Ασφάλεια Τραπεζών: Ένα κρίσιμο ζήτημα με πολλές προεκτάσεις
Η ασφάλεια των Τραπεζών στη χώρα μας, έχει γίνει αρκετές φορές αιτία συζητήσεων φορέων της Πολιτείας, των Τραπεζών, αλλά και του ίδιου του κοινού, αποτελώντας ένα πολυσύνθετο και κρίσιμης σημασίας ζήτημα, που χρήζει ιδιαίτερης αντιμετώπισης.
Πολύ συχνά, έχουμε παρακολουθήσει ρεπορτάζ και δημοσιεύματα που περιγράφουν ληστείες Τραπεζών σαν κινηματογραφικά σενάρια, πυροδοτώντας έτσι συζητήσεις, που όμως δεν καταλήγουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
Στο συγκεκριμένο άρθρο, θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε το σύνθετο αυτό πρόβλημα, λόγω της διάστασης που έχει, σύμφωνα με την εμπειρία που έχουμε αποκομίσει, τα επίσημα στοιχεία που διαθέτουμε, την πολυετή εργασία στα συστήματα ασφαλείας Τραπεζών και το σεβασμό που αρμόζει στις ζωές που έχουν χαθεί ή κινδύνεψαν, από ένοπλες ληστείες.
Η ληστεία στις Τράπεζες, τις περισσότερες φορές διενεργείται από ένοπλους. Η έλλειψη ψυχραιμίας από το ληστή, αλλά και το προσωπικό της Τράπεζας, μπορεί να δημιουργήσει σοβαρή απειλή για τη ζωή του προσωπικού, των συναλλασσόμενων, των περίοικων και, αρκετές φορές, των ανθρώπων που έτυχε απλά να είναι περαστικοί από την περιοχή. Ο υποψήφιος ληστής είναι αποφασισμένος και έχει αποφασίσει και σχεδιάσει πού και πώς θα «χτυπήσει», τις εξόδους διαφυγής, το χρόνο που θα χρειαστεί για να ολοκληρώσει το σχέδιό του, την ασφάλεια και τις ιδιαιτερότητες του χώρου. Είναι καλά προετοιμασμένος και αποφασισμένος, καθώς από τη στιγμή που θα βγει το όπλο, η χρήση του είναι πιθανή. Η ψυχολογική πίεση και το στρες, τον κάνουν εξαιρετικά επικίνδυνο, ακόμα και όταν στο αρχικό του σχέδιο, η χρήση του όπλου περιοριζόταν μόνο στην επίδειξη και τρομοκράτηση. Ο απρόβλεπτος παράγοντας που ανατρέπει ένα σχέδιο, μπορεί να οδηγήσει σε αιματηρά αποτελέσματα, ιδιαίτερα εάν ο ληστής εγκλωβιστεί ή νοιώσει ότι απειλείται.
Μία από τις χειρότερες μάχες μέσα στο κέντρο της Αθήνας, δόθηκε κατά την καταδίωξη των ληστών, μετά τη ληστεία στην Εθνική Τράπεζα, στα μέσα Ιανουαρίου. Εξήντα σφαίρες ανταλλάχθηκαν στη διάρκεια της καταδίωξης, μέσα στο κέντρο της Αθήνας!!! Στην κυριολεξία, μια κανονική μάχη, στο πιο εμπορικό και πολυσύχναστο σημείο της χώρας! Είναι θαύμα που υπήρχαν μόνο τραυματισμοί και όχι πολλά θύματα από τους πολλούς διερχόμενους πολίτες. Σίγουρα θα αναλυθεί και θα αποτελέσει περίπτωση για μελέτη των ειδικών. Εάν όμως υπήρχαν οι προβλεπόμενες από την Υπουργική Απόφαση πόρτες ασφαλείας, οι ληστές δεν θα μπορούσαν να εισέρθουν στο χώρο, με όπλα.
Το νομοθετικό πλαίσιο και πρότυπα ασφαλείας
Στην τετραετία 1994-1997, οι ληστείες Τραπεζών παρουσίασαν αύξηση με μέσο όρο τις 45 περίπου, ετησίως. Οι λείες των ληστών μεγάλες, τα συστήματα ασφαλείας στα καταστήματα των Τραπεζών υποτυπώδη έως ανύπαρκτα.
Για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση και για να καλυφθούν τα κενά της νομοθεσίας για την ασφάλεια των Τραπεζών, λαμβάνονται μέτρα και εμφανίζεται μια υπουργική απόφαση (Καθορισμός όρων ασφάλειας καταστημάτων των πιστωτικών ιδρυμάτων και ανταλλακτηρίων συναλλάγματος 3015/30/3-δ’ 4/4/97), που ακολούθως δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (ΦΕΚ 276, Τεύχος Δεύτερο 8/4/1997) και επιχειρεί να καταγράψει και να επιβάλλει μια σειρά μέτρων εξοπλισμού και διαδικασιών. Για την απόφαση, θα αναφερθούμε αργότερα.
