Η αντιφατικότητα του ρόλου του Αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ, με φόντο την οικονομική κατάσταση της χώρας μας
Η κοινωνία της αφθονίας του πλαστικού χρήματος και της κατ’ επίφαση ευμάρειας που προκαλούσε, έχει αρχίσει και αποσυντίθεται. Η φούσκα της χλιδής ξεφουσκώνει και τα όνειρα που πέταγαν ψηλά μαζί της, ετοιμάζονται για την ανώμαλη προσγείωσή τους, που θα καθηλώσει στο έδαφος και αυτούς που πίστεψαν στην αέναη πτήση της. Μια εικόνα αρχίζει να διαγράφεται στον ορίζοντα, αυτή της πραγματικής καθημερινότητας που είναι τόσο δύσκολη όσο ήταν πάντα, όταν η γενιά των γονιών μας πάσχιζε να μη μας λείψει τίποτα από όσα έλειψαν σε αυτούς. Και αντί για όαση, δημιούργησαν έναν τερατόμορφο αντικατοπτρισμό, ψεύτικο όσο ένα όμορφο τοπίο card postal πάνω σε σκονισμένο ράφι.
Ήρθε το αύριο, τότε που οι άνθρωποι στις αστικές κοινωνίες θα προσπαθούν να αντεπεξέλθουν σε θεμελιώδεις ανάγκες επιβίωσης και οι φιλοδοξίες για το αύριο θα περιορίζονται στο να μεγαλώσουν τα παιδιά τους σαν βιολογικές οντότητες. Ήρθε το όταν οι σπουδές θα είναι πλέον σκέψη που θα φέρνει απλά ένα χαμόγελο στα χείλη και η ασθένεια μια απευκταία στιγμή, όλα λόγω της οικονομίας του Χρέους, deptocracy όπως άρχισαν να την ονομάζουν. Είναι σήμερα που οι επιλογές όλων δοκιμάζονται, που τα λάθη μας αποκτούν ιδιαίτερα αιχμηρές άκρες, που το παρελθόν επανέρχεται ως διαρκής σκέψη, ενίοτε ενοχική και άλλοτε ωραιοποιημένη.
Οι κοινωνικές συνθήκες λένε ότι είναι οι μητέρες των κοινωνικών αντιδράσεων, με την ανέχεια να είναι ο κύριος γενεσιουργός παράγοντας παθογένειας. Το έγκλημα γιγαντώνεται, με την κορύφωσή του να χτυπάει σε πρώτη φάση τους ασθενέστερους οικονομικά, αυτούς με τις λιγότερες αντοχές, τις μικρότερες ανοχές, αλλά και τη μέγιστη θέληση για ανατροπή, με ανυπολόγιστες όμως συνέπειες και πολύπλευρες παράπλευρες απώλειες. Σε αυτές, με καθημερινά χτυπήματα στην επαγγελματική και κοινωνική του προσωπικότητα, εμπεριέχεται ο Αξιωματικός της Αστυνομίας.
Η αλήθεια είναι πως την επαγγελματική θέση του την έχει επιλέξει με πολλά κριτήρια. Κυρίως την έχει επιλέξει αυτόβουλα και έχει μοχθήσει σκληρά για αυτήν, κάνοντας εκπτώσεις από τα «θέλω» του και εξελίσσοντας τα «μπορώ» του, με αναμενόμενο αντίκρισμα τη βεβαιότητα της αδιάλειπτης απασχόλησης, της κοινωνικής αναγνωρισιμότητας, της κοινωνικής αναγνώρισης, των αποδοχών άνω του μέσου όρου, της άσκησης εξουσίας, των προοπτικών εξέλιξης, της κοινωνικής προσφοράς, της υστεροφημίας και τόσων άλλων κριτηρίων – τόσων όσοι και οι Αξιωματικοί. Σε μια προβολή της παραπάνω εικόνας, ο άνθρωπος αξιωματικός επενδύει συναισθηματικά και σε μια διαρκή διαπάλη με κάθε μορφής δυσκολίες προσπαθεί να επιβεβαιώσει και να επιβεβαιωθεί ως προς το σωστό της επιλογής του. Μέχρι εδώ δεν διαφέρει καθόλου από τον κάθε εργαζόμενο που αναμένει τα δέοντα από την εργασία του. Η κατάστασή του όμως είναι περιπλοκότερη.
Οι κυβερνήσεις ανά τους αιώνες, ξεκινώντας από τους Πολέμαρχους και τους Εμπελωρούς στην αρχαία Ελλάδα έως και σήμερα, δεν χρησιμοποίησαν ποτέ στην ουσία του το εκάστοτε αστυνομικό μόρφωμα για το έργο που πραγματικά προορίζεται, για την τήρηση της τάξης και της εφαρμοσμένης πλευράς του Νόμου. Αντίθετα, το κατέστησαν ένα εργαλείο άσκησης πολιτικής, που ποτέ όμως δεν ακολούθησε τον κανόνα συντήρησης ενός οποιουδήποτε εργαλείου: μετά τη χρήση πρέπει απλά να το καθαρίζεις και να το αποθηκεύεις, απλά για να το έχεις διαθέσιμο και άλλη φορά. Έτσι, η σημερινή Αστυνομία – και συνεπώς και ο Αξιωματικός της – σκοπίμως δεν αποδόθηκαν ποτέ «καθαροί» στην κοινωνία, όντας φορτωμένοι με ένα διαρκώς εννοιολογικά επαναπροσδιοριζόμενο ¶γος από κάθε ιστορική περίοδο της χώρας μας, με τον επαίσχυντο Εμφύλιο να δεσπόζει στις μνήμες του Έλληνα, αλλά και στις μνήμες, στην ιστορία και στην εκπαίδευση της Ελληνικής Αστυνομίας και του ενοποιημένου σε αυτήν Σώματος της Χωροφυλακής.
