Αστυνομία & Νέες Τεχνολογίες
Οι περιπτώσεις των φορητών καμερών και των μη στελεχωμένων αεροσκαφών
Οι νέες τεχνολογίες αποτελούν πλέον αναπόσπαστο μέρος του έργου των Αστυνομικών Αρχών, καθότι συμβάλλουν αποτελεσματικά στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας και στη διατήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.
Δρ. Ευάγγελος Στεργιούλης*
*Ο κ. Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και εν αποστρατεία Υποστράτηγος της Ελληνικής Αστυνομίας. Εργάστηκε στην Europol ως υπεύθυνος των Εξωτερικών και Δημοσίων Σχέσεων του Οργανισμού, διετέλεσε προϊστάμενος των Εθνικών Γραφείων Interpol και Europol και έχει διδάξει στις Σχολές της Ελληνικής και Κυπριακής Αστυνομικής Ακαδημίας, καθώς και στην έδρα των Αστυνομικών Σπουδών του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου.
Τα τελευταία χρόνια, οι Αστυνομικές Αρχές επενδύουν ολοένα και περισσότερους πόρους στις νέες τεχνολογίες, διαπιστώνοντας ότι η χρήση τους διευκολύνει σημαντικά την εκπλήρωση της αποστολής τους στη διασφάλιση της έννομης τάξης. Ωστόσο, η χρήση των νέων τεχνολογιών από την Αστυνομία δημιουργεί συγχρόνως και σοβαρούς προβληματισμούς, σχετικά με την προστασία του απορρήτου της ιδιωτικής ζωής και των συνταγματικά κατοχυρωμένων ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών. Η παρούσα έρευνα εξετάζει ενδελεχώς την επίδραση της τεχνολογίας στο έργο της Αστυνομίας, με έμφαση στις νέες τεχνολογίες των φορητών καμερών και μη στελεχωμένων αεροσκαφών, η χρήση των οποίων τα τελευταία χρόνια επεκτείνεται διαρκώς στον ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο.
Εισαγωγή
Από τις αρχές του 21ου αιώνα σημειώνεται μία άνευ προηγουμένου εξέλιξη της ψηφιακής τεχνολογίας, η οποία επιδρά και επηρεάζει όλους τους τομείς της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής. Νέες και έξυπνες, όπως αποκαλούνται, τεχνολογίες έχουν υιοθετηθεί τα τελευταία χρόνια στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, καθότι συμβάλλουν σημαντικά τόσο στο έργο της δημόσιας διοίκησης όσο και σε κάθε επιμέρους παραγωγική διαδικασία της κοινωνίας. Η Αστυνομία, ως ένας εκ των σημαντικότερων οργανισμών της δημόσιας διοίκησης και επιφορτισμένος με την προστασία της έννομης τάξης και της ασφάλειας της κοινωνίας των πολιτών, δέχεται τα τελευταία χρόνια τη σημαντική επίδραση των νέων τεχνολογιών, οι οποίες αποτελούν πλέον αναπόσπαστο μέρος του αστυνομικού έργου στο σύνολο του. Ωστόσο, τα πλεονεκτήματα και τα οφέλη από τη χρήση των νέων τεχνολογιών στην αστυνόμευση, η οποία αποτελεί την κύρια συνιστώσα του αστυνομικού έργου, τίθενται σε άμεση αντιπαράθεση με ένα ευρύ φάσμα προβληματισμών και ερωτημάτων σε σχέση με την προστασία του απορρήτου της ιδιωτικής ζωής και των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Αστυνομία & Τεχνολογία
Οι εξελίξεις στο χώρο της τεχνολογίας ανέκαθεν προσέλκυαν το ενδιαφέρον κάθε σύγχρονης Αστυνομίας δεδομένης της ζωτικής σημασίας τους σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς του αστυνομικού έργου, με κύρια έμφαση στην πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος. Η εξέλιξη της εγκληματικότητας, άλλωστε, συνοδεύτηκε εν πολλοίς με την παράλληλη εξέλιξη της τεχνολογίας, γεγονός που ανάγκασε τα Αστυνομικά Σώματα να επενδύουν συνεχώς ολοένα και περισσότερους πόρους τόσο στην αγορά νέων τεχνολογιών όσο και στην εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού τους. Στις μέρες μας, οι αστυνομικές υπηρεσίες καταβάλουν τεράστιες προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό τους εστιάζοντας στη χρήση και αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, οι οποίες αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη αστυνόμευση.