Το 1998, όταν οι Τράπεζες ξεκινούσαν την εφαρμογή της απόφασης, οι ληστείες εκτοξεύτηκαν στις 118 και αρκετές από αυτές, στην επαρχία. Όταν άρχισαν τα μέτρα να εφαρμόζονται (1999-2001), ο μέσος όρος έφτασε τις 60, για να εκτοξευτεί στα επόμενα χρόνια (2002-2004) στις 174. Είναι φανερό από τα στατιστικά, ότι ο σχεδιασμός δεν απέδωσε, όχι γιατί τα μέτρα δεν ήταν απαραίτητα, αλλά γιατί λείπει από την απόφαση η στρατηγική σκέψη και η αναφορά στη δημιουργία προτύπων που ορίζουν τις προδιαγραφές και τον τρόπο λειτουργίας του ηλεκτρονικού εξοπλισμού. Επίσης απουσιάζει η αποτελεσματική διαδικασία και ο συντονισμός της φυσικής ασφάλειας (φύλακες Τραπεζών, ιδιωτικές εταιρείες ασφάλειας, αστυνομικές αρχές).
Η επιβολή προτύπων στην ηλεκτρονική ασφάλεια, οι διαδικασίες και η οριοθέτηση του έργου, οι αποτελεσματικοί μηχανισμοί ελέγχου -όπως άλλωστε ισχύει σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες- πρέπει να διευκρινιστούν, να καταγραφούν και να επιβληθούν από μια νέα νομοθετική ρύθμιση. Η ασφάλεια στις Τράπεζες πρέπει να βασίζεται πρωτίστως στην αποτροπή, παρά στην αστυνόμευση. Ο αριθμός ρεκόρ των καταστημάτων που λειτουργούν στη χώρα μας (2.900 περίπου) και η διασπορά τους, κάνει αδύνατη τη φύλαξή τους. Η ηλεκτρονική προστασία σαν μέτρο αποτροπής, μπορεί να λειτουργήσει στις ιδιαιτερότητες της χώρας μας. Παράδειγμα προς αξιοποίηση είναι το Ιαπωνικό μοντέλο, όπου είναι διαδεδομένες οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, με 1 ληστεία για κάθε 480 καταστήματα, έναντι 1 για κάθε 17 (τριετία 2002-2004) στη χώρα μας.
Σημειώνεται ότι κάθε ενέργεια σχετική με την ασφάλεια, πρέπει να εφαρμόζεται με ευαισθησία και σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή, χωρίς ακρότητες και περιοριστικά μέτρα και πάντα συμμορφούμενη με την προστασία του απορρήτου των προσωπικών στοιχείων που συγκεντρώνονται, όπως ορίζεται από την Ανεξάρτητη Αρχή Προσωπικών Δεδομένων.
Η Υπουργική Απόφαση (3015/30/3-δ’)
Στην ουσία, η απόφαση στο δεύτερο άρθρο επιβάλλει την υποχρεωτική εγκατάσταση σύγχρονου Συστήματος Συναγερμού, με σύνδεση για άμεση ειδοποίηση των αρχών (2.1.α), Συστήματος Χρονοκαθυστέρησης χρηματοκιβωτίων (2.1.β), Κλειστό Κύκλωμα Τηλεόρασης συνεχούς καταγραφής (2.1.γ), θύρες ασφαλείας εισόδου-εξόδου, εξοπλισμένων με συσκευές ανίχνευσης μετάλλων (2.1.δ). Το τελευταίο μέτρο είναι υποχρεωτικό, μόνο για καταστήματα που αποτέλεσαν στόχο ληστείας τουλάχιστον δύο φορές. Προαιρετικά, κατά την κρίση των διοικήσεων των Τραπεζών, η εγκατάσταση αλεξίσφαιρων υαλοπινάκων για τους χώρους των ταμείων (2.1.ε).
Δυστυχώς όμως, μόνο είκοσι καταστήματα Τραπεζών από τα 2.900 που λειτουργούν στη χώρα μας, έχουν εγκαταστήσει κάποια από τα προαιρετικά μέτρα που περιγράφονται. Η Υπουργική Απόφαση επίσης ορίζει ότι οι διοικήσεις των Τραπεζών, οι διευθυντές και οι αρμόδιοι των καταστημάτων, μεριμνούν για την υλοποίηση της συνολικής πολιτικής ασφάλειας του καταστήματος. Δηλαδή, τη σωστή εγκατάσταση, λειτουργία και συντήρηση των συστημάτων ασφαλείας (2.2.α), την προστασία των απορρήτων στοιχείων των συστημάτων ασφαλείας και των σχετικών διαδικασιών λειτουργίας τους (2.2.β), την παροχή οδηγιών στο προσωπικό σχετικά με τις ενέργειες και τη συμπεριφορά που πρέπει να έχει κατά το χρόνο που διαπράττεται ληστεία ή άλλη παράνομη πράξη και αμέσως μετά από αυτές (2.2.γ), τη συνεχή και στην κατάλληλη θέση παρουσία του προσωπικού ασφαλείας και την αποκλειστική απασχόληση στα ειδικά καθήκοντά του, εφόσον στο κατάστημα έχει διατεθεί τέτοιο προσωπικό.
