Ευρωπαϊκή Αστυνομική Συνεργασία. Οι ρόλοι της Interpol και της Europol
Οι υπηρεσίες και βάσεις δεδομένων της INTERPOL και της Europol είναι διαθέσιμες σε κάθε υπάλληλο επιβολής του νόμου στις χώρες – μέλη. Ο κύριος σκοπός της εργασίας αμφότερων των οργανισμών είναι να συνεργάζονται με τις Αρχές επιβολής του νόμου διεθνώς, να διευκολύνουν τη διασυνοριακή συνεργασία και να αντιδρούν γρήγορα σε συμβάντα προς όφελος των κοινοτήτων τις οποίες υπηρετούν.
Απόστολος Αλαμάνας
Υποστράτηγος ΕΛ-ΑΣ ε.α
Σύμβουλος Ασφαλείας Επιχειρήσεων
«Ζούμε σε μία εποχή που ο επαγγελματίας κλέφτης ή απατεώνας αισθάνεται εξίσου οικεία στο Παρίσι, τη Βιέννη ή το Λονδίνο, που πλαστά ρούβλια παράγονται στη Γαλλία ή την Αγγλία, που συμμορίες εγκληματιών δρουν συνεχόμενα σε διάφορες χώρες». Αυτό το παράθεμα δεν προέρχεται από ένα πρόσφατο άρθρο εφημερίδας σχετικά με το διεθνές έγκλημα, αλλά γράφτηκε από τον Franz Von Liszt, Καθηγητή του Πανεπιστημίου του Βερολίνου σε ένα νομικό σύγγραμμα το 1893.
Η κατάσταση στην εποχή μας δεν είναι πολύ διαφορετική από τότε και καθιστά απαραίτητη για την αστυνομία τη διεθνή συνεργασία. Η ανάγκη για διεθνή αστυνομική συνεργασία έγινε για πρώτη φορά αισθητή στην Ευρώπη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Αυτό οδήγησε την 7η Σεπτεμβρίου 1923 στη θεσμοθέτηση της αστυνομικής συνεργασίας, με τη μορφή της Διεθνούς Οργάνωσης Εγκληματολογικής Αστυνομίας – International Criminal Police Organization (ICPO), η οποία είναι περισσότερο γνωστή σήμερα ως INTERPOL. Ιδρυτικά μέλη της INTERPOL ήταν σχεδόν όλες οι Δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Κατά τη διάρκεια των χρόνων η οργάνωση έχει αναπτυχθεί στην τρέχουσα σύνθεσή της, με τη συμμετοχή 188 χωρών – μελών, από τις οποίες 49 είναι Ευρωπαϊκές.
Το 1991 η Γερμανία πρότεινε «τη δημιουργία ενός σώματος αστυνόμευσης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Κοινότητας, γνωστό ως Europol». Το 1994 συστήθηκε η Μονάδα (Δίωξης) Ναρκωτικών της Europol – European Drugs Unit (EDU), πρόδρομος της Europol. Μετά την επικύρωση από όλα τα μέλη της Ε.Ε. της Σύμβασης για τη Europol, αυτή τέθηκε σε πλήρη λειτουργία την 1η Ιουλίου 1999. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 η Europol έγινε Υπηρεσία της Ε.Ε. Αυτό το άρθρο προορίζεται να περιγράψει τις κύριες λειτουργίες της INTERPOL και της Europol, την συμπληρωματικότητά τους και την προστιθέμενη αξία τους στη διεθνή συνεργασία για την επιβολή του νόμου.
