CCTV σε οικιακές εφαρμογές
Μπορεί οι κάμερες και τα καταγραφικά να μην έχουν ακόμα διεισδύσει σε μεγάλο βαθμό στο οικιακό περιβάλλον, η αξιοποίηση όμως σύγχρονου εξοπλισμού CCTV που θα είναι προσαρμοσμένος στις ιδιαίτερες ανάγκες των σπιτιών, είναι μια πολύ πιθανή προοπτική.
Η αύξηση των διαρρήξεων που παρατηρείται στις οικίες, οδηγεί ολοένα και περισσότερους ιδιοκτήτες να λαμβάνουν πρόσθετα μέτρα προκειμένου να αποθαρρύνουν τους επίδοξους δράστες. Η εγκατάσταση ενός συστήματος συναγερμού που επικοινωνεί με ένα ιδιωτικό κέντρο λήψης σημάτων συναγερμού (Κ.Λ.Σ.), τις πιο πολλές φορές είναι ένα από τα πιο δημοφιλή μέτρα που λαμβάνονται.
Αναφορικά με την τεχνολογία των κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης (CCTV), μέχρι στιγμής αξιοποιείται κυρίως για την ασφάλεια και επιτήρηση εμπορικών καταστημάτων, δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τραπεζών, σταθμών μέσων μαζικής μεταφοράς, βιομηχανικών, στρατιωτικών μονάδων κ.ά. Σε αντίθεση με την ευρεία χρήση των συστημάτων συναγερμού στις οικίες, η διείσδυση των συστημάτων CCTV, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις χώρες του εξωτερικού, βρίσκεται ακόμα σε χαμηλό επίπεδο. Συστήματα CCTV χρησιμοποιούνται κυρίως σε σπίτια πολιτικών προσώπων, σημαντικών επιχειρηματιών και γενικά ισχυρών και γνωστών θεσμικών παραγόντων της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής, σε συνδυασμό τις περισσότερες φορές, με το εκπαιδευμένο προσωπικό ασφαλείας που διαθέτουν πολλοί. Επίσης, συνήθως γίνεται παράνομη περιστασιακή χρήση καμερών στο εσωτερικό των σπιτιών, όταν οι ιδιοκτήτες-γονείς για διάφορους λόγους θέλουν να παρακολουθήσουν τις οικιακές βοηθούς ή τις νταντάδες των ανηλίκων παιδιών τους.
Τι λέει η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων
Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να αναφέρουμε τι ισχύει για την εγκατάσταση ενός συστήματος CCTV σε ένα σπίτι, σύμφωνα με την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Σύμφωνα με το άρθρο 3, παρ.2 του Ν.2472/97 και τις διατάξεις της υπ’ αρ. 1122/26-09-2000 Οδηγίας της Αρχής για τα κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης ισχύει: «Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης, εγκατεστημένων σε ιδιωτικούς χώρους από φυσικό πρόσωπο, για την άσκηση δραστηριοτήτων αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών, εκφεύγει του πεδίου εφαρμογής του Νόμου, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του Ν.2472/97. Η λήψη ωστόσο εικόνας από κοινόχρηστους χώρους κατοικιών που περιλαμβάνουν πολλά αυτόνομα διαμερίσματα, συνιστά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που εμπίπτει στο Νόμο. Στην περίπτωση αυτή, πέραν των άλλων προϋποθέσεων επεξεργασίας, είναι απαραίτητη η ρητή και ειδική συγκατάθεση κάθε ενοίκου και όταν αυτό δεν είναι εφικτό, τότε η Γενική Συνέλευση της πολυκατοικίας μπορεί να αποφασίσει σύμφωνα με τον κανονισμό της, την αναγκαιότητα ή μη εγκατάστασης του κυκλώματος. Ο θιγόμενος από την απόφαση αυτή σε ό,τι αφορά τα προσωπικά του δεδομένα, μπορεί να προσφύγει στην Αρχή. Οι κάμερες δεν πρέπει να ελέγχουν την πρόσβαση στα κατ’ ιδίαν διαμερίσματα, σε γειτονικές κατοικίες, δρόμους και πεζόδρομους.