Για να τηρηθούν τα παραπάνω, στο τρίτο άρθρο, η απόφαση προβλέπει μια σειρά μέτρων και διαδικασίες ελέγχου και πιστοποίησης της ασφάλειας του καταστήματος στο σύνολό της, μέσω μιας επιτροπής στελεχωμένης με υπάλληλους της Τράπεζας και αξιωματικού της Ελληνικής Αστυνομίας, που ασκεί καθήκοντα προέδρου της επιτροπής. Η απόφαση είναι η μόνη που επιχειρεί μέχρι τώρα να επιβάλλει μια σειρά σοβαρών μέτρων. Τα μέτρα όμως που προβλέπονται, δεν είναι αρκετά ή δεν αναλύονται επαρκώς. Αν εξετάσουμε τα μέτρα ξεχωριστά, θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχουν αόριστες αναφορές, όπως «σύγχρονα συστήματα συναγερμού» ή «εγκατάσταση σε κατάλληλες θέσεις». Ποιος αποφασίζει για όλα αυτά; Μια επιτροπή χωρίς ουσιαστική εκπαίδευση και χωρίς τη βοήθεια των αναγκαίων προτύπων.
Είναι κατανοητό, ότι είναι αδύνατον για κάποιον χωρίς εμπειρία, να αποφασίσει για τις κατάλληλες θέσεις των αισθητηρίων και καμερών μέσα στο κατάστημα. Ακόμα δυσκολότερο, όταν όλα αυτά συνδυάζονται με τεχνικές λεπτομέρειες. Είναι γνωστό, ότι για να γίνει σοβαρή αξιολόγηση, έστω και σε ένα μικρό σύστημα ασφαλείας, χρειάζεται μεγάλη θεωρητική και πρακτική κατάρτιση.
Προτάσεις
Είναι αναγκαία λοιπόν, η σύσταση μιας επιτροπής που θα επεξεργαστεί μια σειρά μέτρων και την καταγραφή προτύπων, αναφέροντας τις λειτουργίες και τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να έχουν τα ηλεκτρονικά και ηλεκτρομηχανικά συστήματα ασφαλείας των Τραπεζών, καθώς και τις διαδικασίες και υποχρεώσεις της φυσικής ασφάλειας. Το πόρισμα της μελέτης που θα συνταχτεί, να αποτελέσει κύριο κορμό μιας νέας νομοθετικής ρύθμισης.
Η επιτροπή πρέπει να στελεχωθεί από ειδικούς του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και από ειδικούς στα συστήματα ασφαλείας, που δραστηριοποιούνται στις εγκαταστάτριες εταιρείες του χώρου, που ομολογουμένως είναι αρκετές και ικανές για να σηκώσουν το βάρος της εφαρμογής υψηλής τεχνολογίας. Επίσης από ειδικούς των τραπεζών και των συνδικαλιστικών φορέων, που ήδη έχουν μελετήσει αρκετά από τα προβλήματα στον τομέα της ασφάλειας των εργαζομένων.
Μια τέτοια επιτροπή, θα είχε ως αντικείμενο τα παρακάτω:
- Αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης του εξοπλισμού της ασφάλειας στα καταστήματα των Τραπεζών.
- Καταγραφή των αναγκών της ασφάλειας.
- Μελέτη, με βάση τη μέχρι τώρα εμπειρία και τις διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, με σκοπό την αποτύπωση γεωγραφικής προτεραιότητας και άλλες ιδιαιτερότητες της ασφάλειας.
- Καταγραφή προτύπων για τη λειτουργία των συστημάτων.
- Ανάδειξη κλιμακωτών μέτρων, ανάλογα το ιστορικό, τον κίνδυνο και τη γεωγραφική περιοχή των καταστημάτων.
- Καταγραφή των διαδικασιών μελέτης και υλοποίησης των έργων.
- Καταγραφή και εφαρμογή λειτουργικών διαδικασιών πιστοποίησης της ασφάλειας.
- Συντονισμός της εκπαίδευσης και ενημέρωσης του προσωπικού, σε θέματα ασφάλειας και συμπεριφοράς, κατά τη διάρκεια ή μετά από εγκληματικές πράξεις, καθώς και παροχής ψυχολογικής υποστήριξης στα θύματα.
Πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι η ασφάλεια σε χώρους που καθημερινά συγκεντρώνουν χιλιάδες πολίτες, είναι επιτακτική ανάγκη. Η αλαζονική άποψη της χαμηλότερης δαπάνης της ασφάλισης των διαθέσιμων κεφαλαίων έναντι της ηλεκτρονικής ασφάλειας, δεν μπορεί να αποτελεί πλέον δικαιολογία, τουλάχιστον έτσι αποδεικνύουν τα γεγονότα και στατιστικά. Εάν οι υπεύθυνοι των Τραπεζών αναλύσουν τις εργατοώρες που χάνονται στο χειρισμό παρωχημένης τεχνολογίας εξοπλισμού, τη συντήρηση, την αγορά βιντεοκασετών και την αποθήκευσή τους, τότε θα διαπιστώσουν ότι η αυτοματοποιημένη ηλεκτρονική προστασία κοστίζει λιγότερο.
Συνοπτική περιγραφή του ηλεκτρονικού εξοπλισμού ασφαλείας
Θα επιχειρήσουμε μια συνοπτική περιγραφή των συστημάτων ασφάλειας στις Τράπεζες, με έμφαση στα σημεία που, κατά την πείρα μας, θεωρούμε ότι σε αρκετές Τράπεζες οι προϋποθέσεις ενός σύγχρονου συστήματος ασφαλείας δεν πληρούνται.
1.Συστήματα Συναγερμού
Το σύστημα συναγερμού πρέπει να είναι σε θέση να μπορεί να επιτρέπει τη γρήγορη μετάδοση διακριτού συμβάντος στις αστυνομικές αρχές. Κανένα σύστημα όμως δεν είναι λειτουργικό, όταν παράγει ψευδοσυναγερμούς. Υπάρχουν συστήματα ασφαλείας σε Τράπεζες, που για λόγους οικονομίας δεν συντηρούνται τακτικά, παρά μόνο όταν παρουσιάσουν βλάβη. Ο χρόνος της προληπτικής συντήρησης πρέπει να οριστεί τουλάχιστον για τα δύο πρώτα χρόνια λειτουργίας, κάθε έξη μήνες -και κάθε τέσσερις μήνες για τα επόμενα. Σε γενικές γραμμές, τα συστήματα που κυκλοφορούν στην αγορά είναι αρκετά καλά και διαθέτουν αρκετούς αυτοματισμούς, που όμως συχνά δεν αξιοποιούνται. Παράδειγμα αποτελεί η απαραίτητη συνεργασία του συναγερμού με το Κλειστό Κύκλωμα Τηλεόρασης, που συνήθως δεν εφαρμόζεται. Η σωστή επιλογή του συστήματος συναγερμού, εξασφαλίζει αξιοπιστία και οικονομία στη συντήρηση. Τι θα πρέπει να διαθέτει ένα σύγχρονο σύστημα συναγερμού; Παρακάτω, επιχειρούμε μια ανάλυση:
Οι πίνακες συναγερμού πρέπει να διαθέτουν: Ενσωματωμένο κωδικοποιητή, λειτουργίες αυτοματισμού και τηλεχειρισμών και προαιρετικά Access Control για πρόσβαση σε χώρους υψηλής ασφάλειας (θησαυροφυλάκια, κεντρικά ταμεία κ.λπ.). Χρονικές ζώνες, για περιορισμό πρόσβασης χρηστών μετά από συγκεκριμένες ώρες, τοπική αναφορά κατάστασης με φωνητικά μηνύματα, δυνατότητα ασύρματης επέκτασης για σύνδεση ασύρματων αισθητήριων (χειρομπουτόν, ραντάρ, πυρανιχνευτές, κ.λπ.) με μπαταρία λιθίου, καθώς και έλεγχο και αναφορά κατάστασης κάθε αισθητηρίου και της μπαταρίας του. Πληκτρολόγια ελέγχου με οθόνη LCD και, προαιρετικά, σύνδεση με δίκτυο (LAN). Επίσης, είναι υποχρεωτικό να διαθέτει την απαραίτητη σύνδεση με το Κέντρο Ελέγχου (για καταστήματα Αθήνας και Θεσσαλονίκης) του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση 8515/91-ιβ’ 14/4/99 (ΦΕΚ 417, Τεύχος Δεύτερο 19/4/99). Για τα συστήματα της επαρχίας, η σύνδεση γίνεται με τα οικεία αστυνομικά τμήματα. Το ΥΔΤ έχει εγκαταστήσει υπερσύγχρονο σύστημα για την άμεση επεξεργασία των συμβάντων, από τα συστήματα συναγερμού. Η σύνδεση με το κέντρο είναι υποχρεωτική για τις Τράπεζες, αλλά και αναγκαία, εφόσον η μετάδοση των σημάτων είναι ακαριαία. Τα σήματα μεταδίδονται μέσω ευθειών γραμμών ή κινητής τηλεφωνίας και είναι άμεσα διαθέσιμα στο κέντρο επιχειρήσεων.