INTERPOL
Η INTERPOL είναι ο μεγαλύτερος διεθνής αστυνομικός οργανισμός στον κόσμο. Αυτή διευκολύνει τη διασυνοριακή αστυνομική συνεργασία, υποστηρίζει και βοηθά όλους τους οργανισμούς, τις Αρχές και τις Υπηρεσίες, των οποίων η αποστολή είναι να προλαμβάνουν ή να καταπολεμούν το έγκλημα. Η Γενική Γραμματεία της INTERPOL – INTERPOL General Secretariat (ISPG) βρίσκεται στη Λυών της Γαλλίας. Αυτή στελεχώνεται με περίπου 540 υπαλλήλους από 80 διαφορετικές χώρες. Κάθε χώρα – μέλος διατηρεί ένα Εθνικό Κεντρικό Γραφείο – National Central Bureau (NCB), το οποίο είναι το καθορισμένο σημείο επαφής για τη Γενική Γραμματεία (ISPG), τα περιφερειακά γραφεία της INTERPOL και άλλες χώρες – μέλη που χρειάζονται βοήθεια σχετικά με διεθνείς έρευνες, για τον εντοπισμό της θέσης και τη σύλληψη των φυγάδων.
Οι τέσσερις βασικές λειτουργίες της INTERPOL είναι:
1.Εξασφάλιση αστυνομικών υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε παγκόσμιο επίπεδο – Η INTERPOL διαχειρίζεται ένα παγκόσμιο σύστημα αστυνομικών ηλεκτρονικών υπηρεσιών, γνωστό ως Ι-24/7, το οποίο επιτρέπει την επιβολή του νόμου σε όλες τις χώρες – μέλη που μπορούν να ζητήσουν, να υποβάλλουν και να έχουν πρόσβαση σε ζωτικά αστυνομικά στοιχεία την ίδια στιγμή και σε ένα ασφαλές περιβάλλον.
2. Επιχειρησιακές υπηρεσίες δεδομένων και βάσεων δεδομένων για την αστυνομία – Αυτές εκτείνονται από βάσεις δεδομένων με πληροφορίες για ονόματα και φωτογραφίες γνωστών εγκληματιών, αναζητούμενα πρόσωπα, δακτυλικά αποτυπώματα, προφίλ DNA, κλεμμένα ή απολεσθέντα ταξιδιωτικά έγγραφα, κλεμμένα μηχανοκίνητα οχήματα και εικόνες που αφορούν τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών μέχρι κλεμμένα έργα τέχνης. Η INTERPOL επίσης διαδίδει κρίσιμα δεδομένα που συνδέονται με το έγκλημα, μέσω του συστήματος διεθνών ανακοινώσεων ( πίνακας 1)
Πίνακας 1 – Τύποι ανακοινώσεων
Κόκκινη Ανακοίνωση – Να ζητήσει την προσωρινή σύλληψη ενός αναζητούμενου προσώπου με σκοπό την έκδοση βάσει ενός εντάλματος σύλληψης ή μίας δικαστικής απόφασης.
Μπλε Ανακοίνωση – Να συλλέξει επιπλέον πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα, την τοποθεσία ή τις παράνομες δραστηριότητες ενός προσώπου σε σχέση με μία ποινική υπόθεση.
Πράσινη Ανακοίνωση – Να παρέχει προειδοποιήσεις ή εγκληματο- λογικές πληροφορίες σχετικά με πρόσωπα που έχουν διαπράξει αδικήματα και είναι πιθανό να επαναλάβουν αυτά σε άλλες χώρες.
Κίτρινη Ανακοίνωση – Να βοηθήσει στον εντοπισμό αγνοουμένων προσώπων, ιδιαίτερα ανηλίκων ή να βοηθήσει στην ταυτοποίηση προσώπων που δεν είναι σε θέσει να αυτοπροσδιοριστούν.
Μαύρη Ανακοίνωση – Να ζητήσει πληροφορίες σχετικά με σώματα ανθρώπων αγνώστων στοιχείων.
Ειδική Ανακοίνωση INTERPOL – Συμβουλίου Ασφάλειας Η.Ε. – Να ειδοποιήσει την αστυνομία για ομάδες ή άτομα που είναι στόχοι των κυρώσεων των Η.Ε. ενάντια στην Al Qaeda και τους Ταλιμπάν.
