Ο πολυδιάστατος χαρακτήρας της ασφάλειας!
Σκέπτομαι άρα υπάρχω (Cogito ergo sum)[1]
H ασφάλεια ενσωματώνει ποικίλους και πολυκλαδικούς επιστημονικούς παράγοντες-θεωρήσεις και παρέχει την δυνατότητα άσκησης δράσεως, πολλαπλών εμφανών και αφανών επιπέδων.
Γιάννης Κανάλης
Business Espionage Controls & Countermeasures Association BECCA
BECCA Europe
Στο άρθρο με τίτλο “Ο Τρίτος Δρόμος” – που δημοσιεύτηκε στο www.securitymanager.gr – υπάρχει η καταληκτική σημείωση ότι “Οφείλω επομένως να σας ενημερώσω, ότι το παρατεθέν δεν είναι λογοτεχνικό πόνημα. Εάν το εκλάβετε ως τέτοιο, λυπούμαι αλλά πλανάσθε πλάνην οικτράν”. Στην συνέχεια και συμπληρωματικά, ακολουθεί το άρθρο “Του στραβού το Δίκαιο”, όπου και πάλι καταλήγοντας αναφέρει ότι “Στραβός στραβόν οδήγαγε κι ηύραν κι οι δυο το βράχο”. Προς τεκμηρίωση της ορθότητος των ανωτέρω (επομένως και των άρθρων συνολικά), παραθέτω τα ακόλουθα δύο επιχειρήματα:
1) Κατατάσσουμε αμφότερα (τα άρθρα), με την σύμφωνη γνώμη σας φυσικά, αλλά και τα επόμενα (καλού Θεού θέλοντος) στην κατηγορία “δοκίμια” ή “χαρακτήρα σημειώσεων”. Αυτό διότι εκτιμώ ότι ως διδακτέα ύλη, αξιοπρεπέστατα, είναι σε θέση να υποστηρίξουν την προφορική διδασκαλία και μετάδοση γνώσεων σε θέματα Security. Το δοκίμιο,[2], [3] στην ακαδημαϊκή του τουλάχιστον εκδοχή, βρίσκεται στο διάμεσο της λογοτεχνίας και της πληροφορίας. Η σύνταξή του είναι λιγότερο ελεύθερη από εκείνην του λογοτεχνήματος, αλλά πιο προσωπική από εκείνην της πληροφοριακής ανακοίνωσης. Τέλος, το δοκίμιο είναι κατά βάση λόγος διδακτικός, καθώς δεν επικαλείται την ανιδιοτέλεια της τέχνης, αλλά ούτε και την ουδετερότητα της επιστήμης. Αν δεν κινδύνευα να παρεξηγηθώ, θα έλεγα ότι η δοκιμιακή έκφραση είναι κατεξοχήν παράδειγμα ιδεολογικής ομολογίας για θέματα και προβλήματα επίμαχα και ριψοκίνδυνα.
Για τα έργα/ύλη αυτής της κατηγορίας εκπαίδευσης, χρησιμοποιείται συνήθως ο όρος “ακροαματικά”, τα δε γραφέντα μέχρι τούδε, προσεγγίζουν, λύνουν, κατευθύνουν ή συνδυάζοντας όλα τα προηγούμενα, οι ημιφανείς λύσεις με την χρήση της επαγωγικής συλλογιστικής μεθόδου, αποδελτιώνονται.
2) Σύμφωνα με τους Fischer and Green, security (Securus) σημαίνει σταθερό, σχετικά προβλέψιμο περιβάλλον στο οποίο ένα άτομο ή μια ομάδα να μπορεί να είναι δυνατόν να ενεργεί, χωρίς διακοπή ή βλάβη, χωρίς φόβο, διαταραχή ή τραυματισμό (2004,p.21). Ένας άλλος παραδοσιακός προσδιορισμός της ασφάλειας (Security), είναι η παροχή ιδιωτικών υπηρεσιών για την προστασία ατόμων, πληροφοριών αλλά και περιουσιακών στοιχείων συμβαλλόντων στην ατομική ή την κοινοτική ευεξία (Craighead, 2003 ). Επιπλέον, η ιδιωτική ή εμπορική (ποια να είναι άραγε;[4]) ασφάλεια, μπορεί να θεωρηθεί η παροχή υπηρεσιών επί πληρωμή για την πρόληψη ανεπιθύμητων, μη εξουσιοδοτημένων ή επιβλαβών ζημιών στα περιουσιακά στοιχεία ενός οργανισμού (Kingsbury,1991). Ωστόσο, η έννοια (concept) ασφάλεια (Security) είναι δυνατόν να προσλαμβάνεται με πολύ διαφορετικούς τρόπους από και σε διαφορετικούς ανθρώπους (Davidson,2005), δεδομένου του χρόνου, του τόπου και του πλαισίου.
