Ο πόλεμος των «βιομηχανικών κατασκόπων»
Κάμερες ενσωματωμένες σε τοίχους, ανιχνευτές ασύρματων καμερών, κινητά με «αόρατους» κοριούς και πολλές άλλες ηλεκτρονικές συσκευές, αποτελούν τα μέσα διεξαγωγής ενός ιδιότυπου πολέμου βιομηχανικής κατασκοπίας, που σχεδόν ποτέ δεν έρχεται στο φως της δημοσιότητας.
Ειδικοί ανιχνευτές κρυφών καμερών, κινητά τηλέφωνα για εντοπισμό ασύρματων μικροφώνων, καλώδια υποκλοπής κειμένων στο Ίντερνετ αλλά και στο εσωτερικό σύστημα εγγράφων μεγάλων εταιρειών, οθόνες ηλεκτρονικών υπολογιστών που μετατρέπονται με την αποστολή ενός «συστημένου» e-mail σε .ακροατές συνομιλιών μέσα σε επαγγελματικούς χώρους, ειδικά συστήματα εξουδετέρωσης των συσκευών δορυφορικού στίγματος GPS για οχήματα – και όχι μόνο, βαλίτσες «αντιπαρακολούθησης» και συστήματα ολικής παρακολούθησης εργασιακών χώρων, είναι μερικά μόνο από τα δεκάδες συστήματα που χρησιμοποιούνται για βιομηχανική κατασκοπία, ενώ πλέον προωθούνται έντονα και σε άλλους χώρους, όπως πολιτικούς, διπλωμάτες, δημόσιους λειτουργούς καθώς και σε «εκκλησιαστικούς κύκλους».
Τα τελευταία χρόνια, χιλιάδες Έλληνες ιδιώτες αναζητούν ηλεκτρονικά αντίμετρα προκειμένου να μην εκτίθενται στα ΜΜΕ ή σε ανταγωνιστές στον επαγγελματικό χώρο. Πολλοί ακόμα, σε σειρά περιπτώσεων προσπαθούν να συλλέξουν κρίσιμες πληροφορίες από τους επιχειρηματικούς «εχθρούς» και να ανταποκριθούν στον «άγνωστο πόλεμο» μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών. Στα πλαίσια αυτά επιχειρούν να εντοπίσουν εσωτερικούς εχθρούς που διαρρέουν επιχειρηματικά μυστικά μέσα στις εταιρείες τους, προχωρώντας σε δημιουργία δικτύου εσωτερικής παρακολούθησης υπαλλήλων, πέρα βεβαίως από οποιαδήποτε νομοθετική κάλυψη. Όπως ανέφερε μάλιστα στέλεχος εταιρείας ασφαλείας «προ μερικών εβδομάδων, γνωστός επιχειρηματίας διέθεσε περίπου 300.000 EUR για την εποπτεία και την προστασία των χώρων του από οποιαδήποτε απόπειρα υποκλοπής».
Υπολογίζεται ότι το 15-20% των Ελλήνων επιχειρηματιών μέσου κι υψηλού επιπέδου, έχουν απευθυνθεί σε ελληνικές και ξένες εταιρείες παροχής ειδικών συστημάτων ασφαλείας, που αφορούν συστήματα παρακολούθησης ή «αντίμετρα ασφαλείας». Πλέον είναι αντιληπτό σε ένα μεγάλο τμήμα του επιχειρηματικού κόσμου, ότι τα συμφέροντα που διακυβεύονται είναι τεράστια και έτσι τίποτα δεν μπορεί να αφήνεται στην τύχη του. Έτσι λοιπόν, οι επιχειρηματίες δημιουργούν το δικό τους «οπλοστάσιο» μικροσυσκευών για να αντέξουν στον πόλεμο του παρασκηνίου και σε αυτό το ιδιόμορφο «παιγνίδι κατασκοπίας». Κι όλα αυτά βεβαίως, αν αναλογισθεί κανείς ότι στο εξωτερικό το ποσοστό των επιχειρηματιών που έχουν ήδη αποκτήσει εξοπλισμό παρακολούθησης ή αντιπαρακολούθησης, είναι της τάξης του 70-80%. Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι Έλληνες πολιτικοί, δημόσιοι λειτουργοί και άλλοι, αναζητούν συσκευές προκειμένου να σταματήσουν οι «παγιδεύσεις» τους από κοριούς ή κρυφές κάμερες, που μπορεί να τοποθετούν εσωτερικοί αντίπαλοί τους ή ακόμη και ορισμένοι εκπρόσωποι – όπως πιστεύουν – των ΜΜΕ.
