Αεροδρόμιο "Ελευθέριος Βενιζέλος" : Η ασφάλεια στο επίκεντρο
Έχει τη φήμη ενός από τα ασφαλέστερα αεροδρόμια στον κόσμο. Το ιστορικό του, στα πέντε χρόνια λειτουργίας του, φροντίζει να επιβεβαιώνει τη φήμη αυτή. Ποια είναι όμως τα πρότυπα και οι διαδικασίες ασφαλείας που τηρούνται στο Ελευθέριος Βενιζέλος και πού βασίζεται η συνολική πλατφόρμα ασφαλείας του;
Πέντε χρόνια λειτουργίας μετρά ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών, Ελευθέριος Βενιζέλος, αποτελώντας ίσως το μεγαλύτερο έργο υποδομής που έγινε στην Ελλάδα, με έντονο επιχειρηματικό άλλα και κοινωνικό χαρακτήρα.
Αποτελώντας τη βασική πύλη της χώρας μας προς τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά και γενικότερα, τον κυριότερο κόμβο εσωτερικών αερομεταφορών, πάνω από ένα εκατομμύριο επιβάτες μετακινούνται μηνιαίως, ενώ παράλληλα, χιλιάδες τόνοι εμπορευμάτων μεταφέρονται μέσω του αεροδρομίου Ελευθέριος Βενιζέλος. Σίγουρα, πρόκειται για ένα υπερσύγχρονο αεροδρόμιο, όσον αφορά την τεχνολογία και τον εξοπλισμό του, όπου, εκτός από την παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών, βασική προτεραιότητα είναι σίγουρα η ασφάλεια.
Θέλοντας να αναδείξουμε τη φιλοσοφία, τη μεθοδολογία και τα βασικά χαρακτηριστικά της συνολικής πλατφόρμας και των προτύπων ασφαλείας, που αφορούν τα τεχνολογικά μέσα, αλλά και τον ανθρώπινο παράγοντα, οφείλουμε αρχικά να αναφέρουμε ότι η ασφάλεια των αεροδρομίων, δεν μπορεί να είναι ευθύνη ενός μόνο φορέα.
Συγκεκριμένα, η παράλληλη συμβολή της Ελληνικής Αστυνομίας, σε συνεργασία με το ρόλο του ιδιωτικού προσωπικού, υπό την επίβλεψη της Διεύθυνσης Ασφαλείας του Αεροδρομίου και πάντα μέσα από διακριτούς ρόλους, σύμφωνα με τους κανόνες και τα πρότυπα των διεθνών κανονισμών, αποτελούν το βασικό κλειδί για την επιτυχία των διαδικασιών ασφάλείας σε ένα αεροδρόμιο, όπως το Ελευθέριος Βενιζέλος.
Αρμοδιότητες και Διακριτοί ρόλοι
Παλαιότερα, πριν το νόμο 25/18 του 1997 και όπως αυτός τροποποιήθηκε το 2001, οι αρμοδιότητες που σχετίζονται με τις διαδικασίες ασφαλείας, εκτελούνταν από την αστυνομία. Με την ίδρυση όμως, του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, η ΕΛ.ΑΣ. εξέφρασε τη βούληση να παραχωρήσει ορισμένες αρμοδιότητες σε ιδιωτικές εταιρίες παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, προκειμένου το προσωπικό που θα εξοικονομούσε, να το αξιοποιήσει σε άλλους ευαίσθητους κοινωνικούς τομείς. Με κοινή απόφαση λοιπόν, των υπουργών Δημόσιας Τάξης και Μεταφορών, επήλθε συμφωνία προς αυτή την κατεύθυνση. Ειδικά για το Ελευθέριος Βενιζέλος, προβλέπονταν από την αρχική σύμβαση, ότι θα έχει δικό του σύστημα ασφαλείας και προσωπικό, το οποίο εκχωρείται σε ιδιωτικές εταιρίες, υπό την επίβλεψη της Διεύθυνσης Ασφαλείας, με διαγωνισμούς που γίνονται ανά τέσσερα ή πέντε χρόνια, ανάλογα με τη διάρκεια του συμβολαίου.