Σχετική έρευνα μεταξύ 46 διαφορετικών αστυνομικών υπηρεσιών σε 11 συνολικά χώρες αναφορικά με τη χρήση και αξιοποίηση της των νέων τεχνολογιών στο αστυνομικό έργο, ανέδειξε μία σειρά ποικίλων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι αστυνομικές υπηρεσίες, όπως νομικά, τεχνολογικά και οργανωτικά εμπόδια, ανεπαρκείς οικονομικοί πόροι, περιορισμένη διαθεσιμότητα τεχνολογίας, καθώς επίσης και έλλειψη αξιολογήσεων σχετικά με την αποτελεσματικότητα της χρήσης συγκεκριμένων τεχνολογιών στην αστυνόμευση (Custers, Vergouw, 2015).
Πρόσφατη αντιπροσωπευτική έρευνα στις ΗΠΑ με τη συμμετοχή περισσοτέρων των 1.200 αστυνομικών υπηρεσιών για την επίδραση της τεχνολογίας στην αστυνόμευση, ανέδειξε την αλματώδη εξάπλωση και επικράτηση των νέων τεχνολογιών στο σύνολο των αστυνομικών υπηρεσιών, με έμφαση στη χρήση φορητών καμερών, συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών, λογισμικών γεωγραφικού εντοπισμού, συστημάτων παρακολούθησης κινητών τηλεφώνων και αναγνώρισης πινακίδων αυτοκινήτων, ενώ η χρήση κάποιων συγκεκριμένων τεχνολογιών αναμένεται να αυξηθεί δραματικά μέσα στα επόμενα χρόνια, όπως τα λογισμικά πρόβλεψης και ανάλυσης πληροφοριών, οι φορητές κάμερες και τα μη στελεχωμένα αεροσκάφη – drones (Strom, 2016).
Σε αυτή τη συνεχή προσπάθεια τεχνολογικού εκσυγχρονισμού, οι αστυνομικές υπηρεσίες έρχονται συχνά αντιμέτωπες με πληθώρα προβλημάτων οργανωτικής, κοινωνικής, νομικής και συνταγματικής υφής, τα οποία χρήζουν άμεσης επίλυσης προκειμένου να διασφαλισθεί και να κατοχυρωθεί θεσμικά η διαφάνεια και η νομιμοποιητική βάση κάθε αστυνομικής δραστηριότητας που αναπτύσσεται και υλοποιείται με τη χρήση νέων τεχνολογιών, για την προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.
Αστυνομικές Φορητές Κάμερες (Police Body–Worn Cameras)
Τα τελευταία χρόνια υιοθετείται ολοένα και περισσότερο από τις σύγχρονες Αστυνομίες η χρήση φορητών καμερών, τις οποίες οι αστυνομικοί φέρουν ως εξάρτημα στη στολή τους κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και σε αρκετές πολιτείες των ΗΠΑ, η χρήση των φορητών καμερών αποτελεί πλέον μία συνήθη καθημερινή υπηρεσιακή πρακτική προσαρμοσμένη στη διαδικασία της αστυνόμευσης, αλλά και σε πολλές άλλες πτυχές του αστυνομικού έργου.