Αποδεικτικά λοιπόν (sapiens nihil affirmat quod non probet)[5], συνάγεται ότι ορθώς δεν είναι λογοτεχνικό πόνημα (ούτε και το παρόν) και ότι πάλι ορθώς, οι στραβοί ηύραν τον βράχο (ενσυναίσθηση ασφαλείας). Γιατί; Διότι , θεωρώ δεδομένο ότι ενστερνίζεσθε την ίδια άποψη, ότι δηλαδή ενσωματώνει (η ασφάλεια) ποικίλους και πολυκλαδικούς επιστημονικούς παράγοντες/θεωρήσεις (παρατέθηκαν ήδη ολίγοι & παρατίθενται συνεχώς) και παρέχει την δυνατότητα άσκησης δράσεως, πολλαπλών εμφανών και αφανών επιπέδων.
Αυτός ο πολυδιάστατος χαρακτήρας της ασφάλειας (υποκειμενική εννοιολογική πολυπλοκότητα) είναι αυτό το “κάτι τις”, το οποίο ωθεί συνολικά την κοινωνία ακόμη και σήμερα διανύοντας το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα, στην μη σαφή και εις βάθος κατανόηση της εν λόγω έννοιας.
Τα δοκίμια λοιπόν, κινούνται “επί των τύπων των ήλων” και εάν εντοπισθούν ή αναφερθούν θέματα μέσω επανάληψης, αυτό συμβαίνει διότι είναι “ένας από τους ευκολότερους τρόπους εντοπισμού θεμάτων” όπως επισημαίνει ο Robson[6] (2013, p. 482). Κατεγράφη σε αυτά κάτι αυθαίρετο ή άσχετο όσον αφορά την υποκειμενική εννοιολογική πολυπλοκότητα της Επιστήμης security; Ναι, πιθανώς αιρετική προσέγγιση, παρασάγγας μακράν της εφαρμοζόμενης “καθώς πρέπει” (εάν και όποτε) και ελαχίστου επίπτωσης όσον αφορά το κόστος, αλλά και επίπτωση επί της φήμης του προτείνοντος τα “καθώς πρέπει & προσήκοντα” μέτρα security.
Το ορθόν και προσήκον, είναι η ανεύρεση/εντοπισμός της τρωτότητας.
Οι οργανισμοί και οι επιχειρήσεις, συχνά ισχυρίζονται ότι αναλύουν/αξιολογούν την ασφάλειά τους, αλλά αυτές οι αναλύσεις/αξιολογήσεις είναι συχνά εξαιρετικά ανεπαρκείς για την κατανόηση των τρωτών σημείων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων τα οποία είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν και εκ των έσω (Insider Threat). Ορισμένες διαφορετικές τεχνικές ανάλυσης ασφαλείας —αν και εξακολουθούν να είναι δυνητικά χρήσιμες— συχνά συγχέονται με την τεχνική γνωστή ως ανάλυση τρωτότητας. Οι τεχνικές αυτές περιλαμβάνουν έρευνες ασφαλείας περπατώντας ολόγυρα με μια λίστα ελέγχου (walk through inspection), ελέγχους ασφαλείας εάν τηρούνται οι κανόνες (security audits), σύγκριση εφαρμοζόμενων πρακτικών ασφαλείας με γενικά “πρότυπα” ή “κατευθυντήριες γραμμές” ή “βέλτιστες πρακτικές”, οι οποίες μπορεί να είναι οι ίδιες ελαττωματικές ή υπερβολικά απλοϊκές ή υπερβολικά γενικευμένες για την τοπική κουλτούρα.
Άλλες τεχνικές που δεν είναι πολύ αποτελεσματικές στην εύρεση τρωτών σημείων περιλαμβάνουν εκτιμήσεις απειλών, αναλύσεις χαρακτηριστικών, αναλύσεις σφαλμάτων, αναλύσεις βασισμένες στο ιστορικό αρχείο, λήψη απόφασης από μια ομάδα εμπειρογνωμόνων, εργαλεία αξιολόγησης λογισμικού, και σύγχρονη διαχείριση κινδύνων.