Η Διεύθυνση Ασφαλείας του αεροδρομίου, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «δορυφορική» υπηρεσία της αστυνομίας, μιας και δραστηριοποιείται με την άμεση ή την έμμεση παρουσία της αστυνομίας. Με δεδομένο λοιπόν, ότι το ιδιωτικό προσωπικό ασφαλείας δεν έχει το δικαίωμα σύλληψης σε περίπτωση κάποιας παραβατικής συμπεριφοράς, αν διαπιστωθεί κάποια συμπεριφορά που αντιβαίνει τους κανόνες και τις διαδικασίες ασφαλείας ή υπάρχει υποψία κάποιας παράβασης, πρέπει να κληθεί η αστυνομία. Δηλαδή, η γενική ευθύνη ασφάλειας του αεροδρομίου ανήκει στην αστυνομία, η οποία έχει και την εμπειρία και την εξουσία να αντεπεξέλθει στο ρόλο αυτό. Η συνεργασία λοιπόν, της Διεύθυνσης Ασφαλείας που είναι αρμόδια για το ιδιωτικό προσωπικό, με την Ελληνική Αστυνομία, είναι μονόδρομος, όπως χαρακτηριστικά μας ανέφερε και ο Διευθυντής Ασφαλείας του αερολιμένα, υπεύθυνος για το ιδιωτικό προσωπικό ασφαλείας, κ. Φώτης Λιανός.
Όσον αφορά όμως τις αρμοδιότητες των ελέγχων ασφαλείας στο αεροδρόμιο, από τις ιδιωτικές εταιρίες, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις βασικούς άξονες.
-
Έλεγχο επιβατών, χειραποσκευών και αποσκευών
-
Έλεγχο πρόσβασης σε χώρους του αεροδρομίου
-
Περιπολίες
Τις διαδικασίες αυτές, το αεροδρόμιο τις αναθέτει όπως προαναφέραμε, σε ιδιωτικές εταιρίες security, με συγκεκριμένα συμβόλαια και διακριτούς ρόλους. Κάθε εταιρία έχει την υποχρέωση να βρει το προσωπικό και να το αδειοδοτήσει, σύμφωνα με όσα προβλέπονται από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης, με βάση συγκεκριμένα δικαιολογητικά, που πρέπει να κατατεθούν. Κατόπιν, το προσωπικό αυτό εκπαιδεύεται από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, ανάλογα με το αντικείμενο εργασίας που θα επιτελέσει και στη συνέχεια εργάζεται με συγκεκριμένες αρμοδιότητες, που προβλέπονται από τον κανονισμό. Στο Ελευθέριος Βενιζέλος, συμμετέχουν τρεις ιδιωτικές εταιρίες: Η Wackenhut, το προσωπικό της οποίας έχει την ευθύνη ελέγχου των επιβατών και των χειραποσκευών τους, η ΕΡΜΗΣ AVSEC- υπεύθυνη για την πρόσβαση και τις περιπολίες, η ΕΡΜΗΣ AIRSEC για τον έλεγχο των αποσκευών και η ICTS σε κάποιες εξωτερικές non-aviation υπηρεσίες. Σε γενικές γραμμές, το ανθρώπινο δυναμικό του ιδιωτικού προσωπικού ασφαλείας σε όλα τα πόστα, ανέρχεται το χειμώνα σε περίπου 650 άτομα και γύρω σε 800 άτομα τους καλοκαιρινούς μήνες. Υπάρχουν επίσης και κάποιες ιδιωτικές εταιρίες παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, που χρησιμοποιούνται από τις αεροπορικές εταιρίες και είναι πιστοποιημένες, αλλά δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία της Διεύθυνσης Ασφαλείας του αεροδρομίου.
