CCTV σε δημόσιους χώρους: Τα δυσδιάκριτα όρια ασφάλειας-ατομικών δικαιωμάτων
Η χρήση των Κλειστών Κυκλωμάτων Τηλεόρασης σε δημόσιους χώρους αποτελεί ένα πεδίο έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ αυτών που ισχυρίζονται ότι αποτελεί μέτρο που ενισχύει την ασφάλεια των πολιτών και των υποδομών και άλλων που πιστεύουν ότι καταλύει τα ατομικά δικαιώματα, για αυτό και απαιτείται μια σοβαρή και συγκροτημένη προσέγγιση του θέματος, που να ξεδιαλύνει τα όρια μεταξύ των δυο αυτών απόψεων.
Το χτύπημα στην αμερικανική πρεσβεία, έδωσε την αφορμή να ανοίξει για ακόμα μια φορά η συζήτηση για την χρήση μεγάλων συστημάτων Κλειστού Κυκλώματος Τηλεόρασης (CCTV) σε δημόσιους χώρους. Κάθε χώρα έχει την υποχρέωση να προστατεύει τους πολίτες της από εγκληματικές ενέργειες. Αυτό επικαλείται το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, που πάντα επιθυμούσε την χρήση όλων των καμερών που χρησιμοποιήθηκαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες για να μεγιστοποιήσει την επιχειρησιακή δραστηριότητα της ΕΛΑΣ. Από την άλλη πλευρά πολίτες και αρμόδιες Αρχές, θεωρούν ότι η επέκταση της χρήσης των καμερών με συνεχή καταγραφή και εποπτεία αντιβαίνει στην διεθνή νομοθεσία και το Σύνταγμα περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής των πολιτών. Για την σκοπιμότητα και την αποτελεσματικότητα του CCTV σε δημόσιους χώρους έχουν γραφεί δεκάδες άρθρα, καθώς τα εν λόγω συστήματα χρησιμοποιούνται από αστυνομικές αρχές πολλών χωρών.
Τι ορίζει την χρήση των καμερών
Στην χώρα μας, την ορθή χρήση των συστημάτων που συλλέγουν και αποθηκεύουν δεδομένα, ορίζει η αρμόδια κατά τον νόμο «Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα». Το Αρχηγείο Ελληνικής Αστυνομίας με το με αρ. πρωτ. ΑΠ 62/24-5-2005 έγγραφό του, ζήτησε από την Αρχή την παράταση του χρόνου της λειτουργίας του Κλειστού Κυκλώματος Τηλεόρασης, που χρησιμοποιείται για τον σκοπό της διαχείρισης της κυκλοφορίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση αρ. 63/2004 της Αρχής που έληξε την 18-5-2005. Ως πρωτογενής σκοπός επεξεργασίας δηλώθηκε η διαχείριση της κυκλοφορίας, στην οποία περιλαμβάνονται:
- Η ρύθμιση της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων,
- Η βεβαίωση σοβαρών-επικίνδυνων τροχαίων παραβάσεων και
- Η διαχείριση σοβαρών τροχαίων ατυχημάτων
Το Υπουργείο, στο ίδιο έγγραφο, υπέβαλε αίτημα επέκτασης του σκοπού επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων (εικόνων από το video που καταγράφεται) που λαμβάνονται από το σύστημα. Ως δευτερογενής σκοπός επεξεργασίας δηλώνεται η προστασία προσώπων και αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται:
- Η ειδική πρόληψη και εξιχνίαση σοβαρών αξιόποινων πράξεων, με αναφορά στη δυνατότητα χρήσης του συστήματος κατά τη διάρκεια συγκεντρώσεων ή συναθροίσεων.
- Η διαχείριση σοβαρών περιστατικών ασφάλειας και κρίσεων.
- Η προστασία επισήμων προσώπων κατά τις μετακινήσεις τους.
- Η προστασία ευπαθών στόχων δημοσίων κτιρίων, πρεσβειών κλπ. (χωρίς όμως αυτά να προσδιορίζονται ειδικότερα και συγκεκριμένα).