Αυτό που λείπει γενικά είναι οι συχνές, ανεξάρτητες, ευφάνταστες και ολοκληρωμένες εκτιμήσεις τρωτότητος, από προσωπικό που είναι εξειδικευμένο στην εύρεση τρωτών σημείων και αντιμέτρων και το οποίο δεν υπόκειται στην αρχή “δεν μας αρέσουν τα νέα, σκοτώστε τον αγγελιοφόρο”. Τα ευρήματα και οι συστάσεις τους πρέπει να αξιολογούνται αντικειμενικά, χωρίς προκατάληψη και δυσαρέσκεια. Αντιθέτως θα πρέπει τα σήμαντρα να ηχούν χαρμόσυνα, διότι “η καλή ασφάλεια” είναι προορατική και αυτό απαιτεί κατανόηση και διαχείριση των τρωτών σημείων με έντιμο τρόπο. Λίγοι οργανισμοί ή επιχειρήσεις κυριολεκτικά είναι σε θέση να το κάνουν αυτό, παρά τους συχνούς ισχυρισμούς, διαβεβαιώσεις και προβολές περί του αντιθέτου.
Αξιολογώντας την αποτελεσματικότητα της ασφάλειας
Υπάρχει ένας πιο αποτελεσματικός τρόπος για να κρίνουμε την αποτελεσματικότητα της ασφάλειας, της οποίας στοιχεία έχουν παρατεθεί και θα την “βαπτίσουμε” διαφορική διάγνωση (διαφορετική). Η ιδέα είναι να βρεθεί το σύνολο των παραμέτρων ασφαλείας που ελαχιστοποιεί καλύτερα τον κίνδυνο. Αυτό είναι ένα σύνθετο πρόβλημα, επειδή υπάρχουν μυριάδες πιθανές παράμετροι ασφαλείας, καθεμία με πολλές πιθανές προεκτάσεις ή να είναι ρυθμιστικού χαρακτήρα. Η ανάλυση όλων των πιθανών παραμέτρων και ρυθμιστικών χαρακτηριστικών, εκ των πραγμάτων δεν είναι πρακτική. Αυτό που έχει περισσότερο νόημα, είναι να εξετάσουμε τις τρέχουσες παραμέτρους και ρυθμίσεις ασφαλείας και στη συνέχεια να εξετάσουμε τις αλλαγές σε αυτές. Εάν αυτές οι αλλαγές κάνουν τον κίνδυνο να μειωθεί, ίσως θελήσουμε να δοκιμάσουμε περισσότερες αλλαγές αυτού του τύπου. Εάν οι αλλαγές επιδεινώσουν τον κίνδυνο, ίσως θελήσουμε να εφαρμόσουμε άλλες δυνατότητες.
Εδώ έρχονται οι αξιολογητές ευπάθειας(Τρωτότητος). Μπορούν να καθορίσουν το πόσο η ασφάλεια θα βελτιωθεί, αν επισυμβούν οποιεσδήποτε αλλαγές. Ο στόχος τότε δεν θα είναι να αναζητήσουμε την απόλυτη βεβαιότητα ασφαλείας, αλλά μάλλον να πειραματιστούμε τουλάχιστον καταρχήν με αλλαγές ασφαλείας, ώστε να βοηθήσουμε στην εξεύρεση τρόπων μείωσης των τρωτών σημείων, να περιπλέξουμε τα πράγματα για τους αντιπάλους (εποφθαλμιούντες) και να μειώσουμε τον συνολικό κίνδυνο. Γνωρίζουμε ότι έχουμε “αρκετά καλή ασφάλεια” τουλάχιστον στην παρόντα χρόνο, όταν δεν μπορούμε να βρούμε πρακτικές αλλαγές που μειώνουν σημαντικά τον κίνδυνο. Η διαφορική διάγνωση, μπορεί να κάνει περισσότερα από το να μας βοηθήσει να κρίνουμε την ασφάλειά μας, αποφεύγοντας παράλληλα τον απολυταρχικό, δυαδικό (1+1=2), ευσεβή πόθο για την απόλυτη “διασφάλιση”. Με αυτή την τεχνική, επικεντρωνόμαστε διαρκώς και πρωτίστως στην ασφάλεια και τις αλλαγές ασφαλείας, συμβάλλοντας ώστε το πρόγραμμα ασφαλείας να παραμένει ευέλικτο, προσαρμόσιμο και προπαντός εστιασμένο στην πρόληψη. Έτσι μόνον αποφεύγετε το πρόβλημα της αδράνειας του περιγράμματος ασφαλείας (nothingness treaty) το οποίο συχνάκις απαντάμε σε μεγάλους γραφειοκρατικούς οργανισμούς.
