Αρπαγές προσώπων: Ομηρίες και απαγωγές
Η αρπαγή προσώπων με οποιοδήποτε κίνητρο και επιδίωξη, δεν είναι ένα φαινόμενο το οποίο απασχολεί μόνο τα τελευταία χρόνια το χάρτη της εγκληματικότητας, τόσο σε διεθνές όσο και σε εγχώριο επίπεδο. Ταλάνιζε – και όπως εκτιμάται, θα συνεχίσει να απασχολεί την παγκόσμια κοινότητα, ανεξαρτήτως πολιτισμικών, πολιτικών, κοινωνικοοικονομικών και θρησκευτικών συνθηκών, αξιών, αρχών και κουλτούρας.
Ανατρέχοντας στη μυθολογία και στη μακραίωνη πλούσια Ελληνική ιστορία, το φαινόμενο βρίθει τέτοιων μυθολογικών περιστατικών ιδιόμορφης «ομηρίας», όπως λ.χ. η αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα, η αρπαγή της Ευρώπης από το Δία, η αρπαγή της "ωραίας Ελένης" από τον Πάρη. Στους τελευταίους αιώνες, τουλάχιστον στο εγχώριο περιβάλλον, είναι γνωστά τα περιστατικά αρπαγής προσώπων με κίνητρο κυρίως την εκβίαση του νεοσυσταθέντος Ελληνικού Κράτους για την παραχώρηση προνομίων, αλλά και σημαντικών παραγόντων του τότε οικονομικοκοινωνικού γίγνεσθαι, από τη ληστοκρατία που μάστιζε τη χώρα μας μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930.
Στο πρόσφατο παρελθόν και με αυξητική τάση τα τελευταία τριάντα χρόνια, το φαινόμενο παρουσιάσθηκε κυρίως στο εξωτερικό, με αρπαγές – ομηρίες προσώπων από άτομα ή οργανωμένες ομάδες, είτε με οικονομικά κίνητρα είτε με χαρακτηριστικά υποκινούμενης πολιτικής βίας (κυρίως τρομοκρατικές ενέργειες). Σήμερα, ως απότοκος διαφόρων παραγόντων, έχει εμφανισθεί και στην Ελλάδα από ομάδες ή εγκληματικές οργανώσεις, κυρίως του κοινού ποινικού δικαίου. Συνήθως αποσκοπούν στην είσπραξη λύτρων, στην εξαγορά ελευθερίας, στην εκβίαση κυβερνήσεων, στη δημοσιότητα και προβολή αιτημάτων στο πλαίσιο εθνικοαπελευθερωτικών ή αυτονομιστικών κινημάτων ή στη βάση θρησκευτικών φονταμενταλιστικών θεωριών τρομοκράτησης ή και εκβίασης των «άπιστων» πολιτών του Δυτικού κόσμου κ.λπ..
Ισχύον νομοθετικό πλαίσιο
Η αρπαγή προσώπων αποτελεί ιδιαίτερη μορφή ποινικά κολάσιμης εγκληματικής συμπεριφοράς και αντιμετωπίζεται ειδικά και μοναδικά, ανάλογα με το κίνητρο, τις συνθήκες τέλεσης και τα επιμέρους αντικειμενικά στοιχεία. Την αρπαγή προσώπων, συνήθως την ακούμε στα ΜΜΕ είτε ως ομηρία προσώπων είτε ως απαγωγή. Παρά τις διαφορές στον τρόπο που εκδηλώνεται η αρπαγή, η ποινική τους αντιμετώπιση είναι η ίδια. Με τα άρθρα του δέκατου όγδοου (18ου) Κεφαλαίου του Ποινικού Κώδικα, προστατεύεται το πολυτιμότερο αγαθό του ανθρώπου, η προσωπική ελευθερία. Ως προσωπική ελευθερία, νοείται στην περίπτωση αυτή η εξωτερική ελευθερία, η δυνατότητα δηλαδή του ατόμου να ζει και να κινείται ελεύθερα μέσα στη χώρα, ως ελεύθερος πολίτης. Η προσωπική ελευθερία έχει αναγνωρισθεί και κατοχυρωθεί ως θεμελιώδης διάταξη στα Συντάγματα όλων των πολιτισμένων λαών της γης. Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 5 του Συντάγματος : ΄΄Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανένας δεν καταδιώκεται, ούτε συλλαμβάνεται, ούτε φυλακίζεται, ούτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος΄΄, ενώ σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου: ΄΄όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Εξαιρέσεις επιτρέπονται στις περιπτώσεις που προβλέπει το διεθνές δίκαιο΄΄.