- Ο συντονισμός και έλεγχος του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και
- Η καταγραφή και διαβίβαση στις αρμόδιες αστυνομικές, εισαγγελικές και δικαστικές αρχές δεδομένων σε περίπτωση θανατηφόρων τροχαίων ατυχημάτων και τροχαίων ατυχημάτων με εγκατάλειψη, καθώς και σε περίπτωση σοβαρών εγκληματικών αξιόποινων πράξεων.
Το ΥΔΤ ζήτησε επίσης διεύρυνση του αριθμού των χρηστών του συστήματος ώστε να υπάρχει η δυνατότητα για απευθείας λήψη και επεξεργασία της εικόνας εκτός του ΘΕΠΕΚ και από τα Κέντρα Επιχειρήσεων της ΓΑΔΑ και της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλειας Επισήμων/Υπηρεσίας Προστασίας Επισήμων, του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας. Επίσης, ζητήθηκε παράλληλη διασύνδεση του συστήματος με τα Κέντρα Επιχειρήσεων του Πυροσβεστικού και του Λιμενικού Σώματος, χωρίς δυνατότητα χειρισμού των καμερών από αυτά τα κέντρα. Ακόμη, ζητήθηκε η δυνατότητα προσωρινής άρσης της απαγόρευσης που αφορά την αλλαγή της οπτικής γωνίας λήψης και την απόκρυψη εικόνας της εισόδου ή του εσωτερικού κατοικιών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και κατόπιν ειδικής αδείας της Αρχής, όπως επίσης και τα δεδομένα να αποθηκεύονται και να διατηρούνται για επτά ημέρες. Το ΥΔΤ ισχυρίστηκε ότι τα παραπάνω είναι απολύτως αναγκαία για λόγους δημοσίου συμφέροντος που συνίστανται, πέραν της διαχείρισης της κυκλοφορίας οχημάτων και πεζών, στην προστασία της ασφάλειας των πολιτών.
Από την πλευρά της, η Αρχή αποδέχτηκε το πρωτογενή σκοπό με αρκετούς περιορισμούς και απέρριψε το δευτερογενές αίτημα, επικαλούμενη ουσιαστικά την προστασία του θεμελιώδους δικαιώματος της ιδιωτικής ζωής των πολιτών (απόφαση ΑΡ. 58/05). Το συνολικό σύστημα που αιτήθηκε το ΥΔΤ αποτελείται από 293 κάμερες εικόνας και ήχου που είναι ενσωματωμένα στο σύστημα C4I και 49 κάμερες που προϋπήρχαν της εγκατάστασης του πιο πάνω συστήματος.
Η χρήση του CCTV είναι ένα μέτρο που θεωρητικά ενδέχεται να μειώσει την εγκληματικότητα. Πολλοί όμως υποστηρίζουν, ότι μπορεί να αποτελέσει μέτρο προληπτικής παρακολούθησης της καθημερινότητας των πολιτών. Βέβαια η υπό όρους και προϋποθέσεις λειτουργία των καμερών σε δημόσιους χώρους, αυξημένης επικινδυνότητας, δεν απαγορεύεται.
Η λειτουργία κάθε κάμερας, για να είναι σύννομη θα πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να υπαγορεύεται από την προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Με αυτό το σκεπτικό απάντησε η Αρχή και δεν αποδέχτηκε τον δευτερογενή σκοπό. Στο σκεπτικό της απόφασης αναφέρεται ότι από την εξέταση του φακέλου δεν μπορούν να συναχθούν στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η αποτελεσματικότητα της λειτουργίας κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης σε δημόσιους χώρους σε σχέση με την πρόληψη ή την καταστολή πράξεων που βλάπτουν τη δημόσια ασφάλεια.
