Ευκαιρίες για την Αγορά Ασφαλείας σε ένα Ρευστό Περιβάλλον
Ο τομέας της ασφαλείας στην Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπος με νέες προκλήσεις που ορίζονται από το γεωπολιτικό πλαίσιο της χώρας μας αλλά και από απειλές που αναδύονται σε διεθνή κλίμακα
Tου Απόστολου Νάτσιου
Business Development Manager της ICTS Hellas
Τις τελευταίες δεκαετίες, ειδικότερα δε από το 2004 έως και το 2011,ο κλάδος παροχής υπηρεσιών ασφαλείας διέγραψε μια διαρκώς αυξητική πορεία, όπως προκύπτει από τις κλαδικές έρευνες της ICAP Group (βλ. σχετικό γράφημα 1).
Τα τελευταία χρόνια ο κλάδος εξακολουθεί να αναπτύσσεται, η ανάπτυξη αυτή ωστόσο δεν αποτυπώνεται σε απόλυτους αριθμούς καθώς έχουμε μείωση του κόστους (τιμή ώρας/μισθοί) – τζίρου και μερική αντικατάσταση του ανθρώπινου παράγοντα από τα συστήματα ασφαλείας ως συνέπεια τεχνολογικών εξελίξεων. Επομένως, αν και όλο και περισσότεροι οργανισμοί αντιλαμβάνονται τα οφέλη των υπηρεσιών ασφαλείας, οι οποίες σταδιακά επεκτάθηκαν σε νέους κλάδους της οικονομίας, η «ωρίμανση» της αγοράς δεν αποτυπώνεται στα οικονομικά αποτέλεσμα των εταιρειών ασφαλείας.
Η επίτευξη και διατήρηση βιώσιμης ανάπτυξης για τον κλάδο πρέπει να οδηγήσει τους παρόχους υπηρεσιών ασφαλείς στην ανάληψη αποφασιστικών βημάτων: δημιουργία νέων αγορών, διαφοροποίηση προϊόντων και υπηρεσιών, παροχή προτιθέμενης αξίας.
Το περιβάλλον της Ελληνικής επικράτειας – από οποιαδήποτε σκοπιά κι αν το εξετάσει κανείς, κοινωνική, οικονομική, πολιτική, γεωπολιτική – γίνεται ολοένα και πιο ρευστό. Ανήκουμε σε έναν γεωπολιτικά κρίσιμο χώρο, με πλήθος κρίσιμων εγκαταστάσεων, πιεζόμενοι από μεταναστευτικές ροές και γειτονεύοντας με περιοχές – μέτωπα συγκρούσεων. Αναφέρεται ενδεικτικά ότι η χώρα μας έχει:
- Επισκέπτες 2,5 φορές πάνω από τον πληθυσμό της
- Ένα από τα σημαντικότερα Αεροδρόμια της ΝΑ Ευρώπης (ΑΙΑ)
- Πλήθος Λιμένων που φιλοξενούν επιβατηγά πλοία & κρουαζιερόπλοια
- ¶λλες κρίσιμες εγκαταστάσεις γεωπολιτικού ενδιαφέροντος (διυλιστήρια, περιφερειακά αεροδρόμια, ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες, αγωγοί ενέργειας, κλπ.)
Έχοντας υπόψη τις δυνητικές απειλές που συνεπάγεται το περιβάλλον αυτό, ο κλάδος ασφαλείας έχει σημαντική προοπτική ανάπτυξης εφ’ όσον αναγνωρίσει τις υπηρεσίες, τις διαδικασίες και τα τεχνικά μέσα που απαιτούνται για την αντιμετώπισή τους. Αναγνώριση, αξιολόγηση και θέση προτεραιοτήτων της επικινδυνότητας με κατάλληλη και οικονομικά αποδεκτή διαχείριση πόρων για την επιτήρηση, τον έλεγχο και την ελαχιστοποίηση της πιθανότητας ή/και των επιπτώσεων από ένα αβέβαιο γεγονός, πρέπει να είναι στις βασικές προτεραιότητες κάθε «σύγχρονου» οργανισμού που υιοθετεί τον όρο «Ασφάλεια».
