Έλεγχος Πρόσβασης στα γραφεία του ΓΕΣ
Ηλεκτρονικά μέτρα ασφαλείας «μέσα και έξω» λαμβάνει και ο Ελληνικός Στρατός Ξηράς, καθώς η νοοτροπία του Homeland security φθάνει και στη χώρα μας. Πέραν των καμερών, αισθητήρων και άλλων συστημάτων ασφαλείας για αντικατάσταση ή περιορισμό των σκοπιών σε στρατόπεδα ανά την επικράτεια και στο «Πεντάγωνο», ένα άλλο δίκτυο ελέγχου στήνεται και στο εσωτερικό του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ) – κυρίως για εκείνους από τους επισκέπτες του, που … λοξοδρομούν!
Πρόκειται για ένα «Σύστημα Ανίχνευσης Ψηφιακών Καρτών», μέσω του οποίου θα ελέγχονται ηλεκτρονικά οι φέροντες υποχρεωτικά την κάρτα επισκέπτη του ΓΕΣ, σε κάθε κίνησή τους στα γραφεία και στους διαδρόμους του Επιτελείου στην Αθήνα. Μόλις ο φέρων την κάρτα αλλάζει προορισμό, σημαίνει συναγερμός και σπεύδουν κοντά του για έλεγχο οι άνδρες ασφαλείας. Στην πρώτη φάση που θα εφαρμοστεί τώρα, αλλαγή προορισμού είναι η αλλαγή ορόφου ή η προσέγγιση μη προσβάσιμης για αυτόνζώνης (π.χ. διαβαθμισμένη περιοχή).
Πρινπεριγράψουμε πιο αναλυτικά πώς θα λειτουργεί το «Σύστημα Ψηφιακής Ανίχνευσης Καρτών», την ενεργή λειτουργία των οποίων, οι υπεύθυνοι του «Α2» προσδιορίζουν στις επόμενες εβδομάδες, ας δούμε τις ανάγκες ασφάλειας, τα σημερινά δεδομένα και τις τάσεις διεθνώς στο κομμάτι αυτό, που απασχολείκαι τονπολιτικό και το στρατιωτικότομέα. Και αυτό, καθώςη φιλοσοφία τέτοιων συστημάτων είναι ίδιαείτε αφορούνμηχανισμούς που είναι εγκατεστημένοι σε μεγάλες εταιρείες ή
εργοστάσια(όπου για λόγους ασφαλείας, απορρήτου, διασφάλισης συνθηκών, μη διάσπασης της προσοχής του προσωπικού κ.ά. σε κάποιες περιοχές ή γραφεία, πρέπει η πρόσβαση να είναι ελεγχόμενη) είτε σε ασφυκτικά ελεγχόμενες στρατιωτικές περιοχές και χώρους.Είναι αυτονόητο ότι στις μέρες μας, για όλες τις μεγάλες εταιρείες και οργανισμούς του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, το πρόβλημα της ασφάλειαςαποτελεί μείζον ζήτημα. Όλοι οιυπεύθυνοι ασφαλείας, όπως και του στρατού,αναγκάζονται όπως λένε,να ερευνούν συνέχεια προκειμένου να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν όλα εκείνα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να εξασφαλίσουν την ασφαλή παραμονή των εργαζομένων και επισκεπτών τους στους χώρους εργασίας και τις εγκαταστάσεις των εταιρειών και των οργανισμών τους. «Ο έλεγχος πρόσβασης των φυσικών προσώπων σε χώρους εργασίας, αλλά και γενικότερα σε ζωτικούς χώρους, αποτελεί το βασικό συστατικό ενός ολοκληρωμένου συστήματος παροχής ασφάλειας» λένε αρμόδιοι επιτελείς. Όπως γίνεται αντιληπτό, λένε, ο έλεγχος πρόσβασης αποτελεί ένα πρωτεύων, εκ φύσεως κρίσιμο αλλά και ιδιαίτερα πολύπλοκο έργο, καθώς αποτελεί τη συνισταμένη πολλών παραγόντων που αλληλεπιδρούν σε πραγματικό χρόνο. Καθίσταται πλέον σαφές ότι η χρήση Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας αποτελεί μια αναγκαιότητα για ένα αποτελεσματικό και αποδοτικό (όσον αφορά τη σχέση κόστους απόδοσης) μέσο για την αντιμετώπιση του προβλήματος ελέγχου πρόσβασης σε ζωτικούς χώρους και κρίσιμες υποδομές. Στα πλαίσια του εξεταζόμενου προβλήματος, οι ειδικοί διακρίνουν δύο γενικές κοινωνικές υποκατηγορίες: τα διαπιστευμένα άτομα και τους επισκέπτες.