Ο εκάστοτε διαχειριστής της πολυκατοικίας είναι ο υπεύθυνος επεξεργασίας και είναι υποχρεωμένος για την ενημέρωση των υποκειμένων, ότι ο χώρος βιντεοσκοπείται. Η καταγραφή εικόνας χωρίς ήχο είναι επιτρεπτή εφόσον η μονάδα ελέγχου που καταχωρεί τις εικόνες, βρίσκεται σε κοινόχρηστο χώρο με ελεγχόμενη πρόσβαση και τα δεδομένα διατηρούνται το πολύ 48 ώρες. Ειδικά για τις σε ενιαίο χώρο θέσεις στάθμευσης οχημάτων των κατοικιών (υπόγειο, πυλωτή), είναι επιτρεπτή η τοποθέτηση κλειστού κυκλώματος από το νόμιμο κάτοχο, μόνον όταν οι κάμερες εστιάζουν αποκλειστικά στο αγαθό το οποίο προστατεύουν και όχι σε γειτονικούς χώρους και υπάρχει πινακίδα που ενημερώνει τα υποκείμενα άτομα για τη βιντεοσκόπηση».
Παρόλα αυτά, όταν πρόκειται για παρακολούθηση δραστηριότητας εργαζομένων, τότε η επεξεργασία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Ν.2472/97. Μάλιστα, υπάρχει και σχετική απόφαση της αρχής (υπ’ αρ.3/2007).
Παράμετροι επιλογής
Για την επιλογή ενός οικιακού συστήματος CCTV πρέπει να εξετασθούν προσεκτικά ορισμένες παράμετροι, όπως:
- Το σύστημα τοποθετείται για την αποτροπή μιας διάρρηξης ή κλοπής ή για να ταυτοποιηθεί ο δράστης και στη συνέχεια να συλληφθεί;
- Ποιοι είναι οι λόγοι που κάνουν το σπίτι στόχο για έναν κλέφτη ή διαρρήκτη;
- Τι στοιχεία μελετάει ένας επίδοξος κλέφτης ή διαρρήκτης;
- Το γειτονικό περιβάλλον συνεισφέρει ή όχι στη συνολική ασφάλεια του σπιτιού;
- Υπήρξαν στο παρελθόν προβλήματα με κλέφτες ή διαρρήκτες;
Η ορθή αξιολόγηση των παραμέτρων αυτών είναι σημαντική, γιατί θα διαμορφώσει μια σειρά από βασικά χαρακτηριστικά του συστήματος, όπως:
- Την επιλογή των καμερών, καθορίζοντας το είδος και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους.
- Την εμφανή θέση ή όχι των καμερών. Αν είναι επιθυμητή η αποτροπή των κακόβουλων ενεργειών, τότε οι κάμερες θα πρέπει να είναι τοποθετημένες σε εμφανή θέση και με τέτοιο τρόπο, που να μην αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας για το ποια θα είναι η κατάληξη όποιου επιχειρήσει μια τέτοια ενέργεια. Στην αντίθετη περίπτωση, η επιδίωξη είναι η σύλληψη του κλέφτη ή διαρρήκτη και άρα πρέπει να του δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση ότι μπορεί ανενόχλητος να κινηθεί, ώστε να καταγραφούν καθαρά τα χαρακτηριστικά του και να αποτυπωθούν οι κινήσεις του.
- Τις θέσεις τοποθέτησης των καμερών. Η επιλογή των θέσεων των καμερών πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να διασφαλίζουν την προστασία των ανθρώπων που ζουν στην οικία, καθώς και των περιουσιακών στοιχείων που υπάρχουν σε αυτή. Επιπλέον, να είναι τοποθετημένες σε τέτοια σημεία, που να μη γίνονται στόχος βανδαλισμού ή κάποιος να μην έχει εύκολη πρόσβαση ώστε να τις απενεργοποιήσει ή να τις κλέψει, κάνοντας το σπίτι ευάλωτο στον επόμενο κλέφτη ή διαρρήκτη.
- Τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση και έγκαιρη προειδοποίηση του ιδιοκτήτη σε περίπτωση βλάβης του συστήματος, ώστε να μη μείνει το σπίτι απροστάτευτο. Π.χ., αν συμβεί βλάβη του συστήματος καταγραφής χωρίς να γίνει αντιληπτή, θα παραμείνει το σπίτι απροστάτευτο για αρκετές ημέρες ή εβδομάδες.
Σε αυτό εδώ το σημείο πρέπει να τονίσουμε ότι ένα σύστημα οικιακού CCTV μπορεί να χρησιμοποιηθεί για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με την ασφάλεια και την προστασία των ανθρώπων και των περιουσιακών τους στοιχείων. Ως παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε τη διακριτική παρακολούθηση ηλικιωμένων ή ατόμων με ειδικές ανάγκες, ώστε να τους παρασχεθεί έγκαιρα και με σωστό τρόπο βοήθεια όποτε απαιτηθεί, αφού πολλές φορές ο χρόνος αντίδρασης είναι πολύ σημαντικός.
Ένα από τα σημαντικά στοιχεία που πρέπει να εξετάσει κάποιος που επιθυμεί να εγκαταστήσει άμεσα ή μελλοντικά ένα σύστημα CCTV στο σπίτι του, είναι οι απαιτούμενες καλωδιώσεις. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι όταν πρόκειται για ένα σπίτι που βρίσκεται στο στάδιο της ανοικοδόμησης, τότε η δομημένη καλωδίωση είναι η μόνη λύση που θα ικανοποιήσει τις οποιεσδήποτε τηλεπικοινωνιακές και όχι μόνο ανάγκες, που θα υπάρξουν στο άμεσο ή απώτερο μέλλον. Στην περίπτωση όπου στο σπίτι δεν υπάρχει καλωδιακή υποδομή για να υποστηρίξει τις απαιτήσεις του συστήματος CCTV και πρέπει να δημιουργηθεί νέα, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι:
- Οι αναλογικές κάμερες μπορούν να μεταδώσουν το σήμα video είτε με ομοαξονικό καλώδιο είτε με καλώδιο συνεστραμμένου ζεύγους (π.χ. UTP). Στην περίπτωση που χρησιμοποιηθεί ομοαξονικό καλώδιο, δεν απαιτείται επιπλέον εξοπλισμός για τη μετάδοση του σήματος video από την κάμερα προς το σύστημα καταγραφής. Η επιλογή αυτή πρέπει να αποφεύγεται, γιατί αν και είναι πιο φθηνή στον παρόντα χρόνο, δεν δίνει την απαραίτητη ευελιξία στην αναβάθμιση του συστήματος στο μέλλον. Αν χρησιμοποιηθεί καλώδιο συνεστραμμένου ζεύγους, θα απαιτηθεί επιπλέον ένα ζευγάρι προσαρμογέων για τη μετάδοση του σήματος video. Η επιλογή αυτή είναι η πιο ενδεδειγμένη λύση, γιατί με αυτόν τον τρόπο, σε μελλοντικές αναβαθμίσεις του συστήματος ή μετατροπής του (π.χ. από αναλογικό σε ψηφιακό) δεν απαιτούνται νέες καλωδιώσεις. Για να μειώσουμε τις φθορές που θα υποστεί το σπίτι με την εγκατάσταση νέας καλωδιακής υποδομής, πρέπει να εξετάσουμε αν υπάρχουν κοντά στους χώρους τοποθέτησης του εξοπλισμού διαθέσιμες τηλεφωνικές πρίζες. Αν υπάρχουν, τότε με χρήση προσαρμογέων (των ίδιων που χρησιμοποιούνται με το UTP) είναι δυνατό να οδηγήσουμε το σήμα video στο σύστημα καταγραφής.
