Περί κόστους ο λόγος…
Η μείωση του κόστους σε μία εγκατάσταση CCTV μπορεί να επιτευχθεί είτε με μείωση του κόστους της εγκατάστασης και των υπηρεσιών συντήρησης είτε με τη μείωση των συσκευών που απαρτίζουν ένα σύστημα CCTV.
Τα συστήματα CCTV την τελευταία δεκαετία έχουν σημειώσει εξαιρετική τεχνολογική πρόοδο. Η ενσωμάτωση των νέων προηγμένων τεχνολογιών από τους τομείς της οπτικής, των ηλεκτρονικών και των τηλεπικοινωνιών στις συσκευές που απαρτίζουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα CCTV, έχει δημιουργήσει μία πληθώρα προϊόντων.
Ταυτόχρονα έχουν δημιουργηθεί και αναπτυχθεί πολλές κατασκευάστριες εταιρείες που παράγουν αυτά τα προϊόντα, οι οποίες μπορούν να ομαδοποιηθούν στις παρακάτω κατηγορίες:
- Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι εταιρείες που κατασκευάζουν προϊόντα CCTV εδώ και τουλάχιστον 3-4 δεκαετίες, οι οποίες δίνουν και το ρυθμό ανάπτυξης του κλάδου.
- Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν εταιρείες που κατασκευάζουν προϊόντα CCTV, οι οποίες άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους στα τέλη της δεκαετίας του ’90, εκμεταλλευόμενες τη διάχυση της πληροφορίας και την ανάπτυξη της τεχνολογίας των Η/Υ.
- Στην τρίτη κατηγορία μπορούμε να εντάξουμε τις εταιρείες εκείνες που δραστηριοποιούνται στο χώρο της πληροφορικής και των δικτύων δεδομένων, οι οποίες άρχισαν να κατασκευάζουν προϊόντα κατάλληλα για CCTV εφαρμογές, αφού η σύγκλιση των τεχνολογιών κάνει πλέον τα δίκτυα δεδομένων φορέα για την εικόνα υψηλής ποιότητας που παράγεται από τις κάμερες.
Όλες αυτές οι εταιρείες παράγουν ένα σημαντικό αριθμό προϊόντων τα οποία καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα εφαρμογών στον τομέα της ηλεκτρονικής ασφάλειας. Τα προϊόντα αυτά είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους και σε επίπεδο τιμής αλλά και σε επίπεδο τεχνολογίας και παρεχόμενων χαρακτηριστικών.
Τα τελευταία χρόνια – και ειδικά την τελευταία διετία – έχει παρατηρηθεί μείωση των διαθέσιμων κονδυλίων για συστήματα CCTV, τόσο από κρατικούς όσο και από ιδιωτικούς πόρους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχουν μειωθεί οι ανάγκες, αλλά ότι εξαιτίας της οικονομικής κρίσης σε παγκόσμιο επίπεδο, τα χρήματα που ξοδεύονται για συστήματα CCTV είναι λιγότερα. Απόρροια του γεγονότος αυτού είναι ότι όχι μόνο οι ιδιοκτήτες μικρών εταιρειών και καταστημάτων, αλλά και οι υπεύθυνοι ασφαλείας κρατικών Οργανισμών και μεγάλων εταιρειών, αναζητούν το οικονομικότερο και πλέον αξιόπιστο σύστημα που μπορεί να καλύψει τις ανάγκες τους.
Με λίγα λόγια, όλοι προσπαθούν να επιτύχουν το βέλτιστο λόγο κόστους/απόδοσης για το σύστημα που θα επιλέξουν. Βέβαια πρέπει να τονιστεί ότι κάποιος μπορεί να θεωρεί πως αυτό θα επιτευχθεί χρησιμοποιώντας χαμηλού κόστους προϊόντα, ενώ κάποιος άλλος να πιστεύει ότι η χρήση πιο ακριβών προϊόντων που προσφέρουν περισσότερα και καλύτερα χαρακτηριστικά, βελτιώνουν την απόδοση του συστήματος και μεσοπρόθεσμα οδηγούν σε πραγματική μείωση του κόστους.
Όμως η πραγματοποίηση ή όχι αυτού του στόχου δεν είναι πάντα μία εύκολη διαδικασία. Ο ρυθμός των πληροφοριών που δέχονται οι υπεύθυνοι ασφαλείας από τους προμηθευτές/εγκαταστάτες των συστημάτων CCTV είναι πραγματικά καταιγιστικός και συχνά τους αποπροσανατολίζει. Η μείωση του κόστους σε μία εγκατάσταση CCTV μπορεί να επιτευχθεί είτε με μείωση του κόστους της εγκατάστασης και των υπηρεσιών συντήρησης είτε με τη μείωση των συσκευών που απαρτίζουν ένα σύστημα CCTV.
Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται ευρύτατα προϊόντα CCTV χαμηλού κόστους. Τα προϊόντα αυτά κυρίως προέρχονται από κατασκευαστές της δεύτερης κατηγορίας (όπως αυτές ορίστηκαν παραπάνω). Αρχικά τα προϊόντα αυτά εμφάνιζαν σχετικά πρόωρα τεχνικές δυσλειτουργίες σε σχέση με το χρόνο εγκατάστασής τους, δεν υπήρχε εγγύηση και σωστή υποστήριξη από τις κατασκευάστριες εταιρείες και γενικά οι εγκαταστάτες/προμηθευτές και οι τελικοί χρήστες πραγματικά υπέφεραν από αυτά τα προβλήματα. Με την πάροδο του χρόνου βελτιώθηκε σημαντικά το επίπεδο παροχής υπηρεσιών καθώς και η αξιοπιστία των προϊόντων που παρήγαγαν. Σε αυτό βέβαια συνετέλεσε και η γοργή ανάπτυξη του κλάδου σε παγκόσμιο επίπεδο. Έτσι τα προϊόντα χαμηλού κόστους άρχισαν να παίρνουν όλο και μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς και να τα προτιμούν πολλές αξιόπιστες εταιρείες εγκατάστασης, προκειμένου να μειώσουν το κόστος και να παρέχουν όσο το δυνατόν καλύτερα προϊόντα, ώστε να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό.
Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινίσουμε τους κύριους λόγους για το χαμηλό κόστος αυτών των προϊόντων. Τα προϊόντα CCTV χρησιμοποιούν ψηφιακή τεχνολογία και υλικά – όπως μονάδες επεξεργασίας, κωδικοποίησης, αποκωδικοποίησης – καθώς και διάφορα άλλα chipset. Μία συσκευή με πολλά λειτουργικά χαρακτηριστικά και υψηλή απόδοση είναι προφανές ότι χρησιμοποιεί πολλά και τελευταίας τεχνολογίας υλικά, με άμεση συνέπεια την αύξηση του κόστους της. Αντίθετα, μία συσκευή που έχει λιγότερα λειτουργικά χαρακτηριστικά, είναι λογικό να έχει και χαμηλότερο κόστος.
Οι συσκευές σήμερα για να εξυπηρετούν τις απαιτήσεις ασφαλείας λειτουργούν 24 ώρες το 24ωρο, όλες τις ημέρες του χρόνου. Το γεγονός αυτό απαιτεί να υπάρχουν αυστηρά κριτήρια στην κατασκευή και παραγωγή τους, αλλά και εξαντλητικά τεστ δοκιμών.
Φθηνότερα προϊόντα μπορεί να σημαίνει ότι οι παραπάνω διαδικασίες δεν έχουν γίνει σωστά και έτσι όπως απαιτούνται για μια συσκευή που πρέπει να δουλεύει 24/7, για όλο το χρόνο. Ένα προϊόν χαμηλού κόστους μπορεί να έχει υψηλή απόδοση για ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, αλλά κατά κανόνα δεν παρουσιάζει την ίδια συμπεριφορά για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οπότε μπορεί βραχυπρόθεσμα να φαίνεται ως μία καλή επένδυση, όμως μακροπρόθεσμα το κόστος θα είναι μεγαλύτερο από την αρχική επιλογή ενός ακριβότερου προϊόντος. ¶λλοι κατασκευαστές προκειμένου να μειώσουν το κόστος κατασκευής αλλά ταυτόχρονα να έχουν υψηλή αξιοπιστία και απόδοση στα προϊόντα τους, χρησιμοποιούν υλικά παλαιότερης τεχνολογίας.
Οι παραπάνω λόγοι σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν κριτήριο για την απόδοση και αξιοπιστία ενός συστήματος CCTV. Μας ενημερώνουν όμως γιατί ένα προϊόν είναι σημαντικά χαμηλότερου κόστους από ένα άλλο.
Το σημαντικό στην όλη υπόθεση που πρέπει να γίνει και κατανοητό, είναι ότι απαιτείται να γίνεται σωστή ανάγνωση των τεχνικών και λειτουργικών προδιαγραφών αυτών των προϊόντων, ώστε να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις πραγματικές τους δυνατότητες. Σε πολλά τεχνικά φυλλάδια οι προδιαγραφές των προϊόντων CCTV χαμηλού κόστους είναι γραμμένες με τέτοιο τρόπο, ώστε να φαίνονται εφάμιλλα ή ακόμα και πολύ καλύτερα από προϊόντα που έχουν διαφορά τιμής 2 – ή ακόμα και 3 τάξεις μεγέθους. Μία προσεκτικότερη ανάγνωση όμως, θα αποκαλύψει ότι αυτά που υπόσχονται, είτε δεν συμβιβάζονται με την τεχνολογία κατασκευής τους είτε υπάρχουν διάφορες υποσημειώσεις οι οποίες αποκαλύπτουν τα ακριβή τεχνικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά των προϊόντων αυτών.