Βεβαίως, η χρήση βίντεο από τις Αστυνομικές Αρχές για τη συλλογή και παρουσίαση αποδεικτικών στοιχείων στο πλαίσιο του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης, είναι μία παλαιά πρακτική, η οποία έχει συχνά αποδειχθεί ιδιαιτέρως θετική στους τομείς της πρόληψης και καταστολής του εγκλήματος. Η χρήση, ωστόσο, και αξιοποίηση της τεχνολογίας των φορητών καμερών προσαρμοσμένων στις αστυνομικές στολές, είναι μία νέα, εντελώς διαφορετική και πολλά υποσχόμενη μορφή σύγχρονου αστυνομικού εξοπλισμού.
Στον Ευρωπαϊκό χώρο, η χρήση φορητών καμερών ξεκίνησε το 2005 στο Plymouth της Αγγλίας, κατά τη διάρκεια μιας καμπάνιας κατά της ενδοοικογενειακής βίας, όπου οι Αστυνομικές Αρχές διαπίστωσαν σημαντική βελτίωση της ποιότητας των αποδεικτικών στοιχείων. Εν συνεχεία, η χρήση τους επεκτάθηκε σε πολλούς τομείς της αστυνόμευσης με θετικά αποτελέσματα στην πρόληψη της εγκληματικότητας, αλλά και στην εξιχνίαση εγκλημάτων, καθώς αποδείχθηκε ότι οι συλληφθέντες ήταν περισσότερο πιθανό να παραδεχθούν την ενοχή τους όταν αντιμετώπιζαν σαφή καταγεγραμμένα στοιχεία των παρανόμων ενεργειών τους, ενώ τα δικαστήρια ήταν σε θέση να έχουν την καλύτερη δυνατή και αξιόπιστη περιγραφή και εικόνα των υπό εκδίκαση υποθέσεων (Home Office, 2007:6-7).
Υποστηρίζεται ότι οι φορητές κάμερες στις στολές των αστυνομικών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, συντελούν στην αύξηση της διαφάνειας και συμβάλουν στην εξακρίβωση και στην απόδειξη της νομιμότητας των αστυνομικών ενεργειών. Εμπειρικές έρευνες έχουν πράγματι επιβεβαιώσει ότι συμβάλουν στη μείωση των καταγγελιών εκ μέρους των πολιτών σε βάρος αστυνομικών, καθώς επίσης και στη μείωση της χρήσης βίας εκ μέρους των αστυνομικών, ακόμη δε και στη μείωση των εγκληματικών επιθέσεων κατά αστυνομικών κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους (White, 2014:19, Ariel, et al. 2015, Morgado & Alves, 2019). Ακόμη, θετικές εμφανίζονται και οι στάσεις και αντιλήψεις των αστυνομικών για τη χρήση φορητών καμερών στις στολές τους, υποστηρίζοντας ότι η χρήση τους μπορεί να βελτιώσει τη συμπεριφορά των πολιτών, αλλά και τη συμπεριφορά των ίδιων των συναδέλφων τους απέναντι στους πολίτες (Jennings, et al., 2014).