Σε έλεγχο που διενεργήθηκε από την Αρχή στις εγκαταστάσεις του ΘΕΠΕΚ (Θάλαμος Επιχειρήσεων Παρακολούθησης και Ελέγχου της Κυκλοφορίας) στο κτήριο της ΓΑΔΑ και σύμφωνα με το πόρισμα του ελέγχου διαπιστώθηκε ότι ορισμένες από τις προϋποθέσεις που έθετε η απόφαση αρ. 58/2005 δεν τηρούντο. Πιο συγκεκριμένα, σε 49 κάμερες που προϋπήρχαν του συστήματος C4Ι, δεν είχε εγκατασταθεί λογισμικό απόκρυψης εικόνων, με αποτέλεσμα να είναι σε θέση να καταγράψουν εικόνες από την είσοδο ή το εσωτερικό κατοικιών. Λειτουργούσαν 13 κάμερες που δεν έπρεπε να λειτουργούν, ενώ ο χρόνος τήρησης των εικόνων που καταγράφονταν από το ηλεκτρονικό σύστημα υπερέβαινε τις 7 ημέρες. Οι εξηγήσεις που έδωσε η ΕΛΑΣ κρίθηκαν ανεπαρκείς και καταδικάστηκε με το χρηματικό των 3.000 ευρώ με την απόφαση ΑΡ. 57/06. Και φαίνεται ότι δεν είναι η μόνη παραβίαση αφού δημοσιεύματα στον τύπο επικαλούνται στοιχεία και άλλων περιστατικών χρήσης των καμερών, κυρίως κατά την διάρκεια διαδηλώσεων.
Το δικαίωμα της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και τα προσωπικά δεδομένα, προβλέπονται από την διεθνή νομοθεσία και το Σύνταγμα. Πιο συγκεκριμένα προβλέπονται από:
- Το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που αναφέρεται στο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής
- Τη Σύμβαση 108/1981 του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των ατόμων από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.
- Τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Σεβασμός της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής» και «Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», αντίστοιχα.
- Την Οδηγία 95/46/ΕΚ της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών.
- Τα άρθρα 9 και 9Α του Συντάγματος, τα οποία ορίζουν αντίστοιχα ότι «η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του καθενός είναι απαραβίαστη» και ότι «καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει.
Τον Ν. 2472/97 για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Αποτελεσματικότητα και προστασία προσωπικών δεδομένων
Η τεχνολογία είναι δυνατόν να αποδειχθεί εργαλείο μιας ευρύτερης κατασταλτικής αντίληψης, πολιτικού και κοινωνικού χαρακτήρα. Η ανεξέλεγκτη χρήση των καμερών δεν είναι πανάκεια. Τα μεγάλα συστήματα CCTV που λειτουργούν σε δημόσιους χώρους γενικότερα είναι αποτελεσματικά αλλά δεν είναι αυτοσκοπός. Όπου υπάρχει σχετική συζήτηση, πάντα θα αναφέρεται η Μεγάλη Βρετανία που είναι η χώρα των εν λειτουργία 4,5 εκατομμυρίων καμερών. Για να εξετάσουν την επίδραση των CCTV που λειτουργούν στη χώρα τους, το Υπουργείο Εσωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου (Home Office) εκπόνησε ειδική επιστημονική μελέτη (Home Office Research study 292, Assessing the impact of CCTV, Φεβρουάριος 2005). Τα αποτελέσματα της οποίας είναι ιδιαιτέρως αποθαρρυντικά για την αποτελεσματικότητα των CCTV, σε σχέση με την ασφάλεια των πολιτών. Συγκεκριμένα, η μελέτη έδειξε ότι στις περισσότερες περιοχές όπου υπήρχε εγκατεστημένο CCTV, η εγκληματικότητα δεν μειώθηκε και όπου μειώθηκε, αυτό δεν είναι βέβαιο ότι οφείλετε στην λειτουργία του. Η μελέτη έδειξε επίσης ότι οι κάτοικοι των περιοχών αυτών, θεωρούσαν ότι η παρουσία των καμερών δεν τους έκανε να νοιώθουν ασφαλέστεροι. Πρέπει να σημειώσουμε, ότι το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών είναι ένα από τα σημαντικότερα επιχειρήματα της ΕΛΑΣ για την χρήση των καμερών στην χώρα μας. Σύμφωνα με τα πορίσματα της μελέτης, η τοποθέτηση CCTV είναι αποτελεσματικό μέτρο σε σχέση με τη μείωση της εγκληματικότητας και την προστασία αγαθών, σε μικρής κλίμακας φυλασσόμενους χώρους, όπως χώρους στάθμευσης, αποθήκες εμπορευμάτων κλπ. Αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις που να καταδεικνύουν την αποτελεσματικότητα σε μεγάλης κλίμακας χώρους, όπως είναι οι δημόσιοι χώροι.