Σύγχρονες τεχνολογίες στο οπλοστάσιο της αντικατασκοπίας
Στα πλαίσια αυτά λοιπόν, έχουν αναπτυχθεί και διατίθενται και στην ελληνική αγορά ειδικά ηλεκτρονικά προϊόντα παρακολούθησης και αντιπαρακολούθησης, που όπως προαναφέραμε γνωρίζουν ευρεία αποδοχή.
Ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα νέα συστήματα που προωθούνται στην ελληνική αγορά, κυρίως λόγω κάποιων τηλεοπτικών ρεπορτάζ ή λόγω βιομηχανικής κατασκοπίας, είναι οι προσωπικοί ανιχνευτές κρυφών καμερών, με κόστος που ξεκινά από 64EUR και φθάνει ακόμα και τα 950 EUR. Πιο «δημοφιλές» προϊόν θεωρείται ο προσωπικός ανιχνευτής κρυφών καμερών SpyFinder, που διατίθεται από την Spyfinder Hellas (2104599904). H συγκεκριμένη συσκευή ανιχνεύει ενεργοποιημένες ή απενεργοποιημένες κάμερες, ενσύρματες ή ασύρματες, μέχρι ακόμα και φακούς οπτικής ίνας. Οι ανιχνευτές αυτοί κοστίζουν από 220-300 EUR και μπορούν να εντοπίζουν κάμερες ακόμη και στα πια απίθανα σημεία, όπως τσάντες, κουτιά αναψυκτικών, λούτρινα αρκουδάκια και φυτά. Η λειτουργία τους βασίζεται στην οπτική επαύξηση, που είναι ένας τεχνικός όρος ο οποίος εξηγεί την αντανάκλαση του φωτός που παράγεται από ένα οπτικό σύστημα, όπως για παράδειγμα από μία βιντεοκάμερα, στην ίδια ευθεία με το αρχικό φως. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αν μία κρυφή κάμερα φωτιστεί και εντοπιστεί από την τεχνολογία του Spyfinder, μια πολύ δυνατή αντανάκλαση από την κάμερα – στόχο θα αποκαλύψει τη θέση της στο χρήστη. Μέσω λοιπόν της σάρωσης του χώρου με υπέρυθρες ακτίνες, μπορεί να εντοπισθεί ένα ισχυρό «κόκκινο» στίγμα που προδίδει την άκρη του φακού, οπουδήποτε και αν βρίσκεται και όσο καλά κρυμμένος και αν είναι. Αυτές οι συσκευές είναι κινητές και πολύ εύκολα μεταφερόμενες, ενώ χωράνε ακόμα και στην τσέπη. Το επονομαζόμενο Spy Finder που πρόσφατα αποχαρακτηρίστηκε σαν απόρρητη τεχνολογία, αναπτύχθηκε αρχικά για κυβερνητικές εφαρμογές, ως ένα αντικατασκοπευτικό εργαλείο για τη σάρωση χώρων όπως πρεσβείες, ξενοδοχεία όπου καταλύουν κυβερνητικές αποστολές, συνεδριακοί χώροι κι άλλοι υψηλής κρισιμότητας χώροι.