Αισθητήρια : Η επιλογή και η εγκατάσταση των αισθητηρίων χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Τα αισθητήρια που κατά κόρον χρησιμοποιούνται, είναι οι ανιχνευτές κίνησης με υπέρυθρη ακτινοβολία. Τα περισσότερα όμως που λειτουργούν στα καταστήματα των Τραπεζών είναι παλαιωμένα και πλημμελώς συντηρημένα. Με μια προσεκτική ματιά θα διαπιστώσουμε ότι οι φακοί τους έχουν υποστεί από την πολυκαιρία αλλοιώσεις ή είναι αρκετά σκονισμένα. Αυτό έχει δραματικές συνέπειες για την ποσότητα της εκπεμπόμενης ακτινοβολίας και τη σωστή σάρωση του χώρου. Η χρήση των αισθητηρίων ανίχνευσης κίνησης κατόπτρου, βελτιώνει σημαντικά την εστίαση και τη στάθμη της ενέργειας που συγκεντρώνεται στο πυροηλεκτρικό στοιχείο, ανεξάρτητα από την απόσταση. Το αποτέλεσμα είναι ακριβής ανίχνευση κίνησης, χωρίς τους ψευδείς συναγερμούς των ανιχνευτών με τους παραδοσιακούς φακούς fresnel. To 65% των ανιχνευτών που πωλούνται πλέον στην Ευρώπη, είναι ανιχνευτές κατόπτρου. Ανάλογα με το βαθμό δυσκολίας που καθορίζεται από τις ιδιαιτερότητες του χώρου και το βαθμό ασφάλειας, υπάρχουν αρκετοί ανιχνευτές που έχουν κατασκευαστικές διαφορές. Συγκεκριμένα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανιχνευτές με δύο χωριστά διπλά πυροηλεκτρικά στοιχεία για δύσκολα περιβάλλοντα (δύο ραντάρ σε ένα περίβλημα) και ανιχνευτές διπλής τεχνολογίας (υπέρυθρης και μικροκυματικής ακτινοβολίας). Οι ανιχνευτές θραύσεως τζαμιών, κατά τη γνώμη μας, πρέπει να χρησιμοποιούνται με φειδώ και μόνο όταν το επιτάσσει η μελέτη, διότι προσφέρουν μικρή ασφάλεια, χρειάζονται συχνή συντήρηση (ρύθμιση) και είναι επιρρεπείς στους ψευδοσυναγερμούς, εφόσον μπορούν να επηρεαστούν από εξωγενείς παράγοντες (ήχοι που παράγονται από οχήματα, μεγάφωνα κ.λπ.). Εάν είναι ανάγκη να χρησιμοποιηθούν, τότε θα πρέπει να επιλέξουμε διπλής ανίχνευσης (ανίχνευση ήχου χαμηλής συχνότητας, που παράγεται από χτύπημα υαλοπινάκων και υψηλής συχνότητας από τη θραύση).
¶λλα αισθητήρια που χρησιμοποιούμε, είναι οι ανιχνευτές δονήσεων και θερμότητας για τα χρηματοκιβώτια και τα θησαυροφυλάκια. Σημαντικό αισθητήριο είναι τα χειρομπουτόν και ποδομπουτόν (μπουτόν πανικού, ασύρματα ή ενσύρματα) σε σιωπηλές ζώνες, έτσι ώστε ο συναγερμός που παράγεται να μην ενεργοποιεί τις σειρήνες, για την αποφυγή πανικού μέσα στην Τράπεζα, ενεργοποιώντας τη διαδικασία αποστολής σήματος στην αστυνομία.
Σειρήνες: Ειδική μέριμνα και καταγραφή του τρόπου λειτουργίας από τις αρχές, χρειάζονται οι σειρήνες. Σε πολλές χώρες απαγορεύονται οι εξωτερικές σειρήνες ή η χρήση τους υποβάλλεται σε περιορισμούς, εξαιτίας της ηχορύπανσης που προκαλούν. Κατά τη γνώμη μας, θα πρέπει να μη χρησιμοποιούνται σειρήνες εξωτερικά, στα μεγάλα αστικά κέντρα και όπου/ εάν χρειάζεται, ο ήχος να είναι χαμηλότερος των 100dB σε απόσταση ενός μέτρου. Η σήμανση του συναγερμού μπορεί να γίνει με οπτικά μέσα, όπως περιστρεφόμενα φώτα (γνωστοί σαν φάροι) ή φώτα που αναβοσβήνουν (strobo).