Πορτοκαλί Ανακοίνωση – Να προειδοποιήσει την αστυνομία, τους δημόσιους φορείς και άλλους διεθνείς οργανισμούς σχετικά με επικίνδυνα υλικά, εγκληματικές πράξεις και εκδηλώσεις που αποτελούν δυνητική απειλή για τη δημόσια ασφάλεια.
3. Επιχειρησιακές υπηρεσίες υποστήριξης της αστυνομίας -Υπάρχουν έξι τομείς προτεραιότητας αναφορικά με το έγκλημα για την INTERPOL: ναρκωτικά και οργανωμένο έγκλημα, οικονομικό και ηλεκτρονικό έγκλημα, εμπορία ανθρώπων, δημόσια ασφάλεια και τρομοκρατία, φυγάδες και διαφθορά. Η Γενική Γραμματεία της INTERPOL (ISPG) λειτουργεί σε 24ωρη βάση ένα Κέντρο Διοίκησης και Συντονισμού – Command and Co-ordination Centre προκειμένου να βοηθά κάθε χώρα – μέλος που αντιμετωπίζει μία κατάσταση κρίσης, να συντονίζει την ανταλλαγή πληροφοριών και να αναλαμβάνει ρόλο διαχείρισης κρίσης, κατά τη διάρκεια σοβαρών περιστατικών.
4. Αστυνομική εκπαίδευση και ανάπτυξη – Η Γενική Γραμματεία της INTERPOL (ISPG) παρέχει στοχευμένες πρωτοβουλίες αστυνομικής εκπαίδευσης για τις εθνικές αστυνομίες και επίσης προσφέρει όταν ζητείται συμβουλές, οδηγίες και υποστήριξη στην ανάπτυξη ειδικών εργαλείων για την καταπολέμηση του εγκλήματος. Η εκπαίδευση περιλαμβάνει την ανταλλαγή γνώσεων, δεξιοτήτων και βέλτιστων πρακτικών στην αστυνόμευση και την καθιέρωση διεθνών προτύπων για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων εγκλημάτων.
Οι δραστηριότητες της INTERPOL διέπονται από τον Καταστατικό Οργανισμό της.
Το ανώτατο διοικητικό όργανο είναι η Γενική Συνέλευση – General Assebly, η οποία συνέρχεται μία φορά το χρόνο, προκειμένου να λαμβάνει όλες τις σημαντικές αποφάσεις που επηρεάζουν τη γενική πολιτική. Μία Εκτελεστική Επιτροπή – Executive Committee επιβλέπει την εκτέλεση των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης και τις εργασίες του Γενικού Γραμματέα – Secretary General.
Η INTERPOL είναι πρωτίστως χρηματοδοτούμενη από τις χώρες – μέλη, των οποίων οι κυβερνήσεις πληρώνουν ετήσιες υποχρεωτικές εισφορές. Ο προϋπολογισμός της INTERPOL για το έτος 2015 είναι 64 εκατομμύρια Ευρώ.
EUROPOL
Η Europol είναι η Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιβολή του νόμου, η οποία διαχειρίζεται πληροφορίες για ζητήματα εγκληματικής φύσης. Η αποστολή της είναι να υποστηρίζει τις Αρχές επιβολής του νόμου των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον αγώνα τους ενάντια στο διεθνές σοβαρό έγκλημα και την τρομοκρατία.
Το επιτελείο της Europol βρίσκεται στη Χάγη της Ολλανδίας. Η Europol διαθέτει προσωπικό περισσοτέρων από 660 υπαλλήλους από τα 28 Κράτη – Μέλη της Ε.Ε. Το προσωπικό της προέρχεται από διαφορετικές υπηρεσίες επιβολής του νόμου, συμπεριλαμβανομένης της αστυνομίας, των τελωνείων, της συνοριοφυλακής και γενικότερα όλων των υπηρεσιών ασφαλείας. Το καθορισμένο εθνικό σημείο επαφής της Europol σε ένα Κράτος – μέλος είναι η Εθνική Μονάδα της Europol – Europol National Unit (ENU).