Σε συνθήκες αυξανόμενης αβεβαιότητας, οι έχοντες την ευθύνη διαχείρισης και επιλογής παρόχου υπηρεσιών για λογαριασμό ενός Ιδιωτικού ή Δημόσιου Οργανισμού χρειάζεται να προσεγγίσουν τα θέματα ασφαλείας με διαφορετική αντίληψη: αφ’ ενός να μεταβούν από την κατασταλτική στην προληπτική προσέγγιση, να κατανοήσουν ότι καθολική αποτροπή του κινδύνου σημαίνει να είναι πάντα ένα βήμα πιο μπροστά. Αφ’ ετέρου, να κατανοήσουν την ασφάλεια ως παραγωγικό συντελεστή που δημιουργεί αξία για έναν Οργανισμό, είτε με όρους ποιότητας (εργασιακό περιβάλλον, παραγωγικότητα, εξυπηρέτηση), είτε με όρους ποσοτικούς (αποτροπή ζημίας, μείωση κόστους και χρόνου).
Το Cyber Criminality ως ευκαιρία
Απειλές που αναδύονται ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης της Οικονομίας της Πληροφορίας αποτελούν ένα πρόσθετο πεδίο ευκαιρίας για την αγορά υπηρεσιών ασφαλείας. Το CyberCriminality είναι μια τέτοια αναδυόμενη απειλή, «αόρατη» για τα μέχρι τώρα δεδομένα μας, που αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς. Το 2016 οι κυβερνο-επιθέσεις που έλαβαν χώρα παγκοσμίως πολλαπλασιάστηκαν σε σχέση με προηγούμενες χρονιές, ενώ η μέση ετήσια αύξηση από το 2009 και έως σήμερα ανέρχεται στο 66%. Μάλιστα οι επιθέσεις DDoS (κατανεμημένη επίθεση άρνησης υπηρεσιών) πληθαίνουν σε κλίμακα άνευ προηγουμένου. Οι απώλειες της παγκόσμιας οικονομίας από το έγκλημα στον κυβερνοχώρο εκτιμώνται έως και 575 δισ. δολάρια τον χρόνο, ποσό υπερτριπλάσιο του εθνικού μας ΑΕΠ. Σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, όσο οι επιθέσεις στις υποδομές ΙΤ ενός οργανισμού πληθαίνουν τόσο αυξάνεται και η οικονομική ζημιά που τις συνοδεύει. Ως εκ τούτου εκτιμάται ότι τα επόμενα χρόνια, το CyberCriminality θα καταλαμβάνει ολοένα και υψηλότερη θέση στις προτεραιότητες διαχείρισης κινδύνου και ότι κράτη, εταιρείες και πολυεθνικοί οργανισμοί θα αναλάβουν σημαντικές επενδύσεις ώστε να θωρακιστούν απέναντι στην εκθετική αύξηση των κυβερνο-επιθέσεων.
Η δυνατότητα εκτίμησης του προφίλ, των κινήτρων και των πόρων των δυνητικών εισβολέων είναι απαραίτητα για την ορθή λήψη επιχειρησιακών αποφάσεων σχετικά με την αποτελεσματική προστασία από τις κυβερνο-επιθέσεις. Υπηρεσίες, Σχέδια Ασφαλείας, Συστήματα Ασφαλείας, IT Security Software Systems και πιστή εφαρμογή Διαδικασιών αποτελούν παράγοντες καθολικής αποτροπής κατά της ραγδαία αυξανόμενης κυβερνο-εγκληματικότητας. Ο εκσυγχρονισμός της τεχνολογίας (Hardware & Software) και η συχνή επικαιροποίηση διαδικασιών και ελέγχου αυτών μας δίνουν την δυνατότητα παρακολούθησης και αποτροπής έναντι κάθε δυνητικού κινδύνου έχοντας ως κύριο στόχο πάντα, να είμαστε ένα βήμα μπροστά.
Είναι επομένως σαφές ότι οι νέες προκλήσεις μπορεί και πρέπει να οδηγούν σε νέες υπηρεσίες, νέα προϊόντα και, κυρίως, σε αντιλήψεις που θα μπορούν να τις εκτιμήσουν και να τις υιοθετήσουν. Είτε πρόκειται για παρόχους, είτε για αγοραστές, προβάδισμα θα έχουν εκείνοι που θα καθοδηγήσουν, θα συνδιαμορφώσουν αλλά και θα ανταποκριθούν στις ανάγκες της αγοράς. Αυτήείναι η αφετηρία ενός νέου «συμβολαίου» για την ελληνική αγορά υπηρεσιών ασφάλειας με έπαθλο ένα περισσότερο Ασφαλές περιβάλλον που το έχει τόσο ανάγκη όχι μόνο η υφιστάμενη αγορά – εταιρείες του κλάδου και αποδέκτες των υπηρεσιών ασφαλείας – αλλά και οι δυνητικοί επενδυτές της ελληνικής οικονομίας.