Παρατηρούμε ότι οι γνώσεις και οι πρακτικές στον τομέα του security αλλάζουν συνεχώς. Καθώς νέες έρευνες και εμπειρίες διευρύνουν την κατανόησή μας επί του εν λόγω γνωστικού αντικειμένου, αλλαγές στις ερευνητικές μεθόδους ή τις επαγγελματικές πρακτικές, πρέπει να καταστούν αναγκαίες. Οι επαγγελματίες και οι ερευνητές πάντα βασίζονται πρώτα στη δική τους εμπειρία και στις ήδη κατεχόμενες γνώσεις και σε συνέχεια στην αξιολόγηση και χρήση οιονδήποτε πληροφοριών ή μεθόδων περιγράφονται στην βιβλιογραφία.
Αλλά και να είχε καταγραφεί (υπόθεση εργασίας), ο γράφων συμφωνεί με τα περιγραφόμενα στο άρθρο 19[7] ότι δηλαδή: “Καθένας έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης, που σημαίνει το δικαίωμα να μην υφίσταται δυσμενείς συνέπειες για τις γνώμες του, και το δικαίωμα να αναζητεί, να παίρνει και να διαδίδει πληροφορίες και ιδέες, με οποιοδήποτε μέσο έκφρασης, και από όλο τον κόσμο”.
Η γνώση είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δομής της μνήμης, προσδιοριζόμενη ως ο τρόπος με τον οποίο η μνήμη είναι οργανωμένη, το πως αποθηκεύει και το πως ανακτά πληροφορίες, οπότε όντας μια πολύπλοκη διαδραστική διαδικασία ( Lockhart και Craik, 1990 ) απαιτεί την κατηγοριοποίηση της.
Σε σχέση με την μετάδοση της γνώσεως (πληροφορίες και ιδέες) όπως παραπάνω αναφέρθηκε, πρέπει να προσεγγίσουμε το εάν ισχύει αυτή η άποψη με την κατηγοριοποίηση της. Στο δοκίμιο ο Τρίτος Δρόμος, η ταξινόμηση (ιεραρχία) της γνώσης, ακολουθεί τον καθηγητή Bengt-Åke Lundvall, σύμφωνα με τον οποίο αυτή κατηγοριοποιείται πρωτίστως υπό το πρίσμα της οικονομικής ανάλυσης/θεώρησης της και περιλαμβάνει τέσσερις (4) συγκεκριμένες κατηγορίες γνώσεων.
Εδώ, το παρόν δοκίμιο περί της ασφάλειας “ξεστρατίζει” ακολουθώντας άλλους σημαντικούς διανοητές, οι οποίοι έχουν κατηγοριοποιήσει την γνώση με διαφορετικά κριτήρια αναφοράς, όπως: γνώσεις μπορεί να θεωρηθούν “γεγονότα ή εμπειρίες γνωστές από ένα άτομο ή ομάδα ατόμων, συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με ένα θέμα” ( Angus and Roberston, 1992, p. 557). Όμως, σύμφωνα με τον Clancey, η γνώση “είναι παραπάνω από γραπτά επιστημονικά δεδομένα και θεωρίες” (1997, p. 285). “Η γνώση δεν ανακαλύπτεται, αντίθετα, η γνώση χρησιμοποιεί και επεκτείνει τις υπάρχουσες έννοιες” ( Novak and Gowin, 1984 ) και γνώση είναι “μια πιθανή κατάσταση, είτε πραγματική είτε φανταστική” (Eysenck & Keane, 2002, p. 533 ). Καθώς αποκτάται νέα γνώση, η αλλαγή στην κατανόηση των υφιστάμενων γνώσεων επιτυγχάνεται. Η γνώση είναι βιώσιμη (Rennie & Gribble, 1999), και αναπτύσσεται επί της προϋπάρχουσας γνώσεως και εμείς (συμπληρώνω εγώ), καλούμεθα ως “κατ’ επάγγελμα ασφαλίτες”[8] να σκεφτόμαστε “ανάποδα”.
