Καταστολή παραβατικών ενεργειών στα πλαίσια του ποινικού κώδικα
Η δυναμική αντιμετώπιση παραβατικών ενεργειών, ως προς την ανάσχεσή τους, είναι αναγκαίο να διατηρεί την ισορροπημένη παράλληλη διάταξη με τον ποινικό κώδικα, έτσι ώστε οι άντρες της δύναμης ασφαλείας που επιχειρούν, να βρίσκονται μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας.
Η διαδικασία ανάσχεσης παραβατικών ατόμων κατά την εκτέλεση των ενεργειών τους από υπαλλήλους ιδιωτικών εταιρειών παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, έγκειται στο μέρος εκείνο των μέτρων ασφαλείας, που ακολουθουν τα προληπτικά μέτρα και όταν τα δεύτερα δεν είναι ικανά να προλαμβάνουν την έκνομη ενέργεια. Ο σχεδιασμός των προληπτικών μέτρων βασίζεται σε θεωρήματα που εφαρμόζονται είτε σε εθνικό είτε σε παγκόσμιο επίπεδο, συνδυάζοντας ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους, ώστε να επιτυγχάνεται το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα.
Η παρουσία φρουρών σε περιοχές ενδιαφέροντος όπου υπάρχει παρουσία κοινού ( τράπεζες- νοσοκομεία- κοινωφελείς οργανισμοί- πολυκαταστήματα κ.λπ.) εμπεριέχει την πολυπλοκότητα και τη σοβαρότητα ως προς τη στιγμή που θα χρειαστεί να γίνει επέμβαση καταστολής, διότι ο φρουρός ασφαλείας εάν δεν είναι γνώστης βασικών παραγράφων του ποινικού κώδικα (γεγονός που δεν φροντίζουν τις περισσότερες φορές οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών ασφαλείας να εκπαιδεύουν το προσωπικό τους σε αυτό το κομμάτι) κινδυνεύει να βρεθεί έκθετος ως προς το νόμο. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, όπου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, υπάλληλοι ασφαλείας λογοδότησαν στη δικαιοσύνη, γεγονός που σημαίνει ψυχολογικό κόστος – οικονομικό κόστος – πλήγμα του γοήτρου της εταιρείας ως προς την κοινή γνώμη και αποθάρρυνση των υπολοίπων υπαλλήλων να εκτελούν σωστά την υπηρεσία τους, με το φόβο ότι και εκείνοι κάποια στιγμή θα έχουν τις ίδιες επιπτώσεις.
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις
Παρακάτω θα παραθέσουμε μερικά παραδείγματα, έτσι ώστε να γίνει κατανοητό ότι οποιαδήποτε δυναμική ενέργεια θα πρέπει να διέπεται από νομιμότητα ως προς τη σκοπιμότητα που εξυπηρετεί, λαμβάνοντας υπόψη ότι η γνώση του αντικειμένου είναι ο καλύτερος σύμβουλος του επαγγελματία, ο οποίος αρκετές φορές σχοινοβατεί μεταξύ νομιμότητας και υπέρβασης αυτής.
Παράδειγμα 1: ¶τομο εισέρχεται σε κοινωφελή υπηρεσία, φωνάζοντας και διαταράσσοντας τη λειτουργία της ( 334 π.κ. παράγραφος 3 – Διατάραξη οικιακής ειρήνης).
Σε αυτή την περίπτωση, ο φρουρός ασφαλείας πρέπει να γνωρίζει ότι το άτομο διαπράττει το αδίκημα της οικιακής ειρήνης, όπως ορίζεται: Όποιος εισέρχεται παράνομα σε κατάστημα ή χώρο δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής υπηρεσίας ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή επιχείρησης κοινής ωφέλειας ή παραμένει στους χώρους αυτούς παρά τη θέληση της υπηρεσίας που τους χρησιμοποιεί, της οποίας τη θέλησή του δηλώνει ο νόμιμος εκπρόσωπος ή ο υπάλληλός της και προκαλεί έτσι διακοπή ή διατάραξη της ομαλής διεξαγωγής της υπηρεσίας, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών. Πρακτικά, σημαίνει ότι μόλις αρχίσει το περιστατικό, ο εκπρόσωπος αφού πρώτα ζητήσει από τον ταραξία να συμμορφωθεί και αυτός συνεχίζει την παραβατική του συμπεριφορά, τότε θα καλέσει τη δημόσια δύναμη (άμεσο δράση ) για να επιληφθεί του θέματος.
Παράδειγμα 2: Νεαροί δημιουργούν φθορά σε ιατρικό μηχάνημα δημόσιου νοσοκομείου.
- Με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών τιμωρείται η φθορά ξένης ιδιοκτησίας, της πρώτης παραγράφου του άρθρου 381, αν έγινε χωρίς πρόκληση από τον παθόντα.