Σε αυτήν τη διαρκή προσπάθεια να αποδείξει ο Αξιωματικός πως είναι πλέον επιστημονικά καταρτισμένος, πως δεν φέρει συμπλέγματα παλαιόθεν, αλλά και να διατηρήσει τον ανθρώπινο χαρακτήρα και τις εθνικές του ρίζες, βρίσκει αντιμέτωπη την Παγκοσμιοποίηση. Δεν είναι μια απρόσωπη κατάσταση που χτυπά την πόρτα του γείτονα, είναι ένας σαματάς που γίνεται σε ένα βάλτο όπου τσακώνονται τα πολιτικο-οικονομικά βουβάλια της γης, με θύματα τα βατράχια-πολίτες. Σε ένα ενοποιημένο ταμείο με στόχο την αφαίμαξη εθνών – του δικού μας εν προκειμένω – η Αστυνομία και οι λειτουργοί της αποτελούν εμπόδιο. Ο μόνος τρόπος να τους υπερκεράσουν είναι να τους τσακίσουν το ηθικό. Συντηρούν λοιπόν τις πελατειακές σχέσεις με όσους από αυτούς το επιδιώκουν, μειώνουν τα απαραίτητα κονδύλια για τη λειτουργία υπηρεσιών, μεταθέτουν έμπειρα στελέχη από νευραλγικές θέσεις, δυσκολεύουν νομοθετικά την άσκηση έργου. αυτού του έργου που όταν το χρειάζονται για τους ύποπτους σκοπούς τους, το ονομάζουν καθήκον. Και τέλος, του δίνουν μισθό πείνας, προάγοντας τεχνητά την υπέρτατη αυτή ανθρώπινη ανάγκη, που είναι αδύνατο να καλυφθεί με κάποιο άλλο μέσο παρά μόνο με το φαγητό.
Σε όλα αυτά, ο Αξιωματικός πρέπει να επιτελέσει το προσωπικό του καθήκον, αυτό που τον κάνει να θέλει να αποτρέψει τη διεύρυνση της εγκληματικής ατραπού εις βάρος της κοινωνίας, της οικογένειάς του, της πατρίδας του. Δεν καλείται λοιπόν να αντιπαρέλθει μόνο τα προσωπικά του διλήμματα, αλλά και την πολλαπλάσια κοινωνική δυσαρέσκεια για την ανέχεια, την ανάλογη αδικαιολόγητη νομικά αλλά απορρέουσα φυσικά μικρή εγκληματικότητα της πείνας, το συνασπισμό του ποινικού εγκλήματος με την πολιτική τρομοκρατία, το ηλεκτρονικό έγκλημα και να πρέπει να βρίσκει πάντα τις Κερκόπορτες που μπάζουν από την πίσω πόρτα της κοινωνίας τους κάθε μορφής κακοποιούς. Όλοι αυτοί οι ρόλοι που πρέπει να παίξει με απόλυτη επιτυχία, είναι αντιφατικοί και συχνά αλληλοσυγκρουόμενοι, αφού πρέπει να συνταιριάζει ταυτόχρονα τις διοικητικές δεξιότητες με την «κοινή περί δικαίου αίσθηση», καλλιεργώντας την αναγκαιότητα να είναι πρότυπο για τους υφισταμένους του, παράλληλα με τις απαιτήσεις της πολιτικής ηγεσίας, ταυτόχρονα με τις απαιτήσεις του Νόμου, συνάμα με την ανάγκη ελέγχου της εγκληματικής δραστηριότητας, σε συνάρτηση με τις νέες τάσεις περί προστασίας των δικαιωμάτων του εγκληματία, με, με, με. Έτσι, μια διαρκής εσωτερική προσπάθεια να αντεπεξέλθει στις αλλοπρόσαλλες αυτές απαιτήσεις, μετουσιώνεται σε μια διαρκή εσωτερική σύγκρουση.
Αφού το κράτος κωλυσιεργεί στο να βοηθήσει τον Αξιωματικό στο έργο του – συνεπικουρώντας μάλιστα στην αποδιοργάνωση της ψυχολογίας του – πρέπει μόνος του να ανοίξει βαλβίδες αποσυμπίεσης και να απευαισθητοποιήσει τις εξωγενείς οχλήσεις, ενδυναμώνοντας τους επαγγελματικούς δεσμούς του, επιμορφωνόμενος διαρκώς και εξειδικευόμενος σε βάθος, απορρίπτοντας τις πελατειακές σχέσεις και τις κομματικές εξυπηρετήσεις, ενέργειες που θα επαναπροσδιορίσουν τη θέση του στην κοινωνία και θα δείξουν πως γνωρίζει καλά το ανθρώπινο νόημα του "¶ρχε σ’αυτού, μηδέν ήττον ή των άλλων", όπως πρέπει να αρμόζει στην πραγματική επαγγελματική του φύση.
Δημοσθένης Κ. Παναγιώτου