Αναμφίβολα, η χρήση αστυνομικών φορητών καμερών προσφέρει μία σειρά αποδεικτικών πλεονεκτημάτων που συμβάλουν στη επίλυση καταγγελιών και στη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων όπως, για παράδειγμα, σε περιπτώσεις επ’ αυτοφώρω διάπραξης εγκλημάτων (αστυνομική καταδίωξη, σύλληψη, σωματική έρευνα και προσαγωγή). Στον αντίποδα, ωστόσο, της θετικής επιχειρηματολογίας για τη χρήση και τη γενικότερη αξιοποίηση των αστυνομικών φορητών καμερών στο έργο της Αστυνομίας, υπάρχει, βεβαίως, και ένα ιδιαιτέρως σύνθετο πλαίσιο σοβαρών ενστάσεων και επιφυλάξεων για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Παράλληλα, με την υποχρεωτική χρήση φορητών καμερών από τους αστυνομικούς κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών του καθηκόντων, προβάλει άμεσα και το πρόβλημα της προστασίας της ιδιωτικής ζωής των ίδιων των αστυνομικών, γεγονός το οποίο προβληματίζει τη διεθνή αστυνομική κοινότητα και, ενδεχομένως, να αποτελεί ένα επιπρόσθετο λόγο για τον οποίο η χρήση των φορητών καμερών δεν έχει μέχρι σήμερα υιοθετηθεί από όλες τις Αστυνομίες του δυτικού κόσμου. Επιπλέον, υπάρχει το ζήτημα της προστασίας της υγείας των αστυνομικών από την καθημερινή χρήση των φορητών καμερών προσαρμοσμένων στις στολές τους, ως ηλεκτρονικά εξαρτήματα που ενδεχομένως να αποτελούν πηγή ακτινοβολίας έστω και σε επίπεδα χαμηλής επικινδυνότητας (Goodall, 2007:28).
Πέραν της μη αμφισβητούμενης αποδεικτικής ισχύος στην ποινική διαδικασία των παραβατικών συμπεριφορών που καταγράφονται από τις φορητές κάμερες, η χρήση τους από την Αστυνομία στηρίζεται και στο επιχείρημα της διαφάνειας, συμβάλλοντας έτσι στην εδραίωση της νομιμοποιητικής βάσης των αστυνομικών δραστηριοτήτων. Ωστόσο, και στην προκειμένη περίπτωση, η διαφάνεια των αστυνομικών ενεργειών που πραγματικά προάγει τις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ κοινωνίας και Αστυνομίας, υπόκειται σε κριτική αμφισβήτηση ιδίως σε περιπτώσεις χρήσης των φορητών καμερών σε υποθέσεις οικογενειακής και σεξουαλικής βίας, όπου τα θύματα αντιμετωπίζουν σοβαρές ψυχολογικές συνέπειες λόγω της αυξημένης έκθεσης τους μέσω της ηλεκτρονικής καταγραφής τους (Adams & Mastracci, 2017).
Εν κατακλείδι, παρά τα εμφανή οφέλη που απορρέουν από τη χρήση των φορητών καμερών στη διαδικασία της αστυνόμευσης για την ασφάλεια των πολιτών και τη διατήρηση της δημόσιας τάξης, οι συνέπειες που προβάλουν ταυτόχρονα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής τόσο των πολιτών όσο και των αστυνομικών, καθώς και η εν γένει προστασία των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, αναδεικνύονται ως θέματα μείζονος σημασίας που χρήζουν ειδικής επιστημονικής και εμπεριστατωμένης μελέτης και έρευνας, από κάθε αστυνομική υπηρεσία που σχεδιάζει την ένταξη της εν λόγω τεχνολογίας στο πλαίσιο της αστυνόμευσης.
Μη στελεχωμένα αεροσκάφη (Unmanned Aerial Vehicles-Drones)
Η νέα τεχνολογία των drones, προερχόμενη από την τρομακτική εξέλιξη της πολεμικής βιομηχανίας των ανεπτυγμένων κρατών του κόσμου και συνοδευόμενη με πολλά ερωτήματα πολιτικής και ηθικής διάστασης αναφορικά με τη χρήση τους (Sandvik, 2015:45-66), είναι πλέον διαθέσιμη στην παγκόσμια αγορά. Με δεδομένη τη δημοτικότητα αυτής της νέας τεχνολογίας και του σχετικά χαμηλού κόστους, οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι, στο εγγύς μέλλον, η χρήση των drones θα αυξηθεί σημαντικά στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, παρά το γεγονός ότι τα ηθικά, νομικά και δεοντολογικά ζητήματα που ανακύπτουν είναι μείζονος σημασίας και χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης και διευθέτησης (Custers, 2016).
