Κανόνες Εμπλοκής των ενόπλων φρουρών στα εμπορικά πλοία
Στην περίπτωση των ένοπλων φρουρών πάνω σε πλοία, είναι προφανές ότι απαιτείται μια προσαρμογή του όρου κανόνες εμπλοκής, καθώς ούτε πρόκειται για «στρατιωτικές δυνάμεις», ούτε γίνεται να λάβουν οδηγίες τέτοιας φύσης από δημόσιες αρχές.
Πλωτάρχης Ε. Νικολόπουλος ΠΝ
Τα τελευταία χρόνια η χρήση των ένοπλων φρουρών πάνω σε εμπορικά πλοία έχει διαδοθεί αρκετά, σαν αποτέλεσμα της ραγδαίας αύξησης του φαινομένου της πειρατείας. Ένα από τα θέματα που προκύπτουν από αυτή την πρακτική, είναι η ανάγκη εξασφάλισης ότι οι φρουροί θα χρησιμοποιούν τον οπλισμό τους μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητο και αναπόφευκτο. Επίσης, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι ακόμα και όταν υποχρεωθούν να κάνουν χρήση πυρός, αυτή θα έχει την ελάχιστη απαιτούμενη φονικότατα (πχ δεν είναι αποδεκτό να πυροβοληθεί ένας ήδη τραυματισμένος και ακινητοποιημένος αντίπαλος). Με λίγα λόγια, πρέπει η χρήση των όπλων από τους φρουρούς στη θάλασσα να είναι πλήρως ελεγχόμενη από τις εταιρίες και από τους φορείς στην ξηρά που έχουν καλύτερη επίγνωση των πολιτικών, νομικών και ηθικών περιορισμών που υφίστανται σε κάθε περίπτωση.
Από την άλλη, ο απολύτως ελεγχόμενος τρόπος χρήσης των όπλων, κρύβει τον κίνδυνο να μειωθεί η αποτελεσματικότητα ή ακόμα και η ασφάλεια του χρήστη. Χρειάζεται λοιπόν ένας τρόπος που αφενός θα επιτρέπει στους υπεύθυνους να ελέγχουν το πότε και πως θα «ρίξει» ένας φρουρός που βρίσκεται χιλιάδες μίλια μακριά, σε μια επικίνδυνη και ταχέως μεταβαλλόμενη κατάσταση, αφετέρου θα αφήνει στον φρουρό την ελευθερία να υπερασπιστεί με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο τον εαυτό του και το πλοίο του, ανάλογα με την εξέλιξη μιας μάχης.
Η απάντηση βρίσκεται στον στρατιωτικό τομέα και ονομάζεται «Κανόνες Εμπλοκής». Ο Ελληνικός όρος «Κ.Ε. – Κανόνες Εμπλοκής» αντιστοιχεί στον Αγγλικό όρο «ROE – Rules Of Engagement». Ο ορισμός της συγκεκριμένης φράσης μπορεί να αποδοθεί σαν «οι οδηγίες που εκδίδονται από μια αρμόδια στρατιωτική αρχή προς συγκεκριμένες στρατιωτικές δυνάμεις, οι οποίες καθορίζουν τις συνθήκες και τους περιορισμούς κάτω από τους οποίους οι δυνάμεις αυτές θα ξεκινήσουν ή/και θα συνεχίσουν την εμπλοκή με αντίπαλες δυνάμεις». Συνήθως, οι Κ.Ε. περιλαμβάνουν όλο το φάσμα των δυνατών στρατιωτικών μέτρων, από την απλή παρουσία έως τη χρήση φονικής βίας.
Προσαρμογή των Κανόνων εμπλοκής
Στην περίπτωση των ένοπλων φρουρών πάνω σε πλοία, είναι προφανές ότι απαιτείται μια προσαρμογή του όρου, καθώς ούτε πρόκειται για «στρατιωτικές δυνάμεις», ούτε γίνεται να λάβουν οδηγίες τέτοιας φύσης από δημόσιες αρχές. Έτσι, στη θέση του χρησιμοποιείται ο όρος «Κανόνες Χρήσης Βίας», στα Αγγλικά RUF – Rules of Use of Force.