Έλεγχος επιβατών και αποσκευών
Όλοι οι αναχωρούντες επιβάτες, το προσωπικό εδάφους, ιδιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι, τα ιπτάμενα πληρώματα, καθώς και οι αποσκευές τους, υπόκεινται σε ελέγχους ασφαλείας, πριν τους επιτραπεί η είσοδος σε ελεγχόμενες περιοχές.
Παρόμοιοι έλεγχοι διεξάγονται και για όλους τους μετεπιβιβαζόμενους, καθώς και για όλους τους ανθρώπους που εργάζονται στο αεροδρόμιο ή επισκέπτονται το αεροδρόμιο για επαγγελματικούς λόγους, κάθε φορά που περνούν από σημείο ελέγχου που οδηγεί σε ελεγχόμενη περιοχή.
Όσον αφορά τις αρμοδιότητες στο κομμάτι του έλεγχου των επιβατών και των χειραποσκευών τους, αυτές ασκούνται από το ιδιωτικό προσωπικό, κατά αποκλειστικότητα. Δηλαδή, κανείς δεν μπορεί να τους αντικαταστήσει στη συγκεκριμένη εργασία. Εδώ, πρέπει να τονίσουμε, ότι και στα υπόλοιπα περιφερειακά αεροδρόμια, όπου ο ρόλος της αστυνομίας είναι εντονότερος, αρχίζει σταδιακά η εκχώρηση αρμοδιοτήτων, κυρίως για τον έλεγχο των αποσκευών, σε ιδιωτικό προσωπικό ασφαλείας. Συγκεκριμένα, από το 2004, τον έλεγχο αποσκευών των επιβατών σε έξι μεγάλους αερολιμένες (Θεσσαλονίκη, Κέρκυρα, Ηράκλειο, Ρόδο, Κω και Χανιά) ανέλαβε ιδιωτική εταιρία.
Σύμφωνα όμως με το νόμο 3103 του 2003, προβλέπεται ότι με κοινή απόφαση των υπουργών Μεταφορών και Δημόσιας Τάξης, καθορίζεται ο χρόνος ανάληψης από την ΥΠΑ των διαδικασιών, η οποία και μπορεί κατ΄ εξαίρεση να εκχωρήσει αυτές τις αρμοδιότητες σε ιδιωτικές εταιρίες, στα αεροδρόμια δικαιοδοσίας της (η ευθύνη λειτουργίας του Δ.Α.Α., ανήκει σε ιδιωτική εταιρία). Μέχρι τότε, η ΕΛ.ΑΣ. είναι υποχρεωμένη να παρέχει αυτές τις υπηρεσίες. Πρέπει να σημειώσουμε ότι σε όλα τα αεροδρόμια της χώρας υπάρχουν γραφεία ασφαλείας, τα οποία αναφέρονται στον αερολιμενάρχη.
Στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, υπάρχουν 49 σημεία ελέγχου επιβατών και χειραποσκευών. Κάθε σημείο ελέγχου, είναι εξοπλισμένο με συσκευή X-RAY για τον έλεγχο χειραποσκευών και με μαγνητική πύλη για τον έλεγχο των επιβατών. Σε κάθε σημείο ελέγχου, υπάρχουν σύμφωνα με τον Εθνικό Κανονισμό Ασφαλείας Πολιτικής Αεροπορίας (ΕΚΑΠΑ), 4 ελεγκτές ασφαλείας (screener) και ένας επόπτης. Συνολικά, στον έλεγχο επιβατών χειραποσκευών απασχολούνται περί τους 400 ελεγκτές. Όλοι οι ελεγκτές ασφαλείας υφίστανται 8ήμερη εκπαίδευση από την ΥΠΑ, εκπαιδεύονται στη συνέχεια για ένα 15ήμερο σε πραγματικές συνθήκες και πιστοποιούνται από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ).