Η Europol επίσης στεγάζει τα Γραφεία Συνδέσμων και των 28 Κρατών – Μελών της Ε.Ε., καθώς και τα Γραφεία Συνδέσμων από όλες τις χώρες και τους οργανισμούς, με τους οποίους έχουν συναφθεί συμφωνίες συνεργασίας, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς, η Κολομβία, η Ελβετία, η Αυστραλία, η Αλβανία, η Νορβηγία και η INTERPOL, για να αναφέρουμε μόνο μερικές. Υπάρχουν περίπου 145 Αξιωματικοί Σύνδεσμοι που εργάζονται στο Γραφείο Συνδέσμου εκπροσωπώντας τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου της χώρας τους. Οι κύριες λειτουργίες των Αξιωματικών Συνδέσμων είναι να χρησιμεύουν ως σύνδεσμος ανάμεσα στις αντίστοιχες Εθνικές Μονάδες της Europol (ENU) και την Europol αφενός και τα αντίστοιχα Γραφεία Συνδέσμων αφετέρου. Εξάλλου, διαδραματίζουν πολύ αποτελεσματικό ρόλο στο συντονισμό διεθνών επιχειρήσεων αστυνόμευσης.
Για την υποστήριξη των εργασιών της Europol, των Εθνικών Μονάδων της και των Γραφείων Συνδέσμων υπάρχει μία ασφαλής τηλεπικοινωνιακή υποδομή μαζί με βάσεις δεδομένων ποινικών πληροφοριών.
Οι βασικές δραστηριότητες της Europol στην υποστήριξη των Κρατών – Μελών είναι η συλλογή, ανάλυση και διάδοση ποινικών πληροφοριών και ο συντονισμός των επιχειρήσεων. Για το σκοπό αυτό η Europol έχει πάνω από 100 αναλυτές στοιχείων που χρησιμοποιούν τα πλέον ανεπτυγμένα εργαλεία.
Κράτη – Μέλη που αντιμετωπίζουν ένα συγκεκριμένο εγκληματικό φαινόμενο, το οποίο επηρεάζει 2 ή περισσότερα Κράτη – επικοινωνούν με το επιχειρησιακό κέντρο της Europol (Europol’s 24/7 operational centre) που αποτελεί τον «κόμβο» ανταλλαγής επιχειρησιακών πληροφοριών μεταξύ των ΚΜ της ΕΕ και των συνεργαζομένων κρατών και Οργανισμών. Ένα πολύ ισχυρό καθεστώς προστασίας δεδομένων εξασφαλίζει ότι η πληροφορία που διακινείται από τη Europol στο Πληροφοριακό Σύστημα ή τους ΑΦΕ ακολουθεί αυστηρά πρότυπα της Ε.Ε.
Οι τομείς στους οποίους η Europol διαθέτει εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία συμπεριλαμβάνουν τον αγώνα ενάντια στην τρομοκρατία, τη διακίνηση ναρκωτικών, τα δίκτυα παράνομης μετανάστευσης και εμπορίας ανθρώπων, την παράνομη διακίνηση οχημάτων, το έγκλημα στον κυβερνοχώρο, το ξέπλυμα παράνομου χρήματος και την πλαστογραφία χρημάτων (η Europol είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Υπηρεσία για την καταπολέμηση της παραχάραξης του Ευρώ).