Ανάλογης χρήσης είναι και τα ειδικά σκάνερ με ενσωματωμένο έγχρωμο μόνιτορ και ήχο, που έχουν τη δυνατότητα εντοπισμού και ανίχνευσης ασύρματων καμερών, οι οποίες λειτουργούν στις συχνότητες από 900 Μhz έως 2,7GHz. Οι συσκευές αυτές, που διατίθενται από την ίδια εταιρεία, πέρα από τη δυνατότητα οπτικού ελέγχου εκπέμπουν ειδικό ήχο όταν πλησιάζουν ασύρματες κάμερες. Όπως αναφέρουν εκπρόσωποι της εταιρείας που τις διαθέτουν στην Ελλάδα, πολύ σύντομα αναμένεται και μία σταθερή, μη χειροκίνητη συσκευή σάρωσης χώρου για τον εντοπισμό κρυφών καμερών. Επιπλέον πωλούνται συστήματα για τη διακοπή λειτουργίας συσκευών GPS, με τα οποία μπορεί κάποιοι να έχουν παγιδεύσει τα οχήματά μας ή ένα προσωπικό αντικείμενο κι έτσι να καταγράφει τις κινήσεις μας. Ωστόσο, για αυτό το σύστημα ισχύει προς το παρόν μία διεθνής απαγόρευση για την πώλησή τους. Διεθνείς φορείς επικαλούνται ότι αυτή η συσκευή μπορεί να χρησιμοποιηθεί από κλέφτες οχημάτων ή άλλους κακοποιούς, οι οποίοι με αυτόν τον τρόπο μπορεί να εξουδετερώνουν τα συστήματα GPS ασφαλείας, που μπορεί να έχουν τοποθετηθεί στα οχήματα από τους ιδιοκτήτες τους.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Όμως, κάθε «αμυντικό» σύστημα στον πόλεμο της κατασκοπίας δημιουργεί κι ένα αντίρροπο σύστημα του επιτιθεμένου, όπως για παράδειγμα μία κάμερα που μπορεί να είναι κτισμένη μέσα σε έναν τοίχο. Η κάμερα αυτή μπορεί να έχει σύστημα καταγραφής επίσης ενσωματωμένο μέσα στον τοίχο. Το σύστημα αυτό μπορεί να φθάσει σε αξία τα 2.500 έως 3.000 EUR και προϋποθέτει την εγκατάσταση της κάμερας σε συνεννόηση με τους κατασκευαστές του σπιτιού και με ειδική τοποθέτηση μέσα στους σοβάδες. Ο εντοπισμός της θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολος, αφού μάλιστα προτιμάται η κάμερα να τοποθετείται στη «γωνία» που σχηματίζουν οι τοίχοι και είναι ουσιαστικά αόρατες. Επιπλέον, υπάρχουν κάμερες ειδικά σχεδιασμένες να τοποθετούνται πάνω σε κρεμάστρες, οι οποίες θεωρούνται ιδανικό μέσο για παρακολούθηση ατόμων που διαμένουν σε ξενοδοχεία. Η καμαριέρα που έχει συνεννοηθεί με τους «κατασκόπους» του ιδιώτη – πελάτη του ξενοδοχείου, τοποθετεί την κρεμάστρα – κάμερα στις «ανοικτές» συνήθως ντουλάπες των δωματίων των ξενοδοχείων κι αρχίζει η επιθυμητή από τους κατασκόπους παρακολούθηση. Μία από τις πλέον ζητούμενες συσκευές που κυκλοφορούν στον πόλεμο της βιομηχανικής κατασκοπείας, είναι σαφώς τα κινητά τηλέφωνα παρακολούθησης με καταγραφέα τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, SMS, αλλά και συνομιλιών χώρου. Κάθε τέτοιο τηλέφωνο μοιάζει με ένα συνηθισμένο κινητό τηλέφωνο, όμως έχει εσωτερικό μηχανισμό παγίδευσης. Αν κληθεί από μία άλλη συσκευή της οποίας ο αριθμός έχει προγραμματισθεί, αμέσως ενεργοποιείται ένα μικρόφωνο, χωρίς αυτή η κλήση ενεργοποίησης να καταγράφεται στην οθόνη του κινητού και να κινεί τις υποψίες του κατόχου του. Έτσι λοιπόν, αυτός που πραγματοποιεί την «αόρατη» κλήση στο παγιδευμένο κινητό, αρχίζει να ακούει τι λέει ο κάτοχός του εκεί που βρίσκεται. Σε συνομιλίες δηλαδή του ανυποψίαστου κατόχου του κινητού-κοριού σε κάποιο χώρο ή βεβαίως και στα τηλέφωνά του. Επιπλέον, έχει τη δυνατότητα να διαβάζει τα SMS που λαμβάνει. Η αξία αυτών των κινητών – κατασκόπων είναι αξίας πολλών χιλιάδων ευρώ.