Σύμφωνα με τον κανονισμό, όλες οι διαδικασίες ελέγχου απαιτούν τη συναίνεση του ελεγχόμενου και διαρκούν όσο διαρκεί η συναίνεση αυτή. Αν η συναίνεση αυτή λήξει, το προσωπικό ασφαλείας δεν μπορεί να κάνει τίποτα παραπάνω, παρά να απαγορεύσει την είσοδο στο αεροσκάφος και στη συνέχεια να καλέσει την αστυνομία, που θα κρίνει για τις περαιτέρω ενέργειες. Ο έλεγχος, εκτός από αντικείμενα που παράνομα μπορεί να φέρει κάποιος επιβάτης, όπως για παράδειγμα όπλα, περιλαμβάνει και αντικείμενα, που νόμιμα κατέχει ο επιβάτης, αλλά δεν μπορεί να πάρει μαζί του στο αεροσκάφος. Σε μια τέτοια περίπτωση, πρέπει οικιοθελώς, ο επιβάτης να απαλλαγεί με κάποιο τρόπο από αυτό το αντικείμενο.
Από το 2003, σύμφωνα με κανονισμό της Επιτροπής Ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όλες οι αποσκευές αναχωρούντων επιβατών πρέπει να ελέγχονται και για το λόγο αυτό, ο Δ.Α.Α. έχει εγκαταστήσει αυτοματοποιημένο πολυεπίπεδο σύστημα ελέγχου αποσκευών, με τέσσερις τομογράφους, το οποίο είναι εγκαταστημένο μετά τον έλεγχο εισιτηρίων (counters) και στο οποίο απασχολούνται περί τους 80 ελεγκτές ασφαλείας.
Στους περιφερειακούς αερολιμένες, για τον έλεγχο αναχωρούντων επιβατών χρησιμοποιούνται X-RAY συσκευές, που είναι τοποθετημένες πριν τα counters, όπου απασχολούνται 3 ελεγκτές σε κάθε συσκευή.
Ο έλεγχος αποσκευών γίνεται κατά τη διάρκεια της μεταφοράς της αποσκευής από το Σύστημα Διαχείρισης Αποσκευών και περιλαμβάνει από ένα έως πέντε επίπεδα ελέγχου:
Επίπεδο 1: Οι αποσκευές ελέγχονται αρχικά, από την αυτόματη συσκευή ελέγχου in-line του επιπέδου 1. Όταν η συγκεκριμένη συσκευή εντοπίσει πιθανό αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό ή αντικείμενο αδιαπέραστο, απορρίπτει την αποσκευή και η απεικόνισή της προωθείται αυτόματα στο σταθμό εργασίας του Επιπέδου 2.
Επίπεδο 2: Οι απεικονίσεις αποσκευών, που απέρριψαν οι συσκευές ελέγχου του Επιπέδου 1, εξετάζονται από τους χειριστές ελέγχου, οι οποίοι αποφασίζουν αν είναι ακίνδυνες, οπότε και πιέζουν το πλήκτρο αποδέσμευσης των συγκεκριμένων αποσκευών. Όταν ο χειριστής του Επιπέδου 2 υποψιάζεται ότι μια αποσκευή, που απορρίφθηκε στο επίπεδο 1, περιέχει αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό ή απαγορευμένο είδος, αποστέλλει την αποσκευή στο Επίπεδο 3. Αν ο χειριστής του Επιπέδου 2 δεν αποφασίσει μέσα σε καθορισμένο χρόνο (20 δευτερόλεπτα), τότε η αποσκευή μεταβιβάζεται αυτόματα στο σταθμό του Επιπέδου 3.
Επίπεδο 3: Το Σύστημα Διαχείρισης Αποσκευών οδηγεί αυτόματα στο Επίπεδο 3, κάθε αποσκευή που απορρίφθηκε από το σταθμό του Επιπέδου 2. Η αποσκευή θα εκπέσει από το διαλογέα στον ταινιόδρομο, που οδηγεί στο σταθμό του Επιπέδου 3. Ο χειριστής ελέγχει την αποσκευή και την ξαναβάζει στο Σύστημα Διαχείρισης Αποσκευών, μέσω άλλου ταινιόδρομου, από το σταθμό του Επιπέδου 3.