Οι δραστηριότητες της Europol διέπονται από την Απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ίδρυση της Europol. Το ανώτατο διοικητικό όργανο της Europol είναι το Συμβούλιο της Ε.Ε. Αυτό διορίζει τον Διευθυντή – Director και τους Αναπληρωτές Διευθυντές – Deputy Directors και εγκρίνει μαζί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον προϋπολογισμό της Europol. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Europol – Europol’s Management Board αποτελείται από υψηλόβαθμους εκπροσώπους των Κρατών – Μελών της Ε.Ε. και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ο προϋπολογισμός της Europol προέρχεται από το γενικό προϋπολογισμό της Ε.Ε. και το έτος 2015 ανέρχεται στα 94 εκατομμύρια Ευρώ.
Συνεργασία μεταξύ INTERPOL και Europol
Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι υπάρχει ένας αριθμός ομοιοτήτων ανάμεσα στην INTERPOL και στην Europol. Ούτε η INTERPOL ούτε η Europol έχουν εκτελεστικές εξουσίες, μολονότι οι εμπειρογνώμονες και οι αναλυτές της Europol έχουν την εντολή να συμμετέχουν σε Κοινές Ομάδες Έρευνας, οι οποίες βοηθούν στην επίλυση ποινικών υποθέσεων σε χώρες της Ε.Ε. Η επιχειρησιακή υποδομή πραγματοποιείται από προσωπικό των εθνικών αστυνομιών. Αμφότερες οι INTERPOL και Europol συλλέγουν, αναλύουν και διαδίδουν πληροφορίες για ζητήματα εγκληματικής φύσης.
Επίσης, έχουν παρόμοια αποστολής, δηλαδή υποστηρίζουν τις χώρες – μέλη τους στη καταπολέμηση του διεθνούς εγκλήματος. Ως συνέπεια, οι δραστηριότητές τους εστιάζουν σε παρόμοιους τομείς των διακρατικών/σοβαρών εγκλημάτων. Αν και ο πρωταρχικός στόχος της Europol είναι το διεθνές έγκλημα που επηρεάζει την Ε.Ε. είναι αυτονόητο ότι οι δραστηριότητες των εγκληματολογικών οργανισμών δεν σταματούν στα σύνορα της Ε.Ε. Αντίθετα, η διακίνηση ναρκωτικών, ανθρώπων, όπλων, η τρομοκρατία κλπ. έχουν παγκόσμια εμβέλεια. Αυτός είναι ο λόγος που η συνεργασία μεταξύ INTERPOL και Europol είναι ουσιώδης.
Με αυτό τον στόχο κατά νου, οι δύο οργανισμοί κατέληξαν το 2001 σε μία συμφωνία επιχειρησιακής συνεργασίας. Η συμφωνία αυτή συγκροτεί τη νομική βάση για τη συνεργασία τους σήμερα, η οποία καλύπτει την ανταλλαγή πληροφοριών, την αμοιβαία συμμετοχή σε συναντήσεις εμπειρογνωμόνων και προγράμματα, την ανταλλαγή και παραγωγή από κοινού προϊόντων ανάλυσης, καθώς και την στάθμευση των αξιωματικών συνδέσμων σε αμφότερους τους οργανισμούς.
Προκειμένου να βελτιωθεί και να ενισχυθεί η σύμπραξη, ένας οδικός χάρτης (roadmap) για τη συνεργασία καθιερώθηκε το Σεπτέμβριο του 2005. Αυτός ο οδικός χάρτης ενημερώνεται τακτικά και η πρόοδος συζητείται σε εξαμηνιαίες συναντήσεις που λαμβάνουν χώρα μεταξύ του Αναπληρωτή Διευθυντή Επιχειρήσεων της Europol – Europol Deputy Director Operations και τον Εκτελεστικό Διευθυντή των Αστυνομικών Υπηρεσιών της INTERPOL – Executive Director Police Services of INTERPOL. Εξάλλου, μία στρατηγική επισκόπηση της συνεργασίας αξιολογείται ετήσια από τον Γενικό Γραμματέα – Secretary General της INTERPOL και τον Διευθυντή – Director της Europol.