Η αποτύπωση του επαγγέλματος τη ασφάλειας
Ποιος είναι όμως ο “κατ’ επάγγελμα ασφαλίτης” ή να το θέσω ορθότερα, τι ακριβώς προσδιορίζεται με την έννοια “επάγγελμα ή επαγγέλματα ασφαλείας ή επαγγελματίας ασφάλειας”;
Ο Simonsen (1996, σ. 229) υποστήριξε ότι η ασφάλεια (security) μπορεί να θεωρηθεί επάγγελμα, λόγω του δεδομένου ότι “μεμονωμένες ομάδες επαγγελματιών του τομέα της ασφάλειας” προσεγγίζουν τα προαπαιτούμενα ενός συνόλου κριτηρίων, προαπαιτούμενα τα οποία συνιστώνται από: πρότυπα και γνώσεις, ύπαρξη αναγνωρισμένης επαγγελματικής ένωσης, πρόγραμμα πιστοποίησης και γνωστικό αντικείμενο.
Επαγγέλματα ασφαλείας[9] ορίζονται εκείνα τα οποία τακτικά “καλύπτουν” από το ανώτερο έως το κατώτερο άκρο του επιχειρησιακού τομέα και τανάπαλιν τον στρατηγικό τομέα της βιομηχανίας ασφάλειας (Security Industry) συνιστώντας την κρίσιμη ομάδα προστασίας απάντων. Της κυβέρνησης, των εμπορικών οργανισμών (Ν.Π.Ι.Δ. & Ν.Π.Δ.Δ.), των μη κυβερνητικών οργανώσεων και της κοινότητος.
Σε πολλές χώρες είναι διακριτά τα επαγγέλματα κάτω από την ομπρέλα security, πιστοποιείται η μοναδικότητα παροχής ενός εκάστου (certified status) και εξ αυτού προκύπτει αφ’ ενός μεν προστιθέμενη αξία (added value recognition) αφ’ ετέρου η δια βίου προσήλωση στην μάθηση (επιμόρφωση) και ως συμπαρομαρτούν παρεπόμενο η εξελικτική επαγγελματική σταδιοδρομία στο Security Industry.
Επιπρόσθετα (οι σοβαρές δημόσιες διοικήσεις δρουν κατ΄αυτόν τον τρόπο), για να υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα της βιομηχανίας ασφαλείας (Security Industry), το 1980 το National Institute of Justice των ΗΠΑ, χρηματοδότησε μια ολοκληρωμένη μελέτη που διεξήχθη από την Hallcrest Systems, μελέτη γνωστή ως Hallcrest Report I. Αντικείμενο της η αξιολόγηση της έκτασης και της φύσης των ιδιωτικών πρωτοβουλιών ασφαλείας. Οι στόχοι της μελέτης ήταν οι εξής:
- Η συλλογή πληροφοριών σχετικά με τον γενικό χαρακτήρα της ιδιωτικής βιομηχανίας ασφάλειας[10] στις Ηνωμένες Πολιτείες, με επικαιροποίηση προηγούμενων ερευνών.
- Να περιγράψει/καταγράψει τη συμβολή της ιδιωτικής ασφάλειας στον έλεγχο του εγκλήματος και στην διατήρηση της τάξης, καθώς και τον εντοπισμό ευκαιριών περαιτέρω βελτίωσης.
- Περιγραφή της εργασιακής σχέσης μεταξύ της ιδιωτικής ασφάλειας και της δημόσιας δύναμης, καθώς και η ανάπτυξη συστάσεων για βελτιωμένη συνεργασία και συντονισμό.
Ακολούθησε ακόμη μια μελέτη με αντικείμενο την βιομηχανία ιδιωτικής ασφάλειας το 1990, γνωστή και ως The Hallcrest Report II: Private Security Trends (1970–2000). Οι στόχοι αυτής της μελέτης περιελάμβαναν τα ακόλουθα:
- Να αποτυπώσει την ανάπτυξη και τις αλλαγές στον ιδιωτικό κλάδο ασφάλειας, τις τελευταίες δύο δεκαετίες.
- Να εντοπίσει τα αναδυόμενα και ανεπίλυτα ζητήματα & τάσεις στην ιδιωτική ασφάλεια καθώς και την σχέση της με την επιβολή του νόμου.
