Σικελία) δεν θα γινόταν τόσος ντόρος για την τύχη των εγκληματιών.
Η κρίση μεταξύ Ιταλίας και Ινδίας κορυφώθηκε μέσα στο 2013. Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο η Ινδία άφησε για πρώτη φορά τους δύο πεζοναύτες να μεταβούν στην πατρίδα τους για 2 εβδομάδες σαν ένδειξη καλής θέλησης προς την Ιταλική κυβέρνηση. Οι πεζοναύτες επέστρεψαν στην Ινδία μετά από αυτή την άδεια και τον Φεβρουάριο τους ξαναδόθηκε άδεια 4 εβδομάδων για να ψηφίσουν. Σαν εγγύηση για την επιστροφή τους είχε υποβληθεί έγγραφη διαβεβαίωση του Ιταλού πρέσβη στο Ινδικό Ανώτατο Δικαστήριο. Τη δεύτερη φορά όμως, η Ιταλία δεν επέστρεψε τους 2 πεζοναύτες και ισχυρίστηκε ότι οι διαπραγματεύσεις με την Ινδία είχαν λάβει τέλος και ότι θα δικαζόντουσαν σε Ιταλικό δικαστήριο. Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτό εξόργισε την Ινδία. Τα μέσα ενημέρωσης απαιτούσαν τη σύλληψη του Ιταλού πρέσβη για εξαπάτηση του Ινδικού δικαστηρίου. Η Ινδία, όντως απαγόρεψε την έξοδο από τη χώρα στον Ιταλό πρέσβη και διέρρευσε ότι αν οι πεζοναύτες δεν επέστρεφαν, θα δικαζόταν αυτός στη θέση τους. Η Ε.Ε. επενέβη μέσω του γενικού γραμματέα και προειδοποίησε την Ινδία να μην παραβεί τη συνθήκη της Βιέννης σχετικά με το διπλωματικό άσυλο. Η Ινδία όμως δεν χαλάρωσε τη θέση της καθώς εξέλαβε το επεισόδιο σαν την ύψιστη προσβολή προς το ανώτατο όργανο της χώρας, το Ανώτατο Δικαστήριο. Τελικά επικράτησε ψυχραιμία και τον Μάρτιο του 2013 η Ιταλική κυβέρνηση έστειλε πίσω στην Ινδία τους πεζοναύτες (από τους οποίους πλέον κατασχέθηκαν τα διαβατήρια). Αυτό ικανοποίησε τους Ινδούς καθώς θεωρήθηκε μεγάλη διπλωματική νίκη.
Σαν ένδειξη διαμαρτυρίας για την κράτηση των Ιταλών πεζοναυτών από τις Ινδικές αρχές, η Ferrari τοποθέτησε αυτοκόλλητα με το θυρεό του Ιταλικού ναυτικού στα αυτοκίνητα του Fernando Alonso και Felipe Massa στο ράλι της Formula 1 που διεξήχθη στην Ινδία τον Φεβρουάριο του 2012, ενώ ο πρόεδρος της εταιρίας, Luca di Montezemolo δήλωσε ότι «αυτός είναι ο τρόπος μας να συμπαρασταθούμε στα παλικάρια μας».
Όσον αφορά την οικονομική διάσταση της υπόθεσης, μέχρι τώρα έχουν ανακοινωθεί τα εξής ποσά :
- Ο ιδιοκτήτης του St. Antony έχει ζητήσει από την Ιταλική κυβέρνηση 145.000 $ για τις ζημιές στο σκάφος του και τα διαφυγόντα κέρδη (το σκάφος μέχρι και σήμερα είναι κατασχεμένο σαν αποδεικτικό στοιχείο).
- Η Ινδική κυβέρνηση έχει ζητήσει από την Ιταλική κυβέρνηση 7.500 $ για κάθε μια από τις δύο οικογένειες των θυμάτων σαν ηθική αποζημίωση.
- Η οικογένεια του ενός θύματος ζήτησε από την πλοιοκτήτρια εταιρία αποζημίωση 200.000$ ενώ η άλλη οικογένεια 400.000 $.
- Η Ιταλική κυβέρνηση έχει δώσει ήδη (από τον Απρίλιο του 2012) από 150.000$ σε κάθε οικογένεια προκειμένου να αποσύρουν τις κατηγορίες για ανθρωποκτονία. Το Ινδικό δικαστήριο δεν μπορούσε να επέμβει σε αυτή τη συμφωνία καθώς ήταν διμερής, όμως ανακοίνωσε πως η απόσυρση των κατηγοριών δεν άλλαξε τίποτα στην υπόθεση καθώς η δίωξη είναι αυτεπάγγελτη.
- Το Enrica Lexie έχει πληρώσει ήδη 50.000$ στην Ινδική κυβέρνηση (τον Μάρτιο 2012) για να του επιτραπεί να αποπλεύσει από την Ινδία.
- Ο δήμαρχος του Τάραντα στην Ιταλία, ανακοίνωσε το 2013 ότι χορηγεί υποτροφία στα ορφανά τέκνα των δύο θυμάτων σε όποια σχολεία και πανεπιστήμια της περιοχής του επιθυμούν.
Τέλος, το θέμα φάνηκε να έχει και πολιτικές διαστάσεις καθώς στην Ινδία το κυβερνών κόμμα (UPA) έχει πρόεδρο την γεννημένη στην Ιταλία Σόνια Γκάντι η οποία κατηγορείται από την αντιπολίτευση ότι επιδεικνύει μεγάλη ανοχή προς την Ιταλική πλευρά. Αυτό παίζει μεγάλη σημασία καθώς μέσα στο 2014 που θα διεξαχθούν οι εκλογές στην Ινδία, αναμένεται να εκδοθεί και η οριστική απόφαση των Ινδικών δικαστηρίων. Πέραν αυτών όμως, υπάρχουν μέσα ενημέρωσης στην Ινδία και στην Ιταλία που αναφέρουν ότι κυβερνητικά στελέχη και των δύο χωρών εκμεταλλεύονται τις διαστάσεις που έχει λάβει το περιστατικό χαλώντας τις διπλωματικές σχέσεις, προκειμένου να καταστεί αδύνατη η συνεργασία των αντίστοιχων αρχών στην διερεύνηση ενός τεράστιου σκανδάλου με μίζες που αφορά την αγορά 12 Ιταλικών ελικοπτέρων VIP από την Ινδία (το σκάνδαλο στην Ινδία θεωρείται τόσο μεγάλο που έχει ονομαστεί choppergate) …
Στο επόμενο τεύχος μας θα γίνει η εκτενής ανάλυση του περιστατικού και θα αναπτυχτούν τα συμπεράσματα που προκύπτουν.