Επίπεδο 4 : Εάν κατά τον έλεγχο στο Επίπεδο 3, διαπιστωθεί ότι υπάρχει ύποπτο αντικείμενο (εκρηκτικό), ειδοποιείται άμεσα η αστυνομία και ενεργοποιείται το Επίπεδο 5, όπου εκκενώνεται η περιοχή και η Αστυνομία μεριμνά για την απομάκρυνση της αποσκευής.
Περιπολίες και πρόσβαση
Ο τομέας των περιπολιών και της πρόσβασης, είναι ένας τομέας όπου αναπτύσσεται σε μεγάλο βαθμό η συνεργασία του ιδιωτικού προσωπικού με την Ελληνική Αστυνομία. Σε αντίθεση με τον τομέα του ελέγχου των επιβατών και των αποσκευών τους, στον τομέα της πρόσβασης, μπορεί σε ειδικές περιπτώσεις- όπως για παράδειγμα, κατά την άφιξη ενός σημαντικού προσώπου- τον έλεγχο πρόσβασης στην πίστα του αεροδρομίου, να αναλάβει η αστυνομία, αντικαθιστώντας το προσωπικό της ιδιωτικής εταιρίας. Αναφορικά με τις πεζές περιπολίες του προσωπικού, αυτές διενεργούνται επί εικοσιτετραώρου βάσεως. Ειδικό προσωπικό κινείται σε όλους τους χώρους του αεροδρομίου είτε εσωτερικά είτε εξωτερικά, στην περίμετρο και αλλού. Πρέπει να επισημάνουμε, ότι η λειτουργία και η αξιοπιστία όλου του συστήματος ασφαλείας, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στο προσωπικό, που διενεργεί τους ελέγχους απευθείας στο πεδίο κάθε συμβάντος. Δηλαδή, κάθε φορά που κάποια κάμερα ή συναγερμός καταγράψουν ένα συμβάν, το αρμόδιο προσωπικό επεμβαίνει άμεσα, προκειμένου να διευθετήσει και να αξιολογήσει την κατάσταση. Πρέπει να σημειώσουμε, ότι όλα τα συμβάντα παραβίασης ασφάλειας αντιμετωπίζονται με την ίδια σοβαρότητα, μιας και στόχος είναι η πρόληψη γεγονότων, που θα οδηγήσουν σε δύσκολες καταστάσεις.
Μέσα και εξοπλισμός
Στο Ελευθέριος Βενιζέλος, υπήρχε από την αρχή μια πολύ υψηλού επιπέδου υποδομή, με πολύ καλή τεχνολογική υποστήριξη των διαδικασιών ασφαλείας, η οποία, κάθε χρόνο αναβαθμίζεται και βελτιώνεται ανάλογα με τις ανάγκες που υπάρχουν, τις απαιτήσεις που τίθενται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και τις εκάστοτε ιδιαίτερες συνθήκες. Έτσι, όλοι οι χώροι του αεροδρομίου παρακολουθούνται με κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης. Υπάρχουν εκατοντάδες κάμερες στους χώρους αφίξεων και αναχωρήσεων, στα σημεία ελέγχου των επιβατών, στις πύλες, στην πίστα του αεροδρομίου, στην περίμετρο και σε αρκετούς άλλους τομείς. Η πυκνότητα του αριθμού των καμερών είναι ανάλογη με την ευαισθησία των χώρων.
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε, ότι η εγκατάσταση αλλά και η λειτουργία του κλειστού κυκλώματος, είναι καθ’ όλα σύμφωνη με τις προϋποθέσεις και τις δεσμεύσεις, που θέτει η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, όπως μας διαβεβαίωσε ο Διευθυντής Ασφαλείας του αερολιμένα. Αυτό σημαίνει, ότι τα στοιχεία που καταγράφουν οι κάμερες, χρησιμοποιούνται μόνο για λόγους ασφαλείας και δεν παραχωρούνται σε καμία περίπτωση σε τρίτους, ενώ τα δεδομένα αποθηκεύονται για 15 ημέρες, σύμφωνα με αυτές τις δεσμεύσεις.