Το Σεπτέμβριο του 2011, ο ΙΜΟ εξέδωσε την οδηγία με τίτλο MSC1 (με πλήρη τίτλο MSC.1/Circ.1405/Rev.1,"Interim Guidance to Shipowners, Ship Operators and Shipmasters on the use of Privately Contracted Armed Security Personnel (PCASP) On Board Ships in the High Risk Area). Σε αυτή την οδηγία περιλαμβάνεται εκτενής αναφορά στο θέμα των RUF, η οποία ξεκινάει με το εξής κείμενο : « Οι φρουροί πρέπει να έχουν πλήρη επίγνωση ότι η κύρια αποστολή τους είναι η αποτροπή της επιβίβασης πειρατών στο πλοίο, μέσω χρήσης της ελάχιστης απαιτούμενης βίας. Οι εταιρίες παροχής προστασίας (PMSC) πρέπει να τους παρέχουν ένα λεπτομερή πλάνο σταδιακά κλιμακούμενων αποκρίσεων σε περίπτωση πειρατικής επίθεσης, σαν μέρος των επιχειρησιακών οδηγιών τους. Οι εταιρίες πρέπει να απαιτούν από το προσωπικό τους τη λήψη όλων τα εύλογων (reasonable) μέτρων, προκειμένου να αποφευχθεί η χρήση βίας .
Ο κρίσιμος ρόλος της προετοιμασίας
Οι αναλυτές των στατιστικών εξεπλάγησαν αρχικά όταν διαπίστωσαν πως τα πλοία που πλέουν συχνά ή αποκλειστικά στις περιοχές υψηλού κινδύνου (High Risk Area) μπορεί να δέχονται συχνότερα επιθέσεις, αλλά παρ’ όλα αυτά συνήθως δεν κυριεύονται από τους πειρατές. Οι αναλύσεις τελικά έδειξαν το προφανές : η προετοιμασία των πλοίων αυτών είναι σαφώς ανώτερη από εκείνη των πλοίων που περνούν περιστασιακά από τις επικίνδυνες περιοχές.
Η προετοιμασία, όπως και στον πόλεμο, παίζει κρίσιμο ρόλο στην αντιμετώπιση οποιασδήποτε απειλής. Η προετοιμασία των εμπορικών πλοίων χωρίζεται σε δύο κατηγορίες : Στην πρώτη κατηγορία ανήκει ο εξοπλισμός και τα εργαλεία που διαθέτει το πλοίο. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν οι διαδικασίες και το προσωπικό.
Όσον αφορά την προετοιμασία του εξοπλισμού του πλοίου, μπορεί κάποιος να θεωρήσει ότι είναι δευτερεύουσας σημασίας. Εφόσον θα επιβούν ένοπλοι φρουροί στο πλοίο, τι παραπάνω μπορούν να προσφέρουν τα σύρματα ή οι μάνικες νερού? Αυτή η προσέγγιση είναι εντελώς λανθασμένη για πολλούς λόγους. Ο κυριότερος έχει να κάνει ακριβώς με το περιθώριο χρήσης των ένοπλων φρουρών: Όπως αναφέρθηκε πριν, οι φρουροί κατά κάποιο τρόπο καλύπτουν τα δύο άκρα του φάσματος της χρήσης βίας. Την απλή παρουσία για αποτροπή και το (φονικό) πυρ για την αναχαίτιση. Το ενδιάμεσο φάσμα ποιός το καλύπτει;
Μπορεί να ειπωθεί ότι οι φρουροί μπορούν να ασκήσουν μη φονική βία, μέσω προειδοποιητικών βολών. Αυτό όμως, όπως αναλύεται στη συνέχεια, μπορεί να αποδειχθεί εξίσου φονικό ούτως ή άλλως. Η αποτελεσματικότητα των προειδοποιητικών βολών στο θαλάσσιο περιβάλλον είναι αρκετά αμφιλεγόμενη λόγω του θορύβου (μπορεί να μην ακουστούν πάνω από τον ήχο των εξωλέμβιων μηχανών και του υδροδυναμικού θορύβου που παράγεται από την ταχεία κίνηση των πειρατικών λέμβων) και λόγω του κυματισμού (μπορεί να μη γίνουν ορατοί οι μικροί πίδακες στο νερό μπροστά από τη λέμβο).