2. Κλειστό Κύκλωμα Τηλεόρασης (CCTV)
Το Κλειστό Κύκλωμα Τηλεόρασης αποτελεί το κύριο εργαλείο παροχής αξιόπιστης πληροφορίας, μετά τη ληστεία. Η συντριπτική πλειοψηφία των καταστημάτων διαθέτει πεπαλαιωμένα αναλογικά συστήματα Κλειστού Κυκλώματος Τηλεόρασης. Στη χώρα μας -σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές χώρες- χρησιμοποιούνται ασπρόμαυρες κάμερες, ακόμα χειρότερα switchers για τη διαχείριση της εικόνας και τα παραδοσιακά Time Lapse Video Recorders (VCR) για την καταγραφή. Τα Time Lapse Video Recorders όμως, αδυνατούν να καταγράψουν περισσότερο από 5 εικόνες/sec στη 12ωρη ή 24ωρη καταγραφή, σε μια τρίωρη κασέτα VHS. Το αποτέλεσμα είναι τραγικό, όταν τα switchers που διαχειρίζονται την εικόνα και τροφοδοτούν τα Time Lapse Video Recorders, εναλλάσσουν την εικόνα των καμερών περίπου κάθε 3-4 δευτερόλεπτα. Είναι φανερό, ότι ο χρόνος μεταπήδησης από την πρώτη κάμερα μέχρι την ένατη, είναι 27-32 δευτερόλεπτα και το video που μπορεί να αναπαραχθεί είναι μόνο 5 εικόνες/sec. Οι περισσότερες ληστείες διαρκούν περίπου 55-100 δευτερόλεπτα.
Ψηφιακά Συστήματα Καταγραφής και Διαχείρισης Εικόνων
Οι ικανότητες αυτών των συστημάτων είναι αρκετές -και λόγω της κατάστασης που επικρατεί στο CCTV στη χώρα μας, θα επιχειρήσουμε πιο αναλυτική περιγραφή. Η λύση που ακολουθείται στις ευρωπαϊκές χώρες, είναι η χρήση Ψηφιακών Συστημάτων Καταγραφής και Διαχείρισης Εικόνων και έχουν αντικαταστήσει τα πεπαλαιωμένα αναλογικά συστήματα. Προσφέρουν καλύτερη ποιότητα εικόνας, μεγαλύτερη ασφάλεια, λειτουργικότητα και αξιοπιστία, χαμηλότερο λειτουργικό κόστος και είναι σε θέση να παράγουν ψηφιακές εικόνες υψηλής ευκρίνειας, που αποτελούν αδιάσειστο και αξιόπιστο στοιχείο. Μία ή περισσότερες κάμερες επιτηρούν την είσοδο του καταστήματος και τα ταμεία. Για κάθε άτομο που εισέρχεται στο κατάστημα ή συναλλάσσεται στα ταμεία, λαμβάνεται ένας αριθμός φωτογραφιών, που αποθηκεύεται σε χωριστή περιοχή του σκληρού δίσκου. Το αντίστοιχο ισχύει για το χώρο των ΑΤΜ, με τη διαφορά, ότι μαζί με τις εικόνες αποθηκεύονται σαν data και ο αριθμός της κάρτας του πελάτη ή και επιπλέον στοιχεία, που διευκολύνουν τη μετέπειτα έρευνα. Εξαιρετικά χρήσιμη λειτουργία, καθώς τα ATM λειτουργούν σε χώρους που δεν προστατεύονται από το συναγερμό και ο χρήστης είναι εκτεθειμένος.
Σημαντικό στην καταγραφή και στη διαχείριση της χωρητικότητας του δίσκου, είναι η δυνατότητα διαφορετικής ταχύτητας καταγραφής (εικόνες/sec) για κάθε κάμερα. Η σύνδεσή του με το συναγερμό είναι ίσως το καλύτερο μέτρο για ποιοτικές και αξιόπιστες εικόνες (video). Εάν προκληθεί συναγερμός, πρέπει το σύστημα να καταγράψει συγκεκριμένη κάμερα/ες, σε πραγματικό χρόνο. Στην αγορά διατίθενται συστήματα συνολικής καταγραφής 50 έως 100 εικόνων/sec. Συστήματα με 100 εικόνες/sec χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις με σύστημα για 16 κάμερες.
Όλες οι κάμερες που παρακολουθούν το εσωτερικό ή το εξωτερικό της Τράπεζας, καταγράφονται συνεχώς σε αργή ταχύτητα καταγραφής. Όλες- ή οι επιλεγμένες κάμερες καταγράφονται παράλληλα με υψηλή ταχύτητα, σε μια κυκλική περιοχή του δίσκου (ring buffer) για σύντομο χρονικό διάστημα. Κατά τη διάρκεια συναγερμού μπορεί να είναι αδύνατον να πατηθεί από τους υπάλληλους το μπουτόν πανικού. Όταν συμβεί συναγερμός (π.χ. εάν γίνει ληστεία και αφού φύγουν οι ληστές, οι υπάλληλοι πιέσουν το μπουτόν ληστείας), αντιγράφεται και συντίθεται αυτόματα video με υψηλής πυκνότητας εικόνες, σε μια κυκλική προστατευμένη περιοχή του δίσκου, σαν ένα ξεχωριστό συμβάν. Με αυτόν τον τρόπο, εξασφαλίζεται η διάθεση εικόνων υψηλής ταχύτητας, πριν και μετά το συμβάν, έστω και αν η ταχύτητα καταγραφής ήταν αργή.