- Οι κάμερες ΙΡ απαιτούν οπωσδήποτε καλώδιο UTP. Επιπλέον, αν χρησιμοποιηθούν και κάμερες με τροφοδοσία ΡοΕ (Power οver Ethernet), τότε μειώνεται ο όγκος των απαιτούμενων καλωδίων και η φθορά του σπιτιού.
Το δεύτερο κρίσιμο σημείο που πρέπει να εξεταστεί με προσοχή, είναι η επιλογή της τεχνολογίας που θα χρησιμοποιηθεί. Οι επιλογές που έχει σήμερα ο τελικός χρήστης, είναι:
- Να κάνει χρήση αναλογικών καμερών και ψηφιακού συστήματος καταγραφής (μπορεί να είναι μία συσκευή stand alone ή ένας Η/Υ εφοδιασμένος με τις κατάλληλες κάρτες video και το αντίστοιχο λογισμικό). Ο χρήστης τώρα μπορεί να παρακολουθεί τις κάμερες σε πραγματικό χρόνο ή να κάνει αναπαραγωγή των καταγεγραμμένων γεγονότων. Η παρακολούθηση μπορεί να γίνεται είτε από μια οθόνη ειδική για αυτόν το σκοπό ή από την τηλεόρασή του, που θα είναι συντονισμένη σε κάποιο κανάλι, χρησιμοποιώντας και στις δύο περιπτώσεις ένα χειριστήριο. Μπορεί βέβαια να κάνει και χρήση του υπολογιστή του και με ένα κατάλληλο πρόγραμμα να συνδέεται στον ψηφιακό καταγραφέα και να εκτελεί τις ίδιες λειτουργίες. Επιπλέον έχει τη δυνατότητα απομακρυσμένης πρόσβασης στο σύστημα, με τις ίδιες λειτουργικές δυνατότητες, μέσω κατάλληλου τηλεπικοινωνιακού καναλιού (π.χ. γραμμή ADSL).
- Να δημιουργήσει ένα ψηφιακό δίκτυο με κάμερες ΙΡ και ένα NVR (Network Video Recorder), ώστε να έχει πρόσβαση από τον υπολογιστή του είτε τοπικά (στο σπίτι) είτε απομακρυσμένα.
- Να γίνει χρήση υβριδικής (συναγερμού & CCTV) τεχνολογίας και σύνδεση με ένα ιδιωτικό Κ.Λ.Σ. Σε αυτήν την περίπτωση, οποτεδήποτε ληφθεί σήμα συναγερμού στο Κ.Λ.Σ., τότε εμφανίζεται η εικόνα από την κάμερα ή τις κάμερες που καλύπτουν το συγκεκριμένο χώρο, στις οθόνες του χειριστή του συστήματος, για να γίνει οπτική επαλήθευση του συναγερμού και να υπάρξει άμεση γνώση της κατάστασης, ώστε να δρομολογηθούν έγκαιρα οι κατάλληλες ενέργειες. Το Κ.Λ.Σ. για να προσφέρει αυτήν τη υπηρεσία συνδυάζει το σύστημα CCTV που μπορεί να χρησιμοποιεί αναλογικές κάμερες (όπως στην πρώτη περίπτωση) ή κάμερες ΙΡ (όπως στη δεύτερη περίπτωση) με ένα ξεχωριστό σύστημα συναγερμού, ώστε να λειτουργούν σαν μια ολοκληρωμένη μονάδα. Μπορεί όμως το Κ.Λ.Σ. να χρησιμοποιεί ένα ενιαίο σύστημα, σχεδιασμένο αποκλειστικά για τις ανάγκες των οικιακών εφαρμογών, που να προσφέρει όλες τις λειτουργίες συναγερμού και CCTV. Υπάρχουν εταιρείες που προσφέρουν προϊόντα και λύσεις προσαρμοσμένες στις ανάγκες ασφαλείας μιας οικίας. Π.χ., αντί για τη χρησιμοποίηση κάμερας και υπέρυθρου ανιχνευτή ως ξεχωριστές οντότητες, υπάρχει μία συσκευή που επιτελεί και τις δύο λειτουργίες. Λειτουργεί ως υπέρυθρος ανιχνευτής και μόλις ενεργοποιηθεί, τότε και μόνο τότε η κάμερα μεταδίδει video.