Η τεχνολογία στην υπηρεσία της προστασίας των πλοίων
Οι ακουστικές συσκευές μεγάλης εμβέλειας (LRAD – Long Range Acoustic Devices), μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να καλύψουν μέρος αυτού του κενού, υπό την έννοια της προειδοποίησης σε μεγάλη απόσταση. Πρόκειται στην ουσία για κατευθυντικά μεγάφωνα ειδικών συχνοτήτων και μεγάλης ισχύος που επιτρέπουν να ακουστεί ο χρήστης καθαρά σε πολύ μεγάλη απόσταση και μέσα σε θορυβώδες περιβάλλον. Το LRAD μπορεί να παρέχει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα. Μπορεί να ακουστεί σε απόσταση 1,5 μιλίου, απόσταση μεγαλύτερη από την εμβέλεια των φορητών όπλων ή του RPG. Βέβαια, οι προειδοποιήσεις με το LRAD πρέπει να είναι σαφείς, ευκολονόητες και σε διάφορες γλώσσες (πχ Αγγλικά, τοπικές διαλέκτους και Ινδικά). Έχει παρατηρηθεί πως είναι αρκετές οι φορές όπου πειρατικά σκάφη ανέστρεψαν όταν ειδοποιήθηκαν με LRAD σε μεγάλες αποστάσεις καθώς διαπίστωσαν ότι αντιμετωπίζουν ένα καθ’ όλα προετοιμασμένο πλοίο που τους αντιλήφθηκε νωρίς και πιθανώς να έχει φρουρούς πάνω. Γενικά ισχύει πως όταν ένα πλοίο φαίνεται «σκληρό», μπορεί να προτρέψει τους πειρατές να αναζητήσουν έναν ευκολότερο στόχο.
¶λλα μέσα που μπορούν να περιληφθούν στην προετοιμασία του εξοπλισμού και του υλικού του πλοίου είναι :
- Ο έλεγχος και η αποκατάσταση της άριστης λειτουργίας του συστήματος πρόωσης του πλοίου πριν τον απόπλου για περιοχές υψηλού κινδύνου. Σαφώς και το σύστημα πρόωσης οφείλει να είναι σε καλή κατάσταση πάντα, όμως όλοι γνωρίζουν ότι αυτό δεν είναι πάντα εφικτό στην καθημερινή πρακτική. Παρ’όλα αυτά, είναι προφανές ότι όταν μας προσεγγίζει ένα πιθανόν πειρατικό ταχύπλοο, δεν είναι καλή ώρα για να χαλάσει μια αντλία λιπάνσεως ή ένα κύκλωμα μετάδοσης εντολών στη μηχανή.
- Η τοποθέτηση κλειστού κυκλώματος επιτήρησης CCTV με σένσορες κίνησης και μόνιτορ στη γέφυρα. Σίγουρα δεν πρόκειται να αποθαρρύνουν κανέναν πειρατή, μπορούν όμως να δώσουν πληροφορίες την κρίσιμη στιγμή για το αν έχουν επιβιβαστεί ή όχι οι πειρατές (προκειμένου να τρέξουν στο citadel και οι φρουροί με τον καπετάνιο) χωρίς να εκτεθεί κανείς σε πυρ.