Η σημαντικότερη διάταξη του Ποινικού Κώδικα που αναφέρεται στα εγκλήματα κατά της προσωπικής ελευθερίας είναι το άρθρο 322, που αφορά στο έγκλημα της «αρπαγής», στο οποίο ορίζονται τα εξής : «όποιος με απάτη ή βία ή με την απειλή βίας συλλαμβάνει, απάγει ή παράνομα κατακρατεί κάποιον, έτσι ώστε να αποστερεί το συλλαμβανόμενο από την προστασία της πολιτείας και ιδίως όποιος περιάγει κάποιον σε ομηρία ή σε άλλη παρόμοια κατάσταση στέρησης της ελευθερίας, τιμωρείται με κάθειρξη. Αν η πράξη έγινε με σκοπό να εξαναγκαστεί ο παθών ή κάποιος άλλος σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή, για την οποία δεν υπάρχει υποχρέωσή του, τιμωρείται: α. με ισόβια κάθειρξη αν ο εξαναγκασμός στρέφεται εναντίον των μελών της Κυβέρνησης ή της Βουλής ή αναγνωρισμένου Αρχηγού πολιτικού κόμματος, β. με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών σε κάθε άλλη περίπτωση».
Η αρπαγή είναι έγκλημα διαρκές, αφού με την τέλεσή του και για όσο διατηρείται η κατάσταση αυτή από τους δράστες, προσβάλλεται το έννομο αγαθό της προσωπικής ελευθερίας. Η παραγραφή του αδικήματος αρχίζει από τη στιγμή που ο όμηρος ή ο απαχθείς ανακτήσει την προσωπική του ελευθερία.
Όμηρος ή απαχθείς μπορεί να είναι ο καθένας, ανεξάρτητα από εθνικότητα, φύλο, θρήσκευμα, χρώμα ή ιδεολογική τοποθέτηση. Μέσα αρπαγής είναι όχι μόνο η βία και η απειλή βίας, αλλά και η εξαπάτηση του θύματος. Αν το θύμα συναινεί να υπαχθεί στην εξουσία κάποιου, δεν υπάρχει έγκλημα αρπαγής με τη μορφή της προσβολής της προσωπικής ελευθερίας. Απαιτείται πρόθεση του δράστη, όχι μόνον κατά του προσώπου του ομήρου ή απαχθέντος, αλλά και κατ’ άλλων προσώπων με τα οποία συνδέεται ο παθών (π.χ., συγγενικό περιβάλλον, επαγγελματικό περιβάλλον, περιβάλλον «εξουσίας», κατά φύλακα ή νοσοκόμου). Το αίτιο της αρπαγής είναι αδιάφορο, ωστόσο, συνιστά επιβαρυντική περίπτωση το κάθε ένα από τα αίτια. Τελευταία, επήλθε συμπλήρωση του Ποινικού Κώδικα με τα άρθρα 187 και 187Α , όπου το άρθρο 322 Π.Κ. «Αρπαγή» περιλαμβάνεται στον περιοριστικό κατάλογο των εγκληματικών συμπεριφορών που συνιστούν μορφές τέλεσης του Οργανωμένου Εγκλήματος και της Τρομοκρατίας αντίστοιχα, με βαρύτερο κακουργηματικό χαρακτήρα. Βεβαίως, η εφαρμογή των διατάξεων αυτού του άρθρου προαπαιτεί την ύπαρξη και άλλων αντικειμενικών παραμέτρων, όπως λ.χ. δομημένη, με συνεχή – διαρκή δράση εγκληματική οργάνωση τριών ή περισσοτέρων δραστών, που σκοπούν στην τέλεση ενός ή περισσοτέρων εγκλημάτων, που περιγράφονται στα εν λόγω άρθρα, χωρίς να προαπαιτείται ειδική αναφορά στο υπόβαθρο του κινήτρου, όπως λ.χ. θρησκευτικά, πολιτικά ή άλλα αίτια.
Συνοδευτικά, μαζί με το πρωτεύον έγκλημα της αρπαγής, ενδέχεται να απαγγελθούν στους ομηροκράτες ή απαγωγείς και άλλα αδικήματα, που προβλέπονται είτε από τον Π.Κ. είτε από διατάξεις που προβλέπονται στους Ειδικούς Ποινικούς Νόμους, όπως διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών (άρθρο 290 Π.Κ.), διατάραξη της ασφάλειας σιδηροδρόμων, πλοίων και αεροσκαφών (άρθρο 291 Π.Κ.), παρακώλυση συγκοινωνιών (άρθρο 292 Π.Κ.), στις περιπτώσεις ομηροκρατήσεων – πειρατειών σε χερσαίους, θαλάσσιους ή εναέριους συγκοινωνιακούς άξονες, καθώς επίσης και Οπλοφορία – Οπλοχρησία στην περίπτωση που φέρουν η/και χρησιμοποιούν αντικείμενα χαρακτηρισμένα ως όπλα.