Όπως αναφέρουν, οι τρέχουσες πρακτικές ελέγχου πρόσβασης βασίζονται, συνήθως λόγω κόστους, σε λύσεις μικρής τεχνολογικής αξίας (διακριτικά σήματα κ.λπ.) που δεν παρέχουν το απαιτούμενο επίπεδο ασφάλειας. Αντίθετα, προσθέτουν τεχνολογικά προηγμένες λύσεις, που στηρίζονται στη χρήση των παραδοσιακών κωδικών πρόσβασης (passwords) ή στις κάρτες ελέγχου πρόσβασης (μαγνητικές κάρτες, έξυπνες κάρτες κ.λπ.) χρησιμοποιούνται ευρέως σε μια πληθώρα περιπτώσεων, όπου απαιτείται η διαφύλαξη των υλικών – αγαθών και μέσων και η προστασία των δεδομένων και της πληροφορίας (τράπεζες, οικονομικά ιδρύματα, ερευνητικά κέντρα κ.λπ.) καθώς αποτελούν για αυτά πρώτιστη στρατηγική και νομική επιλογή. Παρ’ όλα αυτά,διαπιστώνεται ότι δεν καθίσταται εφικτό αυτά τα παραδοσιακά συστήματα, παρά το κόστος και την τεχνολογία αιχμής που ενσωματώνουν, να καταστούν απολύτως ασφαλή σε περιπτώσεις μη εξουσιοδοτημένης εισβολής. Παραδείγματα όπου κωδικοί, κάρτες πρόσβασης, όπως και διακριτικά σήματα μπορούν να γίνουν αντικείμενα κλοπής ή να δοθούν ηθελημένα από τους νόμιμους κατόχους τους σε άλλα μη εξουσιοδοτημένα άτομα, είναι καθημερινά. Αυτή όμως η αφελής ή εσκεμμένη ενέργεια, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός συστήματος που γίνεται γρήγορα, υπερβολικά ευάλωτο σε επιθέσεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. «Είναι αυτονόητο ότι τα συστήματα αυτά από μόνα τους δεν παρέχουν τη δυνατότητα ευφυούς παρακολούθησης της κίνησης των διαπιστευμένων ατόμων στους εποπτευόμενους ζωτικούς και διαβαθμισμένους χώρους.», υποστηρίζουν.
Στρατιωτικοί χώροι
Κατά τους ίδιους, ένας από τους τομείς όπου απαιτείται σοβαρός, διακριτικός και επισταμένος έλεγχος πρόσβασης είναι και ο χώρος των Ενόπλων Δυνάμεων. Ειδικότερα σε στρατηγεία, επιτελεία και μεγάλες στρατιωτικές βάσεις όπου διακινείται μέσω αυτών καθημερινά μεγάλος αριθμός εργαζομένων, επισκεπτών (προμηθευτών – συντηρητών, υλικών, μέσων και πληροφοριών) ο έλεγχος πρόσβασης «αποτελεί μια αναγκαιότητα αμφίδρομη μεταξύ κράτους και πολίτη». Είναι προφανές για τους ειδικούς, ότι η εφαρμογή των μέτρων ασφαλείας θα πρέπει να εφαρμόζεται συνεχώς και αδιαλείπτως (σε οχήματα και προσωπικό), χωρίς να δημιουργεί προβλήματα και δυσλειτουργία στους εργαζόμενους και τα μέσα, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα άμεσης εκκένωσης των ελεγχόμενων περιοχών σε περίπτωση ανάγκης.
Ένα λογικό μοντέλο που περιγράφουν οι επιτελείς, προβλέπει ότι ο έλεγχος πρέπεινα ξεκινά από την πύλη εισόδου με τον έλεγχο ταυτοπροσωπίας του εισερχόμενου, καθώς και τον έλεγχο του οχήματος με το οποίο τυχόν μεταβαίνει εκεί. Σκοπός του ελέγχου αυτού είναι για τους υπευθύνους σχεδιασμού μέτρων ασφάλειας, η απαγόρευση εισόδου στην περίμετρο της εγκατάστασης μη εξουσιοδοτημένων ατόμων και μέσων, προκειμένου να αποκλειστεί η περίπτωση εισαγωγής στις εγκαταστάσεις επικίνδυνων υλικών, εκρηκτικών, συσκευών παρακολούθησης και υποκλοπών και γενικότερα υλικών και μέσων, που θα ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν κατά των ΕΔ και της ασφάλειας της χώρας, με ενέργειες ασύμμετρων απειλών (IED).