Την τελευταία δεκαετία, η χρήση των drones από τις Αστυνομίες σε ολόκληρο τον κόσμο βαίνει συνεχώς αυξανόμενη, δεδομένων των πολύπλευρων δυνατοτήτων τους σε ποικίλους επιχειρησιακούς τομείς του αστυνομικού έργου, αρχής γενομένης από την επιτήρηση της κυκλοφορίας μέχρι την πρόληψη και εξιχνίαση εγκλημάτων. Η αποτελεσματικότητα τους στην παροχή λεπτομερειών και αποδεικτικών στοιχείων σε συνδυασμό με το χαμηλό κόστος και την εξάλειψη κινδύνων σε αστυνομικές επιχειρήσεις με αυξημένη επικινδυνότητα για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα των συμμετεχόντων, καθιστούν τα drones ολοένα και περισσότερο αναγκαία σε πολλούς και διάφορους τομείς της δημόσιας ασφάλειας (Engberts & Gillissen, 2016).
Πέραν, βεβαίως, των Αστυνομικών Σωμάτων που επικεντρώνουν την προσοχή τους στην εξέλιξη αυτής της νέας τεχνολογίας, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έντονο ενδιαφέρον και από διεθνείς οργανισμούς, όπως για παράδειγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Συγκριμένα, το ιδιαιτέρως οξυμένο πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης των τελευταίων ετών, έχει οδηγήσει την ΕΕ να εντάξει στις κορυφαίες προτεραιότητες της την επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων της. Προς τούτο, ο Frontex, ως ο αρμόδιος οργανισμός της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης, έχει επενδύσει πόρους στη διερεύνηση της δυνατότητας ανάπτυξης drones στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού συστήματος επιτήρησης των συνόρων – Eurosur (Marin & Krajčíková, 2016:101-127).
Παρά το γεγονός ότι η θετική συνδρομή των drones στην αποστολή και στο έργο της Αστυνομίας θεωρείται πλέον αναμφισβήτητη, η χρήση των drones από την Αστυνομία σχετίζεται άμεσα με την προστασία των προσωπικών δεδομένων, πολύ δε περισσότερο με την προστασία της ιδιωτικής ζωής. Οι πιθανότητες παραβίασης της ιδιωτικής ζωής των πολιτών από τη χρήση των drones είναι ιδιαιτέρως αυξημένες, καθότι η ευρύτητα της εναέριας οπτικής γωνίας των καμερών τους σε συνδυασμό με την «έξυπνη» τεχνολογία που φέρεται ενσωματωμένη στις λειτουργικές δομές των drones (θερμικές κάμερες κ.λπ.), παρέχουν τη δυνατότητα κατά τη χρήση τους να καταγράφουν δεδομένα που δεν σχετίζονται μόνο με το αντικείμενο της αστυνομικής έρευνας.
Οι ιδιαιτέρως αυξημένες πιθανότητες παραβίασης της ιδιωτικής ζωής από την αστυνομική χρήση των drones για καθόλα, βεβαίως, νόμιμους σκοπούς, οδήγησε το Εθνικό Συμβούλιο Αρχηγών Αστυνομιών του Ηνωμένου Βασιλείου, μία από τις πρώτες Ευρωπαϊκές χώρες που ενέταξε τη χρήση των drones στην αστυνόμευση, να καταρτίσει έναν Οδηγό Αξιολόγησης για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, που πρέπει να εφαρμόζεται από τις αρμόδιες Αστυνομικές Αρχές που σκοπεύουν να χρησιμοποιήσουν drones στις επιχειρήσεις τους. Πρόκειται για έναν οδηγό-πρότυπο που προβλέπει μια συγκεκριμένη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται και που βοηθά τις αστυνομικές υπηρεσίες να εντοπίζουν και να ελαχιστοποιούν τους κινδύνους παραβίασης του ιδιωτικού απορρήτου από τη χρήση των drones. Ο εν λόγω οδηγός, μεταξύ άλλων, εστιάζει στην ενημέρωση τόσο του αστυνομικού προσωπικού όσο και των τοπικών κοινοτήτων, με απώτερο σκοπό τον εντοπισμό και τη μείωση των πιθανοτήτων παραβίασης της ιδιωτικής ζωής, οικοδομώντας έτσι σχέσεις εμπιστοσύνης με το κοινό σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η Αστυνομία χρησιμοποιεί τα drones στην καταπολέμηση του εγκλήματος (National Police Chiefs’ Council, 2016).