- Ο έλεγχος της άρτιας κατάστασης του καταστρώματος. Τα σημεία από όπου αναμένεται να κινηθεί το πλήρωμα κατά τη διαφυγή του πρέπει να είναι σε άριστη κατάσταση, να διαθέτει αντιολισθητική επίστρωση όπου απαιτείται και να μην υπάρχουν «παγίδες» κατά μήκος της διαδρομής (πχ ανοιχτά hatch στο πάτωμα, προεξοχές, κλπ). Είναι προφανές ότι το τελευταίο που χρειάζεται ο καπετάνιος και η ομάδα προστασίας τη στιγμή της επίθεσης και του πανικού, είναι ένα τραυματισμένο μέλος του πληρώματος.
- Η τοποθέτηση των, γνωστών πλέον, συρμάτων στις πλευρές του πλοίου, οι συρμάτινοι φράχτες για βλήματα RPG, η θωράκιση των παραθύρων της γέφυρας, η προτοποθέτηση μανικών υψηλής πίεσης και θερμού ύδατος σε επιλεγμένα σημεία στις πλευρές, ο έλεγχος ότι όλες οι θύρες του πλοίου μπορούν να κλειδώσουν εύκολα, κλπ.
Διαδικασίες και κανόνες για το προσωπικό
Η δεύτερη κατηγορία προετοιμασίας, δηλαδή οι διαδικασίες και το προσωπικό, αφορούν τα ακόλουθα. Κατ’ αρχάς πρέπει να συμφωνηθούν ομόφωνα ξακάθαρες διαδικασίες μεταξύ καπετάνιου και ομάδας (team leader). Δεύτερον, αυτές οι διαδικασίες πρέπει να μεταφερθούν με σαφήνεια και ακρίβεια σε όλο το προσωπικό του πλοίου, ανάλογα με τις ευθύνες, τις αρμοδιότητες και τη θέση του. Τέλος, πρέπει αυτές οι διαδικασίες να δοκιμασθούν στην πράξη (δηλαδή σε γυμνάσια) ξανά και ξανά, μέχρι να εξοικειωθούν όλοι με αυτές και να έχουν επιλυθεί όλες οι απορίες. Όταν γίνει αντιληπτό ένα προσεγγίζον σκάφος δεν υπάρχει χρόνος για συζήτηση. Πρέπει ο καθένας να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες της αρμοδιότητάς του χωρίς δεύτερη κουβέντα. Οι επικεφαλής (καπετάνιος και team leader) θα πρέπει να αποφορτιστούν όσο γίνεται από το να δίνουν εξηγήσεις και περιττές οδηγίες, προκειμένου να εστιαστούν καλύτερα στην εκτίμηση της κατάστασης.
Πολύ σημαντικό μέρος όλων των ανωτέρω και ιδίως της συμφωνίας μεταξύ του καπετάνιου και της ομάδας προστασίας, αφορά τους RUF. Είναι γραμμένο και καθορισμένο σε πολλές επίσημες οδηγίες του ΙΜΟ, αλλά και στη συνείδηση όλων των ναυτικών, ότι την πρώτη και την τελευταία ευθύνη για ΟΤΙ γίνεται πάνω στο πλοίο την έχει ο καπετάνιος. Όλοι οι άλλοι είναι απλά βοηθοί του, ο καθένας στον τομέα εξειδίκευσης του.
Όπως ακριβώς, ο πρώτος μηχανικός θα ενημερώσει τον καπετάνιο σε περίπτωση βλάβης και θα του ζητήσει την έγκριση για τις απαιτούμενες ενέργειες (πχ μείωση στροφών του άξονα), έτσι και ο team leader πρέπει να εξασφαλίσει ότι ο καπετάνιος έχει αντιληφθεί σωστά την κατάσταση απειλής και να ζητήσει την έγκρισή του για τα διάφορα επίπεδα βίας που πρέπει να ασκηθούν. Η διαφορά του με την περίπτωση του πρώτου μηχανικού είναι ότι αφενός ο καπετάνιος δεν είναι τόσο εξοικειωμένος με θέματα στρατιωτικής τακτικής και χρήσης οπλισμού, αφετέρου η φύση του αντικειμένου (αντιμετώπιση ένοπλης επίθεσης) δεν αφήνει χρονικά περιθώρια για εξηγήσεις, διευκρινήσεις, αιτήματα και εγκρίσεις.