Στη χώρα μας τα καταστήματα των τραπεζών διαθέτουν CCTV χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλοι οι ληστές συλλαμβάνονται πάντα. Ένας Λονδρέζος φωτογραφίζεται από τις εκατομμύρια κάμερες, τριακόσιες φορές κατά την διάρκεια μιας ημέρας. Στο μετρό ίσως περισσότερες. Αυτό όμως δεν ήταν ικανό να αποτρέψει τις αποτρόπαιες τρομοκρατικές επιθέσεις με δεκάδες νεκρούς. Η πρόσφατη επίθεση στην πρεσβεία των ΗΠΑ, σε μια από της καλύτερα φυλασσόμενες πρεσβείες του κόσμου, δεν απέδωσε παρά μια θολή εικόνα, και φυσικά δεν απέτρεψε την επίθεση.
Παράγοντες του ΥΔΤ ισχυρίζονται ότι ποτέ δεν έχει παρατηρηθεί σε χώρες που χρησιμοποιούν CCTV σε δημόσιους χώρους διαρροή προσωπικών δεδομένων. Δυστυχώς όμως στην Βρετανία πριν από μερικά χρόνια κυκλοφόρησαν DVD με ερωτικές σκηνές ζευγαριών σε αυτοκίνητα.
Λύση με επιστημονική προσέγγιση
Η χρήση των καμερών σε δημόσιους χώρους που υπάρχει επαρκής αιτιολόγηση για την χρήση τους είναι αναγκαία. Δηλαδή, η μερική, εστιασμένη σε συγκεκριμένα σημεία και υπό αυστηρούς όρους, προληπτική παρακολούθηση για λόγους ασφαλείας. Πώς όμως θα γίνει όταν ήδη συζητάμε για την γενίκευση της χρήσης του CCTV όταν ούτε κατά διάνοια δεν υπάρχουν μελέτες επικινδυνότητας για τους εν δυνάμει απειλούμενους χώρους; Όταν δεν υπάρχει ούτε υποψία καταγεγραμμένου πλαισίου λειτουργίας των CCTV (αναλυτικότερο από αυτό της Αρχής). Όταν δεν έχουμε καν σκεφτεί την καταγραφή διαδικασιών και κώδικα δεοντολογίας που να ορίζει σαφέστατα την χρήση και την κατάχρηση. Εάν αντί να χάνουμε τον χρόνο και την υπομονή μας σε ατέρμονες συζητήσεις και διαμάχες -υπέρ ή κατά μιας πανοπτικής πολιτικής- μελετούσαμε με επιστημονικά κριτήρια τις ανάγκες και τους κινδύνους, θα καταλήγαμε σε λύση. Μια λύση που μπορεί να είναι μια μελέτη που θα εκπονηθεί σε συνεργασία νομικών, ειδικών της ασφάλειας, αρμόδιων υπουργείων και θα κατατεθεί για έλεγχο από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Μια μελέτη που θα πρέπει να αιτιολογεί την ανάγκη και τον τρόπο λειτουργίας κάθε κάμερας που εγκαθίσταται σε συγκεκριμένο χώρο. Για να πείσεις τους πολίτες για την αναγκαιότητα των μέτρων χρειάζεται επιστημονική προσέγγιση, όχι τρομοϋστερία.