Σε δεύτερο στάδιο – προβλέπει το μοντέλο-ο έλεγχος της πρόσβασης κάθε ατόμου ξεχωριστά και ο αποκλεισμός της εισόδου του σε ελεγχόμενους χώρους όπου η παρουσία του (χωρίς εξουσιοδότηση)πιθανόν θα προκαλούσε προβλήματα ασφάλειας ή διαρροών πληροφοριών, θα πρέπει να είναι απαραίτητος. Όπως αναφέρουν οι ειδικοί ασφάλειας του Στρατού ξηράς, σήμερα υπάρχουν πολλαπλοί τρόποι ελέγχου της διακίνησης του προσωπικού και των επισκεπτών σε μια εγκατάσταση. Ο κλασικός τρόπος πραγματοποιείται από εξειδικευμένο προσωπικό, το οποίο ελέγχει τα οχήματα και το προσωπικό που εισέρχονται σε στρατιωτικούς χώρους και πολλές φορές είναι αναντικατάστατος. Παράλληλα όμως, υπάρχουν και πολλοί τρόποι οι οποίοι με τη χρήση της τεχνολογίας μπορούν να προσδώσουν ταχύτητα και ασφάλεια στον έλεγχο πρόσβασης προσωπικού και οχημάτων σε εγκαταστάσεις. Ειδικότερα ο έλεγχος θα πρέπει να ξεκινάει για το μεν προσωπικό που είναι διαπιστευμένο στο Επιτελείο, με βάση την ταυτότητα και το Δελτίο Εισόδου στην πύλη. Το Δελτίο αυτό μπορεί να είναι μαγνητικό, με γραμμικό κώδικα ή και μέσω ηλεκτρονικού κυκλώματος, το οποίο εκπέμπει συγκεκριμένο ηλεκτρομαγνητικό σήμα σε συγκεκριμένη συχνότητα. Τα προαναφερόμενα από τους αρμόδιους ασφαλείαςμέσα, ελέγχονται και παρακολουθούνται από ειδικούς δέκτες, οι οποίοι είναι τοποθετημένοι σε επιλεγμένα σημεία εντός των ελεγχόμενων χώρων. Για τους επισκέπτες, προμηθευτές, συνεργεία συντήρησης κ.ά., κατά την είσοδό τους και μετά τη φυσική ταυτοποίηση των στοιχείων τους και της πρόσκλησης εισόδου, θα πρέπει να τους ενεχειρίζεται ειδικό μαγνητικό δελτίο επισκέπτη, με το οποίο θα τους επιτρέπεται ή όχι να έχουν τη δυνατότητα εισόδου σε συγκεκριμένα διαβαθμισμένα ή μη σημεία του στρατηγείου.
Πάντα σύμφωνα με τα μοντέλα που εχουν επεξεργαστεί οι ειδικοί του Α2, «ταυτόχρονα με τον προαναφερόμενο έλεγχο στο προσωπικό μπορεί να πραγματοποιείται έλεγχος και με τη χρήση αψίδων ασφαλείας, μπαρών ελέγχου πρόσβασης και αισθητήρων εγγύτητας, προκειμένου να ελέγχεται άμεσα εάν το άτομο που φέρει το Δελτίο Εισόδου κινείται στα πλαίσια της εξουσιοδοτημένης κάρτας εισόδου, της οποίας είναι προσωρινός κάτοχος. Σε περίπτωση που ένα φυσικό πρόσωπο προσπαθήσει να διέλθει από σημείο που δεν επιτρέπεται να διέλθει (σύμφωνα με την άδεια εισόδου), παραβιάζοντας ουσιαστικά το status της διαδικασίας, τα όργανα ασφαλείας ειδοποιούνται με ηχητικό και οπτικό σήμα προκειμένου να προβούν στον άμεσο φυσικό έλεγχο και ενδεχομένως στην απομάκρυνση του ατόμου αυτού από τον υπόψη χώρο. Επιπρόσθετα, σημειώνουν, σε σημεία και ζωτικούς χώρους όπου απαιτούνται επιπλέον μέτρα ασφαλείας, μπορούν να χρησιμοποιούνται μηχανισμοί πρόσβασης εισόδου θυρών, οι οποίοι ενεργοποιούν το άνοιγμα μιας πόρτας μέσω πληκτρολόγησης κωδικού εισόδου, μαγνητικής κάρτας ή κάρτας εγγύτητας ή και χρήση και των δύο».
Παραδέχονται πάντως ότι σε κάθε περίπτωση, ακόμα και το τελειότερο σύστημα ασφαλείας τίθεται εν αμφιβόλω, χωρίς την επίβλεψή του από κατάλληλα εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο προσωπικό και δενμπορεί να διαφυλάξει οποιοδήποτε χώρο ή εγκατάσταση. «Ο συνδυασμός ηλεκτρονικών μέσων και εξειδικευμένου προσωπικού θεωρείται η καλύτερη συνισταμένη προσφοράς / κόστους, ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα» είναι οασφαλής κανόνας.