- Με την ποινή της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται ο δράστης, αν το αντικείμενο της πράξης που προβλέπεται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 381,είναι: α) είναι είδος που χρησιμεύει για κοινό όφελος. β) είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. γ) η φθορά έγινε με φωτιά ή με κάποιο από τα μέσα που προβλέπει το άρθρο 270.
Ο νομοθέτης έχει προβλέψει, πως, εάν η φθορά προκληθεί σε είδος που εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τα ιατρικά μηχανήματα, το αδίκημα δεν ορίζεται ως απλή φθορά, αλλά ως διακεκριμένη.
Παράδειγμα 3: ¶τομο σε κατάσταση μέθης καλείται από το φρουρό ασφαλείας να εγκαταλείψει το χώρο προπόνησης δημοτικού σταδίου, στον οποίον έχει εισέλθει, ενώ ο πρώτος υβρίζει και επιτίθεται στο φρουρό (¶ρθρο 193 π.κ. παράγραφος 1 -Υπαίτιος κατάστασης μέθης).
Όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις του άρθρου 35, με πρόθεση ή από αμέλεια, περιάγει τον εαυτό του σε κατάσταση μέθης που αποκλείει κατά το άρθρο 34 την ικανότητα για καταλογισμό και σ’ αυτήν την κατάσταση γίνεται υπαίτιος πράξης, η οποία αλλιώς θα του είχε καταλογιστεί σαν κακούργημα ή πλημμέλημα, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών αν η πράξη είναι πλημμέλημα και με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη είναι κακούργημα. Αρκετές φορές γίνεται το λάθος να πιστεύουμε πώς το άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση μέθης, έχει το ακαταδίωκτο, δηλαδή δεν θα οδηγηθεί στη δικαιοσύνη για αδίκημα που διέπραξε. Ο νομοθέτης προβλέπει ότι το άτομο που φέρει τον εαυτό του σε τέτοια κατάσταση συνεπεία μέθης και διαπράττει αδίκημα, τιμωρείται.
Παράδειγμα 4. ¶τομο πλησιάζει το φρουρό που εκτελεί υπηρεσία και του ασκεί ψυχολογική πίεση, λέγοντάς του ότι θα του κάνει κακό. (¶ρθρο 333-Απειλή). Όποιος προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία απειλώντας τον με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση.
(έγκληση = το θύμα ή εκείνος που έχει υποστεί άδικη ενέργεια, δικαιοδοτείται να υποβάλει μήνυση).
Παράδειγμα 5. Νεαρός επιτίθεται σε υπάλληλο πολυκαταστήματος, διότι θεώρησε ότι η συμπεριφορά της δεν ήταν η πρέπουσα. ( ¶ρθρο 22 – ¶μυνα). ¶μυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου, στην οποία προβαίνει το άτομο προκειμένου να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον, από άδικη και παρούσα επίθεση, που στρέφεται εναντίον τους. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από το βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της βλάβης που απειλούσε, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις λοιπές περιστάσεις.
Διαπιστώνουμε πως, η έννοια της άμυνας δεν περιορίζεται μόνο στα στενά πλαίσια της προστασίας της σωματικής ακεραιότητας του ατόμου, αλλά και στην προσβολή του επιτιθέμενου κατά τρίτου ατόμου. Έτσι, στο παράδειγμα της υπαλλήλου, όχι μόνο ο φρουρός ασφαλείας, αλλά και οποιοσδήποτε υπάλληλος και πελάτης, μπορεί να προσβάλει τον επιτιθέμενο, προκειμένου να προστατέψει την υπάλληλο.
Η αποτελεσματικότητα των ενεργειών του υπαλλήλου ασφαλείας, ο οποίος έχει ουσιαστικό ρόλο και όχι διακοσμητικό, έχει άμεση σχέση με τη γνωστική προσέγγιση συγκεκριμένων θεματικών τομέων του επαγγέλματός του- ένας από αυτούς, η γνώση άρθρων του ποινικού κώδικα και, συγκεκριμένα, καταστάσεων που θα αντιμετωπίσει κάποια στιγμή στην καθημερινότητα της εργασίας του.
Πρέπει να επισημάνουμε πως στη διαδικασία εκπαίδευσης του προσωπικού, οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, υποχρεούνται να διδάσκουν στους υπαλλήλους τους ποινική δικονομία, άνευ υπερβολών, έτσι ώστε ο μελλοντικός υπάλληλος να κατέχει τα εφόδια που θα τον προστατεύσουν, αλλά και θα του δημιουργούν και την αυτοπεποίθηση του επαγγελματία, ωφελουμένου και του ιδίου, αλλά και της εργοδότριας εταιρείας.
Του Γιώργου Διάκου