Τα ψηφιακά συστήματα πρέπει να διαθέτουν: Ενσωματωμένο πολυπλέκτη, υψηλή ανάλυση εικόνων (τουλάχιστον 720×576 pixels), αλγόριθμο συμπίεσης MPEG-4 (μόνο για μετάδοση της εικόνας μέσω δικτύων) και JPEG για την καταγραφή. Η αποθήκευση των εικόνων γίνεται σε σκληρούς δίσκους, με δυνατότητα προσθήκης επιπλέον εσωτερικών ή εξωτερικών σκληρών δίσκων, για αύξηση της χωρητικότητας, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο. Είσοδοι και έξοδοι σήματος συναγερμού (τουλάχιστον ισάριθμες με τον αριθμό εισόδων των καμερών), για σύνδεση με εξωτερικές συσκευές (π.χ. πίνακας συναγερμού, χειρομπουτόν, κ.λπ.), ενσωματωμένη δυνατότητα ανίχνευσης κίνησης (video motion detection). Σειριακές θύρες επικοινωνίας για σύνδεση με ATM, access control, κινητές κάμερες και speed dome κ.λπ. Θύρα LAN για σύνδεση με το δίκτυο της Τράπεζας. Δυνατότητα σύνδεσης modem ISDN/PSTN για σύνδεση με απομακρυσμένους υπολογιστές (π.χ. Κεντρικό γραφείο ασφαλείας της Τράπεζας). Θύρα SCSI για σύνδεση εξωτερικών δίσκων και συσκευών back-up, ενσωματωμένο ή εξωτερικό CD ή ακόμα καλύτερα DVD recorder, για αντιγραφή συγκεκριμένων συμβάντων. Δυνατότητα αποθήκευσης εικόνων μέσω δικτύου (LAN) σε απομακρυσμένο υπολογιστή και επιβεβαίωση αυθεντικότητας εικόνων. Οι Τράπεζες διαθέτουν δίκτυα σε όλα τα καταστήματα. Είναι λοιπόν εύκολο να παρακολουθούμε τις εικόνες από μακριά ή να επέμβουμε πολύ γρήγορα και να αντιγράψουμε τις «ύποπτες» εικόνες που μας ενδιαφέρουν. Ο όγκος όμως της πληροφορίας στο δίκτυο της Τράπεζας είναι μεγάλος, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν προβλήματα στα υπόλοιπα συστήματα (π.χ. συναλλαγές). Το πρόβλημα λύνεται εάν το σύστημά μας έχει τη δυνατότητα της μετάδοσης μόνο του συναγερμού μέσω των δικτύων, με αυτόματη κλήση και αποστολή εικόνων για επιβεβαίωση του συναγερμού (video verification). Ένα κέντρο ελέγχου πρέπει να χρησιμοποιεί ικανό λογισμικό και να έχει τη δυνατότητα επίβλεψης σε μια οθόνη διαφορετικών καταστημάτων, ταυτόχρονα. Επίσης, είναι καλό να προβλεφθεί η δυνατότητα επαναπρογραμματισμού όλων των παραμέτρων λειτουργίας του συστήματος από απόσταση. Ιδιαίτερα για τις συνδέσεις ISDN/PSTN, όπου το εύρος (bandwidth) είναι χαμηλό, οι ζωντανές εικόνες που αποστέλλονται, πρέπει να έχουν κωδικοποίηση MPEG-4.
Η καρδιά του συστήματος όμως, είναι το ειδικό λογισμικό, που πρέπει να είναι σχεδιασμένο για την αποκλειστική χρήση του συστήματος, που θα επιλέξουμε για να αποφύγουμε τους ανεπιθύμητους ιούς. Τα pc based συστήματα πρέπει να αποφεύγονται, ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιούν γνωστά λειτουργικά, για χρήση σε υπολογιστές. Είναι καλύτερο να επιλέγονται συστήματα μεγάλων κατασκευαστών με ευκολία στο χειρισμό και ποιοτική κατασκευή, με τουλάχιστον 2 χρόνια εργοστασιακή εγγύηση. Επίσης απαραίτητη προϋπόθεση είναι η τήρηση ηλεκτρονικού αρχείου συμβάντων (log file) και προηγμένα κριτήρια έρευνας των καταγεγραμμένων εικόνων (ημερομηνία, ώρα, αριθμός κάμερας, κωδικός Τράπεζας, transaction number, αριθμός κάρτας, συμβάν, κ.λπ.).
Είναι επίσης σημαντικό να υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα χρηστών, για να ορίζονται τα δικαιώματα χρήσης του συστήματος (απομακρυσμένη χρήση ή τοπική). Όλα τα συστήματα πρέπει να είναι πιστοποιημένα από φορείς, ως προς την καταλληλότητά τους.