Στη λογική αυτή έχει «χτιστεί» και το μοντέλο που θα λειτουργήσει στο ΓΕΣ. ¶λλωστε τα ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου πρόσβασης σε συνδυασμό και με κατάλληλο προσωπικό, χρησιμοποιούνται από όλους τους Στρατούς. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου πρόσβασης, σε συνδυασμό με προσωπικό ασφαλείας χρησιμοποιούνται από τις Ε.Δ. των ΗΠΑ στις βάσεις τους στις ΗΠΑ αλλά και στο εξωτερικό, από τα στρατηγεία του ΝΑΤΟ, καθώς και από τις ΕΔ της Γαλλίας, Αγγλίας, Γερμανίας, Τσεχίας και πάρα πολλών άλλων χωρών. Σε πολλές δε περιπτώσεις στο εξωτερικό, το προσωπικό ασφαλείας και οι υπηρεσίες τους παρέχονται από εξειδικευμένες για το σκοπό αυτό ιδιωτικές εταιρείες, καθώς οι ΕΔ επιθυμούν για πολλούς λόγους την απεμπλοκή του προσωπικού τους από τέτοιες διαδικασίες.Σε αυτή την περίπτωση αυξάνουνδραματικά τον κεντρικό τους έλεγχο στις εταιρείες αυτές, δημιουργώντας και κλιμακώνοντας τα στεγανά ασφαλείας ανάλογα με το είδος του φυλασσόμενου χώρου, την εκτίμηση προέλευσης της απειλής, του είδους της απειλής και τη διαθεσιμότητα των κατάλληλων υλικών, προσωπικού και μέσων, σε συνάρτηση με το κόστος για το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα,που είναι η ασφάλεια. Ηεμπειρία αναφέρει πάντως, ότι πολλές φορές – και πρόσφατα – υπήρξανπαρεκτροπές.
Το μοντέλο στο ΓΕΣ
Στην περίπτωση του Γενικού Επιτελείου Στρατού, το μέτρο της Ψηφιακής Ανίχνευσης Καρτώνθα εφαρμοστεί, λένε οι αρμόδιοι, μόνο για τους επισκέπτες. Τα καρτελάκια εισόδου με τα οποία θα εφοδιάζονται οι επισκέπτες, θα περιέχουν ένα ειδικό τσιπ. Τα τσιπ αυτά, θα είναι διαφορετικά ως προς τους τομείς πρόσβασης.
Στην είσοδο του Πενταγώνου, ο επισκέπτης του ΓΕΣ θα λαμβάνει κάρτα για τον όροφο «Χ» όπου βρίσκεται το γραφείο για το οποίο έχει την άδεια εισόδου. Σε διάφορα σημεία των διαδρόμων, των κλιμακοστασίων και άλλων σημείων έχουν ήδη τοποθετηθεί ηλεκτρονικοί αισθητήρες, oι οποίοι «διαβάζουν» το τσιπ της κάρτας, αυτόματα. Αν είναι αυτό που πρέπει, δεν υπάρχει αντίδραση και ανάβει «πράσινο». Αν όμως το τσιπ είναι άλλου ορόφου ή άλλου χώρου, τότε θα ανάβει «κόκκινο» στον ηλεκτρονικό καταγραφέα κίνησης και θα ηχεί μικρής έντασης ηχητικό σήμακαι στο «Control Room» του«Α2» και σε «check point». Αν ο επισκέπτης – που πλέον καταγράφεται από το σύστημα ως «ελεγχόμενος» – δεν συμμορφωθεί διορθώνοντας την πορεία του, τότε το λόγο έχουν τα όργανα ασφαλείας, που θα του υποδεικνύουν, όπως λένε οι αρμόδιοι του γραφείου ασφαλείας, να επανέλθει στον εγκεκριμένο προορισμό του. Αν κριθεί ύποπτος, θα οδηγείται στο γραφείο ασφαλείας για έλεγχο στοιχείων, επιβεβαίωση προορισμού κ.λπ. Αν κατά τη συνάντηση του επισκέπτη (πολίτη, συναλλασσόμενου κ.λπ.) στο γραφείο για το οποίο έχει λάβει άδεια, προκύψει ανάγκη επίσκεψης και σε άλλο γραφείο, τότε με ευθύνη του πρώτου «οικοδεσπότη» θα συνοδεύεται μέχρι τον επόμενο «σταθμό» κ.ο.κ.
Σύμφωνα με τους αρμόδιους επιτελείς, το νέο μέτρο αποσκοπεί στη βελτίωση της ασφάλειας σε ευαίσθητους χώρους, αρχικά του ΓΕΣ και αργότερα και των άλλων Γενικών Επιτελείων, συμπεριλαμβανομένου του ΓΕΕΘΑ. Σύμφωνα με τους αρμόδιους του ΓΕΣ, το νέο σύστημα δεν θα περιορίσει την εφαρμογή των υφιστάμενων μέτρων ελέγχου, όπως οι «σταθμοί ελέγχου» και τα περίπολα στους διαδρόμους.