Έτσι, είναι απαραίτητο, πριν την είσοδο του πλοίου σε περιοχή κινδύνου, ο καπετάνιος να έχει ενημερωθεί πλήρως, να έχει αντιληφθεί τι συνεπάγεται το κάθε επίπεδο βίας, να έχει καταλάβει τη σειρά των βημάτων και τη σημασία του καθενός. Για να γίνει πιο κατανοητή η σημασία των ανωτέρω ας μελετήσουμε ένα απλό παράδειγμα : Ο φρουρός στη γέφυρα, σε συνεργασία με το προσωπικό της γέφυρας, εντοπίζει στα 2 νμ ένα ταχύπλοο που του φαίνεται ύποπτο. Το ταχύπλοο προσεγγίζει με μεγάλη ταχύτητα (πχ 30 κόμβοι) και σε 2 λεπτά βρίσκεται στο 1 μίλι από το πλοίο. Στα επόμενα 120 δευτερόλεπτα το skiff θα βρίσκεται δίπλα στο πλοίο! Ο φρουρός βγαίνει στη βαρδίολα, πετάει φωτοβολίδα και δείχνει το όπλο του. Την ίδια ώρα, το προσωπικό σημαίνει τη μπουρού του πλοίου. Το skiff συνεχίζει χωρίς την παραμικρή αλλαγή πορείας και στο επόμενο λεπτό βρίσκεται 500 γυάρδες από το πλοίο. Ο φρουρός έχει βεβαιωθεί ότι αντιμετωπίζει επίθεση και αρχίζει να βάλλει προειδοποιητικές ριπές.
Στο ανωτέρω σενάριο υπάρχουν πολλά κενά : σε ποιό σημείο του σεναρίου ακριβώς ειδοποιείται ο καπετάνιος και ο team leader; Ποιός αποφασίζει για τυχόν αλλαγή πορείας και αύξηση ταχύτητας του πλοίου? Σε ποιό σημείο και ποιός αποφασίζει την κλήση του πληρώματος στο citadel? Ποιός αποφασίζει την έναρξη προειδοποιητικών βολών και ποιός είναι αυτός που φέρει την ευθύνη του τελικού χαρακτηρισμού του ταχύπλοου σαν επιτιθέμενο πειρατικό? Πότε και ποιός είναι αυτός που αποφασίζει εάν οι προειδοποιητικές βολές πρέπει να μετατραπούν σε πυρά καταστροφής? Εάν (υποθετικά) ο καπετάνιος καθυστερήσει για τον οποιοδήποτε λόγο να ανέβει στη γέφυρα ή «παγώσει» και δεν δίνει οδηγίες, τι θα γίνει? Το πλοίο θα περιμένει? Δεν θα αντιδράσει? Αν συμβεί αυτό ποιός θεωρείται υπεύθυνος για την αποτυχία προστασίας του πλοίου?