- Να παραθέσει συστάσεις και μελλοντικούς ερευνητικούς στόχους, με όφελος την μεγιστοποίηση της συνεργασίας μεταξύ ιδιωτικής ασφάλειας και δημόσιας δύναμης επιβολής του νόμου.
Η έκθεση Hallcrest II προσδιόρισε το οικονομικό έγκλημα ως σοβαρή απειλή για την κοινωνία. Διαπίστωσε ότι δύο σημαντικά συστατικά του οικονομικού εγκλήματος σε σχέση με τα ευρήματα του Hallcrest Report I, ήταν τα εγκλήματα του λευκού κολάρου και το συνηθισμένο έγκλημα. Ως οικονομικά εγκλήματα προσδιορίσθηκαν:
- Εγκλήματα που διαπράττονται κατά τη διάρκεια άσκησης του νόμιμου επαγγέλματος κάποιου (π.χ. τραπεζικός υπάλληλος που κλέβει κατά την εκτέλεση των κανονικών του καθηκόντων).
- Εγκλήματα τα οποία αφορούν παραβίαση της εμπιστοσύνης.
- Εγκλήματα τα οποία απαιτούν έλλειψη σωματικής βίας για την επίτευξη του εγκλήματος (η χρήση βίας δεν χρειάζονται).
- Εγκλήματα για τα οποία χρησιμοποιούνται χρήματα, περιουσία ή δύναμη και κύρος για να επιτευχθεί το έγκλημα.
- Εγκλήματα με σκοπό την διάπραξη της παράνομης πράξης.
- Εγκλήματα με σκοπό την απόπειρα απόκρυψης τελεσθέντος εγκλήματος.
Ως επαγγελματίες της ασφάλειας (είτε ΙΕΠΥΑ είτε in-House), συχνά παραβλέπουμε το πιο ουσιαστικό στοιχείο απαραίτητο για την “σιγουριά” και την “διαιώνιση” της θέσεως εργασίας μας: την ικανοποίηση των πελατών. Εάν ο πελάτης πιστεύει ότι: (1) λαμβάνει ποιότητα από το τρέχον προσωπικό ασφαλείας και (2) ότι καταβάλλει εύλογο τέλος για τις εν λόγω υπηρεσίες, στατιστικές έχουν δείξει, ότι η υπάρχουσα υπηρεσία/θέση θα διατηρηθεί κατά πάσα πιθανότητα. Στον κανόνα υπάρχει πάντα η εξαίρεση.
Κλείνοντας να σημειώσω ότι Φῶς καὶ Φωνὴ Ἐξυπνισμοῦ ἐν τῷ Αἰῶνι τῆς Νυκτός αναζητείται.
[1] Renatus Cartesius, (1596-1650). Γάλλος φιλόσοφος, μαθηματικός και επιστήμονας φυσικών επιστημών. Cogito ergo sum: Σκέπτομαι άρα υπάρχω.
[2] Διδάσκει (το Δοκίμιο) και ταυτόχρονα τέρπει πολυάριθμους αναγνώστες διαφόρων μορφωτικών επιπέδων. Ιδιαίτερα το χαίρονται οι “απλούστεροι”. Πλουτίζει τις γνώσεις, οξύνει τις κρίσεις, καλλιεργεί την ευαισθησία τους. Ε. Π. Παπανούτσος, 1900 – 1982. Παιδαγωγός, Φιλόσοφος, Θεολόγος και Δοκιμιογράφος. . https://www.greek-language.gr
[3] Δ. Ν. Μαρωνίτης 1929-2016.Kαθηγητής Πανεπιστημίου, κλασικός φιλόλογος. https://www.greek-language.gr
[4] Προσθήκη του γράφοντος.
[5] Λατινική έκφραση: ο σοφός τίποτε δεν βεβαιώνει, αν δεν το αποδεικνύει.
[6] Real World Research (Third Ed.). Chichester: Wiley.
[7] Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, 10 Δεκεμβρίου 1948.
[8] Κανένα επάγγελμα/εργασία (όχι δουλειά), δεν είναι ντροπή. Το λέει ο θυμόσοφος λαός, όχι ο γράφων.
[9] Πληθυντικός, διότι: Άλλο το επάγγελμα προσωποφύλακας ασφαλείας, άλλο ο Security Operator που προβλέπεται για προστασία κρίσιμων υποδομών, κ.ο.κ.
[10] Μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και η Δημόσια ασφάλεια και οι ταγοί αυτής.