Παράλληλα, ανάλογα με το αποτέλεσμα της πράξης τους, ενδέχεται να απαγγελθούν και άλλες κατηγορίες, όπως λ.χ. ανθρωποκτονία (άρθρο 299 Π.Κ.), σωματικές βλάβες (άρθρα 308 και επόμενα), εκβίαση (άρθρο 385 Π.Κ.) κ.λπ.
Ιδιάζουσα περίπτωση αποτελεί η πρόκληση καθεστώτος ομηρίας προσώπων με σκοπό το εμπόριο (trafficking) για οποιονδήποτε λόγο, που προβλέπονται ειδικώς από τα άρθρα 323 και 323Α του Π.Κ. Το τελευταίο, με τη σύγχρονη μορφή του φαινομένου, προστέθηκε πρόσφατα στο εγχώριο νομικό οπλοστάσιο .
Μια ξεχωριστή και ιδιότυπη περίπτωση αρπαγής, παρουσιάζει κατά τις διατάξεις του άρθρου 324 του Π.Κ. (Αρπαγή Ανηλίκων), η περιαγωγή σε καθεστώς ομηρίας ανηλίκων. Αυτή η διάταξη του νόμου αποσκοπεί ευθέως μεν στη διασφάλιση και προστασία του δικαιώματος εκείνου που έχει την πατρική επιμέλεια για το ανήλικο πρόσωπο, έμμεσα δε, στην κατοχύρωση της προσωπικής ελευθερίας του ανηλίκου.
Τέλος, άλλες ειδικές περιπτώσεις απαγωγών που τιμωρούνται από το νόμο, θεωρούνται αυτές της ακούσιας απαγωγής γυναικών ή γυναικών που έχουν διαταραγμένη νόηση ή απώλεια της συνείδησης, με σκοπό το γάμο ή την ακολασία (άρθρο 327 Π.Κ.). Επίσης, η εκούσια απαγωγή άγαμης και ανήλικης γυναίκας με σκοπό το γάμο ή την ακολασία, που παρά τη δική της θέληση, θύματα θεωρούνται από το νόμο αυτοί που έχουν δικαίωμα να τη φροντίζουν (άρθρο 328 Π.Κ.).
Διακρίσεις και έννοιες
Η αρπαγή προσώπων είτε με την κλασική – γνωστή μορφή της ομηρίας, είτε με τη μορφή της απαγωγής, δεν παρουσιάζει καμία διαφορά ως προς το αποτέλεσμα. Και στις δύο περιπτώσεις προσβάλλεται το ίδιο έννομο αγαθό: η προσωπική ελευθερία. Ο νόμος είναι υπαρκτός, συγκεκριμένος και περιλαμβάνει όλες τις γνωστές περιπτώσεις αυτής της εγκληματικής συμπεριφοράς, με κυρώσεις πλημμεληματικού και κακουργηματικού χαρακτήρα.
Παράλληλα, σε επίπεδο Αρχών και Πολιτικής Ασφάλειας, όταν εκδηλώνεται, πρωταρχικός στόχος τόσο της Πολιτείας όσο και των εκτελεστικών μηχανισμών ανταπόκρισης είναι η διάσωση της ζωής των ομήρων και η ειρηνική επίλυση τέτοιων καταστάσεων.
Εντούτοις όμως, σε πρακτικό επίπεδο, συγκρίνοντας τις δύο μορφές διακρίνουμε ότι παρουσιάζουν αρκετές και σημαντικές διαφορές, που επηρεάζουν κυρίως τον τρόπο αντιμετώπισης και διαχείρισης από τις Αρχές Ασφάλειας. Αυτό διότι :
- Στην περίπτωση της ομηρίας, ο τόπος κράτησης των ομήρων είναι γνωστός, ενώ στις απαγωγές ο τόπος είναι άγνωστος.
- Στις ομηρίες, το γεγονός γίνεται αμέσως γνωστό στις Αρχές, στις απαγωγές εφόσον καταγγελθεί με οποιονδήποτε τρόπο από τα θύματα ή άλλο πρόσωπο.
- Στην ομηρία, θύμα της εγκληματικής συμπεριφοράς είναι ο ίδιος ο όμηρος, ενώ στις απαγωγές θύμα θεωρείται και αυτός κατά του οποίου οι απαιτήσεις των ομηροκρατών.