Σε αυτήν την ιδιότυπη «μάχη» του πολέμου των «βιομηχανικών κατασκόπων» βασικό ζητούμενο είναι το πώς θα αποκτήσει το παγιδευμένο κινητό ο επιχειρηματίας – «στόχος» της παρακολούθησης και αυτό βεβαίως γιατί είναι ήδη γνωστό σε έναν ευρύ επιχειρηματικό χώρο, ότι κυκλοφορούν τέτοιου είδους συσκευές – κοριοί. Προφανώς λοιπόν, ένας επιχειρηματίας θα είναι δύσκολο να δεχθεί δώρο ένα κινητό ή να το παραλάβει από μια ανεξέλεγκτη «πηγή», μιας και αμέσως θα του κινηθούν υποψίες για τέτοιου είδους «δώρα» ή περίεργες παραχωρήσεις. Σε περίπτωση λοιπόν που ανακαλύψει ότι η συσκευή – δώρο ήταν παγίδα, τα αποτελέσματα θα είναι ακριβώς τα αντίθετα και ιδιαίτερα οδυνηρά για το «δωρητή», οποίος βεβαίως θα εκτεθεί ανεπανόρθωτα. Έτσι λοιπόν, η παραλαβή του παγιδευμένου κινητού από τον επιχειρηματία έχει εξελιχθεί τους τελευταίους μήνες σε μία νέα «αγορά», σε μία νέα «υπηρεσία». Όπως αναφέρουν ειδικοί σε θέματα βιομηχανικής κατασκοπίας «…υπάρχουν εταιρείες που ασχολούνται με ζητήματα ασφαλείας ή με crisis management, οι οποίες πωλούν στους πελάτες τους προγράμματα προώθησης τέτοιου είδους παγιδευμένων συσκευών σε αντιπάλους τους. Ουσιαστικά, αυτές οι εταιρείες στήνουν μία θεατρική παράσταση με δικούς τους ανθρώπους, προκειμένου το παγιδευμένο τηλέφωνο να φτάσει στα χέρια του στόχου, χωρίς την παραμικρή υποψία. Συνήθως, τον επιχειρηματία προσεγγίζει κάποια όμορφη γυναίκα σε κάποιο «στέκι», που επιδιώκει να αποκτήσει προσωπική γνωριμία και στενότερες σχέσεις μαζί του. Αυτή η γυναίκα εργάζεται για λογαριασμό του γραφείου «βιομηχανικής κατασκοπίας» και επικαλείται στον επιχειρηματία ότι τα κινητά της είναι παγιδευμένα από το σύζυγό της ή κάτι παρεμφερές και του προσφέρει για λόγους ερωτικής ασφαλείας δύο κινητά που θα χρησιμοποιούν οι δύο τους. Έτσι, το κινητό-παγίδα φτάνει στα χέρια του συνεπαρμένου, αλλά απρόσεκτου επιχειρηματία…». Η παράσταση αυτή τιμολογείται από τις εξειδικευμένες επιχειρήσεις, άνω των 40.000-50.000 EUR.
Επιπλέον, υπάρχουν πομποί παρακολούθησης «χώρου» και συνομιλιών, που τοποθετούνται μέσα στις μπαταρίες των κινητών. Ο «κατάσκοπος», εκμεταλλευόμενος την έλλειψη προσοχής του επιχειρηματία, βγάζει την κανονική μπαταρία, βάζει την παγιδευμένη στο κινητό και αρχίζει η μεγάλη παρακολούθηση. Στην παρακολούθηση χώρων μπορεί να χρησιμοποιηθούν ακόμα τα επονομαζόμενα στηθοσκόπια των τζαμιών, των οποίων το κόστος ανέρχεται σε περίπου 3000 EUR. Ο «κατάσκοπος» μπορεί να κολλήσει μια μικρή, διάφανη βεντούζα από την εξωτερική πλευρά του τζαμιού ενός παρακολουθούμενου γραφείου. Έτσι, μέσω των δονήσεων του τζαμιού και μέσω ενός καταγραφικού, μπορεί να ακούει τι διαμείβεται μέσα στο γραφείο και να συλλέγει βεβαίως σημαντικές, εκμεταλλεύσιμες πληροφορίες.