Υπάρχει σαφώς και το κέντρο λήψης των εικόνων που καταγράφουν οι κάμερες, όπου ειδικευμένο προσωπικό παρακολουθεί 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, τις εικόνες αυτές. Σε κάθε βάρδια υπάρχουν σε σταθερή βάση δύο άτομα, τα οποία, σε ειδικές συνθήκες μπορεί να αυξηθούν. Υπάρχουν σταθερές και κινούμενες κάμερες, κάμερες εσωτερικού και εξωτερικού χώρου, νυχτερινής λήψης και κάμερες με δυνατότητες μεγάλης εστίασης, υπερκαλύπτοντας έτσι όλο φάσμα των αναγκών.
Ένα σημαντικό κομμάτι της ασφάλειας του αεροδρομίου, είναι σαφώς το ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου πρόσβασης, που περιλαμβάνει την έκδοση και τον έλεγχο καρτών, με την ανάλογη παροχή διαβαθμίσεων και τη συνολική διαχείριση του ελέγχου εισόδου εξόδου στους χώρους του αεροδρομίου. Συγκεκριμένα, όλο το προσωπικό του αεροδρομίου, αλλά και οι επισκέπτες, οφείλουν να έχουν μόνιμες ή προσωρινές κάρτες εισόδου αντίστοιχα ή -εναλλακτικά- για τους επισκέπτες, να συνοδεύονται από άλλο εξουσιοδοτημένο άτομο. Οι κάρτες αυτές εκδίδονται από ειδικό τμήμα, κάτω από αυστηρές προϋποθέσεις και συγκεκριμένες διαδικασίες, που καθορίζονται από την Υ.Π.Α., στις οποίες λαμβάνεται υπόψη η εργασία του κάθε ατόμου, έτσι ώστε να του δοθεί η ανάλογη εξουσιοδότηση και άδεια εισόδου σε καθορισμένες πύλες και περιοχές. Όπου δεν υπάρχει, δηλαδή, φύλαξη από φυσικό πρόσωπο, υπάρχουν ηλεκτρονικοί καρταναγνώστες, που ελέγχουν την πρόσβαση. Κάθε αναγνώστης, πιστοποιεί αν ο κάτοχος κάθε κάρτας είναι εξουσιοδοτημένος να εισέλθει στον εκάστοτε χώρο και κατόπιν επιτρέπει ή όχι το άνοιγμα της πόρτας. Στην ουσία, υπάρχει ένα υπερκαλυπτόμενο ηλεκτρονικό σύστημα με ζώνες, που επιτρέπει συγκεκριμένες διελεύσεις και προσβάσεις. Ο διαχωρισμός του επιπέδου πρόσβασης διακρίνεται και από το χρώμα της κάρτας, όπου για παράδειγμα, με μια άσπρη κάρτα μπορεί κάποιος να κινείται στις εμπορικές περιοχές του αεροδρομίου, με μια κίτρινη κάρτα στους χώρους των αποσκευών και ούτω καθ’ εξής. Όλο το ιστορικό εισόδων και εξόδων στους διάφορους χώρους του αεροδρομίου, λαμβάνεται και καταγράφεται από ένα κεντρικό σταθμό, όπου ανά πάσα στιγμή υπάρχει δυνατότητα ανάκτησης δεδομένων, σε περίπτωση διαπίστωσης κάποιου περιστατικού κρίσιμης σημασίας. Ενδεικτικά, μπορούμε να αναφέρουμε ότι ένα σημείο με την υψηλότερη διαβάθμιση και συνεπώς, με την πολύ περιορισμένη πρόσβαση, είναι ο πύργος ελέγχου. Αναφορικά με το σύστημα συναγερμού, αυτό συνεργάζεται με το μεγαλύτερο μέρος του κλειστού κυκλώματος, έτσι ώστε να σηματοδοτεί σε περίπτωση κρίσιμου συμβάντος.