- Στην ομηρία, τα στοιχεία, η ταυτότητα και άλλες ιδιαιτερότητες των ομηροκρατών είναι κατά βάση γνωστά ή γίνονται άμεσα γνωστά στα θύματα και στις Αρχές, ενώ στις απαγωγές συνήθως άγνωστα ή/και ισχνώς πιθανολογούμενα.
- Στην ομηρία, το περιστατικό γίνεται αμέσως γνωστό στο κοινό και τα ΜΜΕ, ενώ στις απαγωγές κυρίως στην τελευταία φάση των επιχειρήσεων των Αρχών ή εφόσον καταστεί γνωστή η πράξη με οποιονδήποτε τρόπο.
- Στην ομηρία, ο όμηρος αποτελεί συνήθως «διαπραγματευτικό χαρτί» των ομηροκρατών, ενώ στην απαγωγή ο όμηρος αποτελεί «μέσο εκβίασης».
- Στην ομηρία, ο τρόπος αντιμετώπισης των Αρχών επιχειρείται με εμφανείς διαδικασίες, ενώ στην απαγωγή ο τρόπος αντιμετώπισης εμπεριέχει καθ΄ όλα αφανείς διαδικασίες, δεδομένου ότι οποιαδήποτε εμφανής παρουσία των Αρχών, πιθανολογεί ακραίες αντιδράσεις των απαγωγέων.
- Στην ομηρία δοκιμάζεται και αξιολογείται αμέσως και εμφανώς η αντίδραση και η αποτελεσματικότητα των Αρχών, ενώ στην απαγωγή, η αξιολόγηση επέρχεται εκ των υστέρων.
Διαχείριση περιστατικών
Η διαχείριση τέτοιων περιστατικών είναι ιδιαίτερα περίπλοκη και εγκυμονεί κινδύνους σε όλα τα στάδια των επιχειρήσεων. Απαιτεί υψηλή επαγγελματική εμπειρία, οργάνωση και προγραμματισμό δράσεων, προνοητικότητα, διορατικότητα, πειθαρχία και προσήλωση στο στόχο. Βασική προτεραιότητα αποτελεί η διάσωση της ζωής των ομήρων ή των απαχθέντων και κατόπιν η έρευνα και η σύλληψη των δραστών. Όσα περιστατικά συνέβησαν στα προηγούμενα χρόνια, επιλύθηκαν αναίμακτα και αποτελεσματικά χάρη στην υψηλή επαγγελματική αστυνομική επάρκεια και τον κατάλληλο επιχειρησιακό σχεδιασμό των χειριστών των υποθέσεων αυτών. Σε αρκετές μάλιστα περιπτώσεις, πρωτοτύπησαν σε επινοήσεις και μεθόδους δράσης. Στον περασμένο αιώνα, η αντιμετώπιση κρίσιμων περιστατικών ομηρίας βασιζόταν κυρίως στη δυναμική επέμβαση των Ειδικών Δυνάμεων, με τη χρήση φόβου ή βίας, που προβαλλόταν – προφανώς εξαιτίας των τότε συνθηκών – ως η μοναδική λύση.
Πριν από περίπου τριάντα χρόνια, σαν πρώτη επιλογή και πριν από τη χρήση των Ειδικών Δυνάμεων, οι Αστυνομικές Αρχές για τη διευθέτηση ομηριών και οχυρώσεων, ξεκίνησαν να βασίζονται κατά αυξανόμενη κλίμακα στις διαπραγματεύσεις.
Ο κύριος στόχος της διαπραγμάτευσης ομήρων είναι η επίλυση του περιστατικού, με την επίτευξη της ασφαλούς απελευθέρωσης των ομήρων και τη σύλληψη των δραστών, χωρίς ανθρώπινες απώλειες.
Αυτός ο στόχος υπαγορεύει ότι οι ζωές των ομήρων είναι πιο σημαντικές από οποιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία και είναι πιο σημαντικές από χρόνο και χρήμα.
Η δυναμική επέμβαση, όπως είθισται να αποκαλείται η χρήση φόβου η/και βίας από τις Ειδικές Δυνάμεις των Αρχών Ασφαλείας, αποτελεί το δεύτερο μεγάλο «πυλώνα» – επιλογή μιας Ομάδας Διαχείρισης της Κρίσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο ρόλος των Ειδικών Δυνάμεων είναι σημαντικός, καθόσον είναι το τελευταίο σύνορο για την προστασία του πολίτη από τυχόν εγκληματική ή τρομοκρατική ενέργεια τέτοιων ειδικών συνθηκών.
Του Αθανασίου Κοκκαλάκη,
Αστυνόμου Α΄