Αν το σύστημα δεν είναι συνδεδεμένο με ένα Κ.Λ.Σ., τότε ο τελικός χρήστης πρέπει να εκπαιδευτεί ώστε να χειρίζεται το σύστημα. Στην περίπτωση που το σύστημα επικοινωνεί με το Κ.Λ.Σ. δεν χρειάζεται ανθρώπινος χειρισμός, γιατί αυτήν την υπηρεσία την παρέχει το Κ.Λ.Σ. Όμως τότε εγείρονται ερωτήματα σχετικά με την προστασία της ιδιωτικής ζωής, αλλά για αυτά θα αναφερθούμε σε επόμενη παράγραφο.
Εκτιμήσεις και προοπτικές
Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, η αγορά των συστημάτων CCTV που προορίζονται για οικιακές εφαρμογές έχει πολύ μικρή ανάπτυξη, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Ας προσπαθήσουμε σε αυτό το σημείο να διερευνήσουμε τους λόγους που συμβαίνει αυτό.
Τις πιο πολλές φορές, κάποιος που σκέφτεται να εγκαταστήσει ένα σύστημα CCTV εντός της οικίας του για να προστατέψει τα μέλη της οικογένειάς του καθώς και τα περιουσιακά του στοιχεία, δεν θέλει να ασχοληθεί με την τεχνολογία που διαθέτει αυτό και να μάθει να χειρίζεται το σύστημα. Οπότε πρέπει να αναθέσει το χειρισμό του συστήματος και την επεξεργασία των δεδομένων είτε στον τεχνικό (ή την εταιρεία) εγκατάστασης είτε να συνδέσει το σύστημά του με ένα Κ.Λ.Σ. ώστε να του προσφέρεται ως υπηρεσία η απομακρυσμένη διαχείριση του συστήματός του. Όμως και στις δύο περιπτώσεις, η πρόσβαση τρίτων σε καταστάσεις και γεγονότα της ιδιωτικής του ζωής, είναι αποτρεπτικός λόγος για την εγκατάσταση του συστήματος. Ειδικά όσον αφορά την απομακρυσμένη διαχείριση, πιστεύοντας ότι κάποιος έχει τη δυνατότητα να τον παρακολουθεί ανά πάσα στιγμή χωρίς να το γνωρίζει, του δημιουργεί ένα αίσθημα παραβίασης της ιδιωτικής του ζωής και περιορισμό της ελευθερίας του.
Το κόστος κτήσης ενός συστήματος CCTV για οικιακές εφαρμογές, είναι άλλος ένας λόγος ,που δεν βοηθά την ανάπτυξη της συγκεκριμένης αγοράς. Το κόστος βέβαια εξαρτάται από την ποιότητα, τα χαρακτηριστικά, τον αριθμό των καμερών κ.λπ. Όμως το κόστος ενός συστήματος CCTV που παρέχει πραγματική προστασία, είναι εν προκειμένω αρκετά μεγαλύτερο σε σχέση με ένα σύστημα συναγερμού, με αποτέλεσμα τα μεσαία οικονομικά στρώματα (που αποτελούν και το κριτήριο για την άνοδο της αγοράς) να μην είναι διατεθειμένα να το επωμιστούν.
Ως πρόσθετος λόγος που αποθαρρύνει τους μελλοντικούς αγοραστές των συστημάτων CCTV για οικιακές εφαρμογές, παρατηρείται ότι είναι ο συνεχής βομβαρδισμός τους από τους πωλητές, με πληροφορίες γύρω από πρότυπα, τεχνολογίες κ.ά., που για τη συντριπτική πλειοψηφία των ιδιοκτητών είναι ένας γόρδιος δεσμός, τον οποίο πρέπει να λύσουν προκειμένου να επιλέξουν το καταλληλότερο για αυτούς σύστημα.