Ακόμα περισσότερο, αν τελικά το σκάφος αποδειχθεί πειρατικό ποιό είναι το ελάχιστο πυρ που απαιτείται για να το σταματήσει? Μην ξεχνάμε ότι τα πυρά πρέπει να είναι τα ελάχιστα απαιτούμενα. ¶ρα πρέπει να είναι κλιμακούμενα. Πχ εάν αρκούν 10 ή 20 βλήματα επί του σκάφους προκειμένου να αποφασίσει να διακόψει την επίθεση, δεν είναι αποδεκτό να αρχίσει όλη η ομάδα να βάλλει εξαρχής με πανικό ρίχνοντας 200 ή 300 βλήματα σε λίγα λεπτά (κάτι που αυξάνει κατακόρυφα την πιθανότητα να φονευθεί το σύνολο των επιβαινόντων). Όπως αναφέρθηκε στην αρχή, αποστολή της ομάδας δεν είναι να σκοτώσει κανέναν. Είναι να αποτρέψει την επιβίβαση στο πλοίο. Από την άλλη, εάν το σκάφος έχει RPG ή έχει εκδηλώσει καταιγιστικό πυρ, η ομάδα δεν μπορεί παρά να βάλλει κατά βούληση με σκοπό να σιγήσει το εχθρικό πυρ το συντομότερο δυνατόν, χρησιμοποιώντας τη μέγιστη ισχύ πυρός που διαθέτει.
Το θέμα είναι ότι όλα τα ανωτέρω αποτελούν στιγμιαίες επιλογές οι οποίες κυριολεκτικά θα κάνουν τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου (τόσο για το πλήρωμα όσο και για τους πειρατές). Και εδώ συνοψίζεται η σημασία των κανόνων εμπλοκής και της σχέσης του καπετάνιου με αυτούς. Εάν πχ αποδειχθεί ότι το ταχύπλοο δεν ήταν πειρατικό, ποιός θα θεωρηθεί υπεύθυνος; Το πλοίο μπορεί να κατηγορηθεί ότι δεν είχε εξαντλήσει όλα τα μέσα προειδοποίησης και αποτροπής πριν καταφύγει στα όπλα. Ή ο καπετάνιος μπορεί να ισχυριστεί εκ των υστέρων ότι δεν είχε δώσει καμία εντολή για φονικό πυρ ή ότι είχε παραπλανηθεί από τις εισηγήσεις της ομάδας ή ότι δεν είχε ενημερωθεί καν από την ομάδα για την απειλή (συνέβη στην περίπτωση του MV Enrica Lexie όπως είχαμε αναλύσει σε προηγούμενο τεύχος). Όλες αυτές οι ασάφειες μπορούν σε μεγάλο βαθμό να αποφευχθούν μέσα από μια σειρά από σαφείς οδηγίες και κανόνες στους οποίους μπορεί (και πρέπει) να εξετάσει, να κατανοήσει, να δοκιμάσει (σε γυμνάσια), να τροποποιήσει (εάν επιθυμεί) και, τέλος, να συνυπογράψει (σπάνια γίνεται αυτό).
To 2013 διάφοροι φορείς που εμπλέκονται με τη ναυτιλία και την αντιμετώπιση της πειρατείας , εξέδωσαν σε συνεργασία με μεγάλα δικηγορικά γραφεία ένα έγγραφο με τίτλο 100 series Rules Of Force. Σε αυτό το έγγραφο παρέχονται μια σειρά από κανόνες χρήσης βίας. Όπως αναφέρεται στην εισαγωγή του εγγράφου, οι κανόνες εκπονήθηκαν λαμβάνοντας υπόψη όλα τα επίσημα έγγραφα που αφορούν στο θάλασσιο δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα (SOLAS, ICOC, Montreux document, IHL, κλπ) και απευθύνεται τόσο στους φρουρούς όσο και στα πληρώματα και τις ναυτιλιακές εταιρίες. Το συγκεκριμένο έγγραφο δεν παρέχει νομική κάλυψη σε περίπτωση παράνομης χρήσης βίας, όμως παρέχει κατευθύνσεις και οδηγίες, καθώς και ένα μετρήσιμο σύστημα αξιολόγησης των πράξεων μιας ομάδας προστασίας πλοίου. Το έγγραφο παρέχεται δωρεάν και μπορεί να βρεθεί στη διεύθυνση https://100seriesrules.com/uploads/20130503-100_Series_Rules_for_the_Use_of_Force.pdf