Σημαντικό παράγοντα για το κόστος μιας εγκατάστασης CCTV αποτελεί η λειτουργικότητα και η επεκτασιμότητα των συσκευών που εγκαθίστανται. Όταν δεν υπάρχουν οικονομικοί περιορισμοί είναι σωστό να επιλέγονται προϊόντα που μπορούν να καλύψουν όχι μόνο τις παρούσες ανάγκες, αλλά να έχουν δυνατότητα επέκτασης και αναβάθμισης προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες που θα προκύψουν στο μέλλον, χωρίς να απαιτείται η εγκατάσταση ενός νέου συστήματος. Όταν όμως υπάρχουν περιορισμοί στο κόστος επένδυσης, η επιλογή θα πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να καλύπτονται οι τωρινές ανάγκες όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένα, παρά να επιδιώκεται η τέλεια και υψηλής απόδοσης κάλυψη μέρους μόνο αυτών των αναγκών.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνεται σωστή καταγραφή των απαιτήσεων και στη συνέχεια σωστή επιλογή των προϊόντων, ώστε να μειωθεί το κόστος μιας εγκατάστασης CCTV. Π.χ. δεν είναι σωστό να χρησιμοποιούνται κάμερες πολύ υψηλής ανάλυσης, όταν οι οθόνες παρακολούθησης και η συσκευή ψηφιακής καταγραφής δεν είναι αντίστοιχα τουλάχιστον ίδιας ανάλυσης. Διαφορετικά, αν χρησιμοποιούνται κάμερες μεσαίας ανάλυσης είναι σπατάλη και εντελώς άχρηστο να χρησιμοποιείται ψηφιακός καταγραφέας με ανάλυση D1.
Επειδή κάθε εγκατάσταση CCTV είναι μοναδική και έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες, δεν υπάρχουν γενικά κανόνες που μπορεί να ακολουθήσει κάποιος ώστε να συσχετίσει την απόδοση και αξιοπιστία του συστήματος με το κόστος του.
Σε μία εγκατάσταση CCTV μπορεί να συμφέρει η χρησιμοποίηση προϊόντων χαμηλού κόστους τα οποία να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και με τον τρόπο αυτό να εξοικονομηθούν πόροι που μπορούν να επενδυθούν αποδοτικά σε άλλες δραστηριότητες της επιχείρησης ή του Οργανισμού.
Δυστυχώς συμβαίνει (συχνά και όχι σπάνια) σε εγκαταστάσεις CCTV υψηλής ασφάλειας να χρησιμοποιούνται προϊόντα χαμηλού κόστους, επειδή η επιλογή έγινε με γνώμονα την πρόχειρη ανάγνωση των τεχνικών φυλλαδίων των προϊόντων. Το αποτέλεσμα είναι η πλημμελής ασφάλεια της εγκατάστασης και με τον τρόπο αυτό τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια των εργαζομένων, των προϊόντων και των υποδομών μιας επιχείρησης ή ενός Οργανισμού. Η ψευδαίσθηση της ασφάλειας είναι πολύ χειρότερη και εγκυμονεί περισσοτέρους κινδύνους από το να μην υπάρχει εγκατεστημένο ένα σύστημα CCTV. Σε μια τέτοια περίπτωση – και όταν πλέον διαπιστωθεί το κενό ασφαλείας που υπάρχει – χρειάζεται μία νέα επένδυση για την αγορά ενός συστήματος CCTV, το οποίο θα ανταποκρίνεται στις υψηλές προδιαγραφές ασφαλείας και επομένως υπάρχει μεγάλη αύξηση του κόστους και αδικαιολόγητη κατασπατάληση πόρων.
Τα συστήματα CCTV εγκαθίστανται για να μας παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικής ασφάλειας. Ο τελικός χρήστης θα πρέπει να γνωρίζει τις ανάγκες που έχει καθώς και το ποσό που θα επενδύσει για την κάλυψη αυτών των αναγκών. Ο εγκαταστάτης/ προμηθευτής είναι αυτός ο οποίος με υπευθυνότητα πρέπει να προτείνει και να αναδείξει τις διάφορες επιλογές που έχει ο τελικός χρήστης. Η ιδανική επιλογή θα ήταν να γινόταν χρήση προϊόντων τελευταίας τεχνολογίας, με χαμηλό κόστος. Επειδή όμως στο σύγχρονο κόσμο η πρόταση αυτή αποτελεί μια ουτοπία, θα πρέπει να μας προβληματίζει και να μας κάνει επιφυλακτικούς απέναντι σε όσους μας την προτείνουν.
Βελντές Γιώργος
Φυσικός -Ραδιοηλεκτρολόγος