Εν κατακλείδι, το εύρος της χρήσης των drones και οι απεριόριστες δυνατότητες της νέας αυτής τεχνολογίας, εγείρουν για τις Αστυνομικές Αρχές μία σειρά σοβαρών νομικών, ηθικών, δεοντολογικών και συνταγματικών ερωτημάτων. Το γεγονός ότι η θετική συμβολή των drones στο έργο των αστυνομικών αρχών (πρόληψη και καταστολή εγκλημάτων, επιτήρηση της δημόσιας τάξης) θεωρείται εν πολλοίς ως δεδομένη και σε επείγουσες περιπτώσεις (εντοπισμοί, αναζητήσεις, ομηρείες) ως επιβεβλημένη, ουδόλως αναιρεί τις τεράστιες συνέπειες που αντανακλούν σε ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων του κοινωνικού, νομικού και πολιτικού πολιτισμού μια χώρας, τα οποία θα συνεχίσουν να αποτελούν τροχοπέδη στην απεριόριστη και ανεξέλεγκτη χρήση των drones από τις Αστυνομικές Αρχές.
Συμπεράσματα & Διαπιστώσεις
Κάθε σύγχρονη Αστυνομία πρέπει να επενδύει στις νέες τεχνολογίες με απώτερο σκοπό την αποτελεσματικότερη αστυνόμευση και την εδραίωση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών. Τόσο η επιστημονική έρευνα όσο και η αστυνομική πρακτική συγκλίνουν στο γεγονός ότι οι νέες τεχνολογίες συμβάλλουν θετικά στο έργο της Αστυνομίας, ωστόσο, η χρήση τους περιβάλλεται συγχρόνως κι από ένα ευρύ φάσμα έλλογων προβληματισμών και εύλογων ανησυχιών σχετικά με την προστασία της ιδιωτικής ζωής, των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών. Συνεπώς, η χρήση των νέων τεχνολογιών από τις Αστυνομικές Αρχές πρέπει να υπόκειται σε ένα αυστηρό νομικό πλαίσιο, το οποίο θα ρυθμίζει λεπτομερώς όλες τις παραμέτρους της χρήσης τους και κυρίως της διαχείρισης των προσωπικών δεδομένων που συλλέγονται.
Η χρήση και αξιοποίηση των φορητών καμερών και των μη στελεχωμένων αεροσκαφών στη διαδικασία της αστυνόμευσης, προϋποθέτει, κατ’ αρχάς, μία εκτενή και δημόσια συζήτηση για την ενημέρωση των πολιτών. Η κατάρτιση του νομικού πλαισίου της χρήσης αυτών των νέων τεχνολογιών για τους σκοπούς της αστυνόμευσης, σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς και κυρίως με την ανεξάρτητη Αρχή Προστασίας Δεδομένων, είναι μείζονος σημασίας για τη διασφάλιση της νομιμότητας των αστυνομικών ενεργειών, καθότι προέχει η προστασία της ιδιωτικής ζωής από τη συλλογή και πληροφοριών και προσωπικών δεδομένων. Παράλληλα, η πολιτική της Αστυνομίας αναφορικά με τη χρήση των φορητών καμερών και των drones στην αστυνόμευση, πρέπει να διέπεται από πλήρη διαφάνεια και να κοινοποιείται δημόσια για την ενημέρωση του κοινού (West Midlands Police, 2019).