Πυρασφάλεια
Τέλος, η πυροπροστασία είναι ένας από τους πιο σημαντικούς τομείς Ασφαλείας και η Διοίκηση έχει αναλάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να ελαχιστοποιήσει τις πιθανές επιδράσεις ενός ατυχήματος, που θα περιλαμβάνει φωτιά. Η Σύμβαση Ανάπτυξης Αεροδρομίου καθορίζει ότι ο Δ.Α.Α. είναι υπεύθυνος για την οργάνωση της Πυροπροστασίας του Αεροδρομίου, σύμφωνα με τις απαιτήσεις Διεθνών Οργανισμών, όπως είναι ο Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO). Ο Νέος Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών έχει ταξινομηθεί ως Κατηγορίας 9, με τα πρότυπα του ICAO, βασιζόμενος στα μεγέθη των αεροσκαφών και την αναμενόμενη κίνηση. Αυτή η κατηγοριοποίηση καθορίζει τον τύπο και την ποιότητα όλων των απαιτούμενων εγκαταστάσεων και εξοπλισμού, για την υποστήριξη Προστασίας και Διάσωσης από πυρκαϊά για όλα τα περιστατικά. Ο Δ.Α.Α. παρέχει στην Πυροσβεστική Υπηρεσία του Αεροδρομίου υπερσύγχρονα οχήματα, εξοπλισμό και συστήματα επίβλεψης για να διασφαλίσει το υψηλότερο επίπεδο Πυροπροστασίας. Όλα τα Κτίρια του Αεροδρομίου έχουν σχεδιαστεί και κτιστεί σύμφωνα με τα πιο αυστηρά ευρωπαϊκά και αμερικανικά πρότυπα και κανονισμούς. Πιστοποιήσεις για την Πυροπροστασία στο Αεροδρόμιο, παρέχονται από το TUV, ένα διεθνή ελεγκτικό οργανισμό πιστοποιήσεων. Ένα εξεζητημένο σύστημα ανίχνευσης πυρκαγιάς ειδοποιεί την Πυροσβεστική Υπηρεσία Αεροδρομίου, αμέσως μόλις εντοπισθεί πυρκαγιά, μέσω ενός συστήματος Η/Υ. Τα κτίρια του Αεροδρόμιου καλύπτονται πλήρως από ένα σύγχρονο σύστημα ψεκασμού και οι σημαντικές περιοχές καλύπτονται από επιπλέον συστήματα ανίχνευσης και καταπολέμησης. Όλο το προσωπικό που απασχολείται στο Αεροδρόμιο εκπαιδεύεται επισήμως στην προστασία από πυρκαγιές και το προσωπικό που εργάζεται στα κτίρια του Αεροσταθμού οργανώνεται σε Ομάδες με ειδικά καθήκοντα, για τη διασφάλιση της ασφάλειας του κοινού και τη συνεργασία με τις αρχές, σχετικά με την Προστασία από Πυρκαγιές και την άμεση ανταπόκριση. Διενεργούνται ασκήσεις εκπαιδευτικές και εκτάκτου ανάγκης, ώστε το προσωπικό να είναι έτοιμο για κάθε απρόοπτο και οργανώνονται επίσης, τακτικά, ασκήσεις εκτάκτου ανάγκης, σε συνεργασία με τις τοπικές αρχές, την αστυνομία, την πυροσβεστική και υπηρεσίες ασθενοφόρου, ώστε να διασφαλιστεί ότι κάθε μεγάλο συμβάν θα αντιμετωπιστεί με τρόπο συντονισμένο.
Συμπερασματικά, θα αναφέραμε ότι στο αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος, συναντάμε όλες αυτές τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται για να χαρακτηριστεί ασφαλής ένας τόσο ευαίσθητος χώρος. Το γεγονός όμως αυτό, δεν σημαίνει ότι υπάρχουν- ούτε στο ελάχιστο- περιθώρια εφησυχασμού, μιας και το περιβάλλον στο οποίο ζούμε και ιδιαίτερα στον κρίσιμο χώρο των αερομεταφορών, επιβάλλει συνεχώς επαγρύπνηση και αυστηρή τήρηση όλων των διαδικασιών, που πρέπει να ακολουθούνται.