Ο διαθέσιμος εξοπλισμός στην χώρα μας
Κατά την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων λειτούργησαν περίπου 1.300 κάμερες, σε δημόσιους χώρους, οι περισσότερες μέσα και πέριξ των αθλητικών εγκαταστάσεων. Αυτή τη στιγμή με άδεια της «Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα» λειτουργούν 340 κάμερες, αποκλειστικά και μόνο για την ρύθμιση της κυκλοφορίας. Δηλαδή την ρύθμιση της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων, την βεβαίωση σοβαρών-επικίνδυνων τροχαίων παραβάσεων και
τη διαχείριση σοβαρών τροχαίων ατυχημάτων. Σύμφωνα με πληροφορίες, περίπου 1.000 κάμερες βρίσκονται σε ολυμπιακές εγκαταστάσεις χωρίς να λειτουργούν ενώ κάποιες έχουν μεταφερθεί σε αποθήκες. Για να λειτουργήσουν συνολικά όλες οι κάμερες πρέπει να παραδοθεί το σύστημα C4I από την ανάδοχο εταιρεία. Η σύμβαση «για την προμήθεια Συστημάτων C4I Ολυμπιακής Ασφάλειας» υπεγράφη στις 19/5/2003 μεταξύ της SAIC και του υπουργείου Εθνικής ¶μυνας με φορέα υλοποίησης την Ελληνική Αστυνομία. Με τις πρώτες δοκιμές προέκυψε το λογισμικό ήταν ακατάλληλο και το σύστημα παρουσίαζε αποκλίσεις και ελλείψεις από τις συμβατικές υποχρεώσεις της αναδόχου. Στις 7/7/2004 και κάτω από την πίεση του χρόνου για την διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, υπεγράφη μνημόνιο προσωρινής παραλαβής. Τα περισσότερα συστήματα βρίσκονται σε αποθήκες.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το σύστημα τελικά θα παραδοθεί τον Μάιο του 2008.
Το Ελληνικό Δημόσιο έχει ήδη πληρώσει το 75% της αξίας του συστήματος.
Πολλές από τις κάμερες που ήδη υπάρχουν στους δρόμους, ειδικότερα ο εξοπλισμός που είναι εγκατεστημένος στα pilar (ακριβότερος από τις κάμερες) σε πολλές περιπτώσεις έχει καταστραφεί από εμπρησμούς. Σύμφωνα με παλαιότερο σχεδιασμό 850 κάμερες αποθηκεύτηκαν και οι υπόλοιπες είναι ακόμα στον τόπο εγκατάστασης. ¶γνωστο εάν μαζί με τις κάμερες έχει αποθηκευτεί και ο λοιπός εξοπλισμός όπως interface οπτικών ινών, Mpeg encoders κλπ. Ο εξοπλισμός άσχετα με το αν λειτουργεί ή όχι είναι εγκατεστημένος από τα μέσα του 2004 και συνεπώς εκτεθειμένος στις καιρικές συνθήκες. Επομένως, έχουν ήδη υποστεί εκτός από δολιοφθορές και την τριβή του χρόνου. Το σύστημα C4I κόστισε περίπου 260.000.000 ευρώ. Εάν υποθέσουμε ότι αύριο πληρώναμε (άγνωστο κόστος-σίγουρα μεγάλο) για την αποκατάσταση των βανδαλισμών, την επανεγκατάσταση των αποθηκευμένων συστημάτων, υλικό που έχει υποστεί φθορές κατά την διάρκεια της αποθήκευσης (π.χ. συσωρευτές κλπ) και θέταμε σε λειτουργία όλο το σύστημα, δεν θα έπρεπε να παραλείψουμε από τους υπολογισμούς μας την ετήσια συντήρηση του συστήματος. Η συντήρηση ενός τέτοιου συστήματος θα υπολογίζεται ότι θα κοστίζει ετησίως 8-12% της αρχικής δαπάνης. (21 με 31 εκατομμύρια ευρώ). Σε αυτό θα πρέπει να υπολογίσουμε και το ετήσιο λειτουργικό κόστος του ΥΔΤ.
Κάμερες άλλων χωρών σε δημόσιους χώρους.
Μεγάλη Βρετανία: Λειτουργούν περίπου 4,5 εκατομμύρια κάμερες.
Ιταλία: Κάμερες λειτουργούν σε όλες τις περιοχές που έχουν κριθεί υψηλής επικινδυνότητας
Γερμανία: Το Σύνταγμά της δεν αφήνει πολλά περιθώρια για χρήση καμερών. Πρόσφατα δόθηκε η άδεια να εγκατασταθούν κάμερες σε 26 περιοχές υψηλής επικινδυνότητας.
Γαλλία: Λειτουργούν περίπου 52.000 κάμερες.
Ισπανία: Κάμερες λειτουργούν σε κεντρικές πλατείες και στους δρόμους. Τα μέτρα αυτά εντάθηκαν μετά την τρομοκρατική επίθεση του 2004.
ΗΠΑ: Μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 η δαπάνη για την εγκατάσταση CCTV κόστισε περισσότερο από 5,5 εκατομμύρια δολάρια.