Κάμερες
Οι κάμερες που πρέπει να χρησιμοποιούνται (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι παλιές ασπρόμαυρες κάμερες που διαθέτουν τα καταστήματα δεν είναι αξιοποιήσιμες) πρέπει να είναι έγχρωμες και να διαθέτουν υψηλή ανάλυση (480TVL), υψηλή ευαισθησία (μικρότερο ή ίσο με 0,1Lx), low smear, ATW και backlight compenstation. Οι εξωτερικές κάμερες που πρέπει να χρησιμοποιούνται, είναι οι Day/ Night. Αυτές οι κάμερες, όταν ο φωτισμός είναι επαρκής, παράγουν έγχρωμο σήμα. Όταν ο φωτισμός δεν είναι αρκετός, παράγουν ασπρόμαυρο σήμα, αυξάνοντας την ευαισθησία τους και την ποιότητα της εικόνας, ακόμα και σε εξαιρετικά χαμηλές συνθήκες φωτισμού. Τα χαρακτηριστικά τους, είναι παρόμοια με τις εσωτερικές, αλλά μεγαλύτερης ευαισθησίας στη νυχτερινή λειτουργία του ασπρόμαυρου. Οπωσδήποτε, πρέπει να διαθέτουν ηλεκτρομηχανικά κινούμενο φίλτρο, για να έχουμε καλής ποιότητας έγχρωμη εικόνα. Οι κάμερες σε εξωτερικούς χώρους, πρέπει να προστατεύονται από προστατευτικές θήκες, βαθμού προστασίας IP66, με θερμαντική αντίσταση και θερμοστάτη, για να αποφεύγουμε την υγροποίηση υδρατμών μέσα στην προστατευτική θήκη και το «θάμπωμα» του παράθυρου θέασης της θήκης και των φακών. Σε μεγάλα καταστήματα, με διαρκή επιτήρηση από φύλακες, πρέπει να χρησιμοποιούμε κάμερες τύπου Speed Dome, που έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και υψηλή ταχύτητα στέψης. Οι κάμερες αυτές μπορούν να στοχεύουν κατά προτίμηση ή σε προεπιλεγμένες θέσεις, μετά από συναγερμό, αυτόματα. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν εσωτερικά ή εξωτερικά. Σημαντικό είναι σε θέσεις που οι κάμερες είναι εκτεθειμένες, να χρησιμοποιούμε κάμερες αντιβανδαλιστικού τύπου, εξαιρετικά ανθεκτικές σε κακόβουλες ενέργειες, ιδιαίτερα χρήσιμες για τα ΑΤΜ.
Φακοί
Οι φακοί που χρησιμοποιούμε είναι αυτόματης ίριδας (auto iris) και μεταβλητής εστιακής απόστασης (varifocal) 3-8mm. Σημαντικό είναι το f του φακού να μην ξεπερνά το 1. Σπάνια χρησιμοποιούμε μεγαλύτερους φακούς.
3. Σύστημα Χρονοκαθυστέρησης για χρηματοκιβώτια.
Είναι σημαντικό μέτρο, που επέβαλε η Υπουργική απόφαση. Τέτοια συστήματα λειτουργούν σε όλες σχεδόν τις Τράπεζες. Η καθυστέρηση στο άνοιγμα του χρηματοκιβωτίου είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από το μέσο όρο του χρόνου των ληστειών.
4.Θύρες Ασφαλείας εισόδου-εξόδου
Το πιο σημαντικό μέτρο της Υπουργικής Απόφασης, αποτελεί η εγκατάσταση θυρών ασφαλείας. Οι θύρες αυτές εγκαθίστανται στις εισόδους και εξόδους των καταστημάτων. Είναι θωρακισμένες και εξοπλισμένες με ανιχνευτές μετάλλων και ελέγχουν κάθε άτομο που εισέρχεται στο χώρο, ξεχωριστά. Εάν ανιχνευτούν μεταλλικά αντικείμενα στο άτομο που προσπαθεί να εισέλθει στο χώρο, με προηχογραφημένο φωνητικό μήνυμα ειδοποιούν ότι πρέπει να εξέρθουν και δεν ανοίγουν την εσωτερική πόρτα, παρά μόνο την εξωτερική. Το άτομο πρέπει να αφήσει τα αντικείμενα στα ειδικά ερμάρια που υπάρχουν στον προθάλαμο του καταστήματος. Αυτό το μέτρο εάν είχε εφαρμοστεί όπως επιτάσσει η Υπουργική Απόφαση, θα είχαμε αποφύγει πολλές ληστείες. Ως δια μαγείας, η απόφαση κρίθηκε προαιρετική, παρότι διευκρινίζεται ότι είναι υποχρεωτικό μέτρο για καταστήματα που αποτέλεσαν στόχο ληστείας, τουλάχιστον δύο φορές. Η χρήση τους είναι επιβεβλημένη.