Η ευθύνη για την ανάπτυξη της συγκεκριμένης αγοράς βαρύνει όλους όσοι εμπλέκονται στο χώρο της ασφάλειας. Καταρχήν τους κατασκευαστές, οι οποίοι πρέπει να δημιουργήσουν προϊόντα και λύσεις που να παρέχουν ασφάλεια και να είναι όσο γίνεται πιο απλά στη χρήση τους. Θετικό είναι το γεγονός ότι οι νέες γενιές ιδιοκτητών έχουν μεγαλύτερη επαφή με την τεχνολογία την οποία χρησιμοποιούν και δεν την αντιμετωπίζουν με δέος όπως οι παλαιότεροι. Οι εταιρείες πώλησης δεν πρέπει να προτείνουν, για λόγους γρήγορου και άμεσου κέρδους, συστήματα αμφιβόλου ποιότητας και ασφάλειας. Το μόνο που κατορθώνουν είναι να δημιουργήσουν έναν αθέμιτο ανταγωνισμό και να υπονομεύσουν εκ των έσω, μακροπρόθεσμα, την ανάπτυξη της αγοράς. Πρέπει να προτείνουν συστήματα που διαθέτουν ασφάλεια, πιστοποίηση της πρόσβασης, κωδικοποίηση, χαρακτηριστικά που διαθέτουν τα προϊόντα των πιστοποιημένων κατασκευαστών. Είναι επίσης ευθύνη των εταιριών πώλησης η επιμόρφωση των πωλητών τους, ώστε να προσφέρουν ασφαλείς λύσεις στους πελάτες τους. Οι εταιρείες εγκατάστασης οφείλουν να εκπαιδεύουν το προσωπικό τους, ώστε να μπορούν να εγκαθιστούν ένα σύστημα σωστά, σύμφωνα με τις προδιαγραφές των κατασκευαστών, ώστε να μην υπάρχει καμία περίπτωση να αποκτήσει πρόσβαση σε αυτό οποιοσδήποτε μη εξουσιοδοτημένος χρήστης, ο οποίος έχει σαν σκοπό είτε να καταστρέψει το σύστημα κάνοντας την οικία ευάλωτη σε μία διάρρηξη είτε να χρησιμοποιήσει τις πληροφορίες που απέκτησε, για άλλες κακόβουλες ενέργειες (π.χ. εκβιασμό).
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνεται σωστή ενημέρωση των τελικών χρηστών για:
- Τις πολιτικές που έχει αναπτύξει είτε η εταιρεία εγκατάστασης είτε το Κ.Λ.Σ.( αν δεν ταυτίζονται), ώστε να μην υπάρχει σε καμία περίπτωση παραβίαση της ιδιωτικής ζωής.
- Την τεχνολογία που χρησιμοποιείται και κάνει αδύνατη τη μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση στο σύστημα. Π.χ., να εξηγηθεί αναλυτικά ότι το σύστημα μεταδίδει εικόνα στην περίπτωση που υπάρχει συναγερμός και μόνο τότε και ότι δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση, οποιοσδήποτε προσπαθήσει να προσπελάσει το σύστημα, να το επιτύχει.
Τα οικιακά συστήματα CCTV είναι ένα επιπλέον εργαλείο στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, που κυριολεκτικά χτυπάει το κατώφλι της πόρτας μας. Για το λόγο αυτό, είναι υποχρέωση όλων των εμπλεκομένων να προσφέρουν λύσεις που θα αυξάνουν το αίσθημα ασφάλειας και ταυτόχρονα δεν θα περιορίζουν την προσωπική ελευθερία των ανθρώπων.
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΛΝΤΕ
Φυσικός -Ραδιοηλεκτρολόγος