Από την πλευρά της αστυνομικής πρακτικής, είναι ιδιαίτερα σημαντικό για μία σύγχρονη Αστυνομία να έχει εκ των προτέρων διαμορφώσει ένα αποτελεσματικό σύστημα εκπαίδευσης τόσο των χειριστών των νέων τεχνολογιών όσο και των διαχειριστών των δεδομένων που συλλέγονται, με απώτερο σκοπό την προστασία του απορρήτου και της ιδιωτικής ζωής των υποκειμένων της αστυνομικής έρευνας.
Η αποστολή της Αστυνομίας, ως θεσμός του δημοκρατικού πολιτεύματος, είναι η πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος με ταυτόχρονη όμως προστασία της ιδιωτικής ζωής των πολιτών και των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων τους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Adams, I. & Mastracci, S. (2017) “Visibility is a Trap: The Ethics of Police Body-Worn Cameras and Control”, Administrative Theory & Praxis, 39(4): 313-328.
Ariel, B., Farrar, W. & Sutherland, A. (2015) “The Effect of Police Body-Worn Cameras on Use of Force and Citizens’ Complaints Against the Police: A Randomized Controlled Trial”, Journal of Quantitative Criminology, 31(3):509-535.
Custers, B. (ed.) (2016) “The future of drone use. Opportunities and threats from ethical and legal perspectives”, The Hague: T.M.C. Asser Press.
Custers, B., Vergouw, B. (2015) “Promising policing technologies: experiences, obstacles and police needs regarding law enforcement technologies”, Computer law & Security Review, 31(4):518-526.
Engberts B., Gillissen E. (2016) “Policing from Above: Drone Use by the Police” in Custers B. (eds) “The Future of Drone Use. Information Technology and Law Series”, The Hague: T.M.C. Asser Press.
Goodall, M. (2007) “Guidance for the Police Use of Body-Worn Video Devices”, London: Home Office.
Home Office (2007) “Guidance for the police use of body-worn video devices”, London: Home Office-Police and Crime Standards Directorate. http://library.college.police.uk/docs/homeoffice/guidance-body-worn-devices.pdf (ανακτήθηκε 10.10.2019).
Jennings, W., Fridell, L., & Lynch, M. (2014) “Cops and cameras: Officer perceptions of the use of body-worn cameras in law enforcement”, Journal of Criminal Justice, 42(6):549-556.
Marin L., Krajčíková K. (2016) “Deploying Drones in Policing Southern European Borders: Constraints and Challenges for Data Protection and Human Rights” in Završnik A. (eds) (2016) “Drones and Unmanned Aerial Systems”, Cham: Springer.
Morgado, S. & Alves R. (2019) “Core capabilities: Body-worn cameras in Portugal”, European Law Enforcement Research Bulletin, (18), pp. 107-116.
National Police Chiefs’ Council (2016) “Private Impact Assessment-Use of drones for overt policing purposes”, V2 September 2016,
https://www.sussex.police.uk/SysSiteAssets/media/downloads/sussex/about-us/governance-and-processes/drones/use-of-drones-privacy-impact-assessment.pdf (ανακτήθηκε 9.10.2019)
Sandvik, K.B. (2015) “The political and moral economies of dual technology tranfers: Arming Police Drones”, in Završnik, A. (eds) “Drones and Unmanned Aerial Systems”, Cham: Springer.
Strom, K. (2016) “Research on the Impact of Technology on Policing Strategy in the 21st Century, Final Report, Rockville, MD: Office of Justice Programs’ National Criminal Justice Reference Service.
West Midlands Police, UK, (2019) “Police Drones”,
https://www.west-midlands.police.uk/frequently-asked-questions/police-drones (ανακτήθηκε 14.10.2019)
White, M. D. (2014) “Police Officer Body-Worn Cameras: Assessing the Evidence”, Washington, DC: Office of Community Oriented Policing Services.