Στις εσω-επιχειρηματικές μάχες, για να μαθευτούν τα «μεγάλα μυστικά» του αντιπάλου χρησιμοποιούνται και συστήματα υποκλοπής κειμένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Ένα από αυτά είναι ένα «συνηθισμένο» καλώδιο, που τοποθετείται μεταξύ ηλεκτρονικού υπολογιστή και πληκτρολογίου. Όμως, το ειδικό καλώδιο υποκλοπής στη θέση της κυλινδρικής αντίστασης που έχουν τα συνηθισμένα καλώδια, διαθέτει μια ειδική συσκευή, που έχει τη δυνατότητα αποθήκευσης μέχρι και 16 εκατομμυρίων κτυπημάτων των πλήκτρων του υπολογιστή. Τα κτυπήματα αυτά μπορεί βεβαίως να αναπαράγει σε γράμματα και λέξεις, στον υπολογιστή του υποκλοπέα. Αυτό το καλώδιο κοστίζει περίπου 500 EUR. Ακόμη, στην ελληνική αγορά πωλείται το τελευταίο διάστημα «κοριός» που μπορεί να τοποθετηθεί μέσα σε ηλεκτρονικό υπολογιστή (στη διάρκεια της κατασκευής του ή με «άνοιγμά» του) και ο οποίος ενεργοποιείται με την αποστολή e-mail. Μέσω του e-mail μπορεί ο βιομηχανικός κατάσκοπος να παραλαμβάνει κάθε 24ωρο αρχεία με τις καταγεγραμμένες συζητήσεις, που έχουν γίνει στο χώρο όπου βρίσκεται ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. Το σύστημα αυτό κοστίζει 800 EUR και η αξία του στον πόλεμο των επιχειρηματικών πληροφοριών είναι αρκετά σημαντική.
Παράλληλα, στην αγορά διατίθενται κινητά τηλέφωνα που παίζουν το ρόλο ανιχνευτή και μπορεί να εντοπίζουν κοριούς, πομπούς ή ακόμη και κρυμμένες συσκευές κινητών τηλεφώνων, σε χώρους -όπως στις συσκέψεις στελεχών εταιρειών- όπου έχει ζητηθεί όλα τα τηλέφωνα να είναι απενεργοποιημένα. Τα κινητά αυτά, αξίας από 600-1200 EUR, θεωρούνται ιδιαίτερα χρηστικά και μπορούν να εντοπίσουν τους δράστες «υποκλοπών» συνομιλιών, χωρίς να γίνει αντιληπτή αυτή η προσπάθεια.
Επιπλέον, πωλούνται κάμερες που μπορούν να τοποθετούνται σε αυτοκίνητα, για την καταγραφή των κινήσεων υπόπτων σε εξωτερικούς χώρους, χωρίς να γίνεται αντιληπτή αυτή η καταγραφή των κινήσεων. Οι κάμερες αυτές μπορούν να τοποθετηθούν σε σημειωματάρια, θήκες ποτηριών, μικρούς ανεμιστήρες, καθρέφτες προς την πλευρά του παρμπριζ και να μαγνητοσκοπούν τις κινήσεις προπορευόμενων οχημάτων, πεζών κ.λπ.
Τέλος, κυκλοφορούν συστήματα GPS με δυνατότητα «αποθήκευσης» και αναπαραγωγής όλων των στοιχείων της διαδρομής που ακολούθησε ο παρακολουθούμενος επιχειρηματίας. Πρόκειται για μια συσκευή, που ουσιαστικά αναπληρώνει μια πολυσύνθετη κι επιχειρησιακά επικίνδυνη διαδικασία φυσικής παρακολούθησης του επιχειρηματία ή ακόμη κι ενός υπόπτου. Σε αυτήν την περίπτωση, ο «κατάσκοπος» δεν κάνει τίποτα άλλο από το να αφαιρέσει αυτή τη νέα συσκευή GPS που έχει βάλει στο αυτοκίνητο και να δει εκ των υστέρων ποιο ήταν το ακριβές δρομολόγιο του «στόχου».
Για πολλές από τις προαναφερθείσες πληροφορίες στις οποίες βασίστηκε το παραπάνω άρθρο, ευχαριστούμε την εταιρεία Special Electronics (210-4599904).