Για να αποκτηθεί μεγαλύτερη επίγνωση της συνάφειας του οργανισμού τους και να ενισχυθεί η συνεργασία, ένα πρόγραμμα ανταλλαγής προσωπικού για την INTERPOL και τη Europol συστήθηκε το 2007. Το πρόγραμμα αυτό αποδείχθηκε πολύ επιτυχημένο και συνεχίζεται σε ετήσια βάση.
Η INTERPOL είναι συνδεδεμένη με έναν αριθμό Α.Φ.Ε. της Europol προκειμένου να εμπλουτίζει πληροφορίες για ζητήματα εγκληματικής φύσης και να διασταυρώνει δεδομένα, ανάλογα με την περίπτωση, παρέχοντας προστιθέμενη αξία στις χώρες – μέλη. Αυτή η ανταλλαγή πληροφοριών εξασφαλίζει ότι δεν υπάρχει επικάλυψη της προσπάθειας σε τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος.
Συγκρίνοντας τους δύο οργανισμούς μπορούν να προσδιορισθούν αντίστοιχα βασικά πλεονεκτήματα:
INTERPOL
- Παγκόσμιο δίκτυο (Εθνικά Κεντρικά Γραφεία και ασφαλείς επικοινωνίες.
- Πολύγλωσση υποστήριξη Διοίκησης και Συνεργασίας και
- Παγκόσμιες βάσεις δεδομένων και υπηρεσίες
Europol
- Δίκτυο Αξιωματικών Συνδέσμων από τις Εθνικές Αστυνομίες
- Εκτενής Αναλυτική ικανότητα και
- Ασφαλές σύστημα προστασίας δεδομένων
Αμφότεροι οι οργανισμοί μπορούν ως εκ τούτου να εστιάζουν στα βασικά πλεονεκτήματά τους και να συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον προς όφελος της διεθνούς επιβολής του νόμου.
Αυτή η άποψη υπογραμμίστηκε ξανά στη συνάντηση του Δεκεμβρίου 2009 ανάμεσα στον Γενικό Γραμματέα – Secretary General της INTERPOL, κ. Noble και τον Διευθυντή – Director της Europol, κ. Wainwright. Η συνάντηση αυτή εστίασε στην ανάπτυξη νέων ιδεών για μελλοντική κοινή δράση, η οποία θα μπορούσε να κάνει χρήση των συμπληρωματικών πλεονεκτημάτων αμφότερων των οργανισμών που είναι σε ιδανική θέση για να ενώσουν τις δυνάμεις τους για μία διεθνή αστυνομική απάντηση στο σοβαρό έγκλημα και την τρομοκρατία. Οι κ.κ. Noble και Wainwright δεσμεύτηκαν να επιδιώκουν την καλύτερη δυνατή συνεργασία με σκοπό την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών πρώτης κατηγορίας στην Αρχές επιβολής του νόμου στην Ευρώπη.
Συμπέρασμα
Η συνεργασία μεταξύ INTERPOL και Europol είναι συνεχώς αυξανόμενη.
Σημαντική πρόοδος έχει σημειωθεί κατά τα τελευταία χρόνια και είναι σαφές ότι:
- INTERPOL και Europol είναι συμπληρωματικοί οργανισμοί και όχι ανταγωνιστές.
- Αμφότεροι οι οργανισμοί παίζουν έναν ρόλο στην υποβοήθηση και υποστήριξη διακρατικών ερευνών μέσω των προγραμμάτων τους, των Α.Φ.Ε. και των καναλιών επικοινωνίας.
- Η συνεργασία μπορεί πάντοτε να βελτιωθεί και οι δυνατότητες να διευκολυνθεί αυτή, για παράδειγμα μέσω μίας ενοποιημένης μορφής μηνύματος για την ανταλλαγή δεδομένων, θα πρέπει να συνεχίσουν να διερευνούνται.